TOP 100 OF THE 00s: 4. SCHIZO #4

Writer/Artist: Ivan Brunetti
Fantagraphics Books

Πώς θα αντιδρούσες, αν ο ίδιος ο δημιουργός ενός αυτοβιογραφικού comic, σου άνοιγε την πόρτα για να κάνεις μια κατάδυση στην οργισμένη και ταυτόχρονα απεγνωσμένα θλιμμένη ψυχή του, επιτρέποντάς σου να γνωρίσεις τους πιο σκοτεινούς του δαίμονες;

Όταν -χρόνια πριν- ο Ivan Brunetti έστειλε το SCHIZO #1 σε καταξιωμένους δημιουργούς comics για να πάρει feedback, έλαβε, μεταξύ άλλων, μια απάντηση από τον Robert Crumb, όπου ο θρύλος των underground comics τον προέτρεπε να αρχίσει τα prozac! Ευτυχώς, η παραπάνω συμβουλή δεν τον έκαμψε, και επέλεξε να μείνει στην απάντηση του Chris Ware, ο οποίος τον συνεχάρη για το γεγονός ότι μπορεί να κοινοποιεί, μέσα από την Τέχνη του, τόσο προσωπικά πράγματα. Ίσως, όπως λέει και ο ίδιος ο Brunetti, το πραγματικό του ταλέντο να είναι η με σαφήνεια διατύπωση, όσων οι άλλοι δεν μπορούν, ή δεν θέλουν, να πουν…

Χρειάστηκαν δώδεκα χρόνια για τη δημιουργία των τεσσάρων τευχών του SCHIZO, με σχεδόν έξι χρόνια να μεσολαβούν από την κυκλοφορία του #3, μέχρι εκείνη του #4. Χρόνια κατά τα οποία η ζωή του Brunetti (παρά τον χωρισμό του και τη major κατάθλιψη που πέρασε) δεν βρίσκεται πια στο ίδιο τέλμα που περιέγραφε, με μηδενιστικό και απόλυτο τρόπο, στα προηγούμενα τεύχη του SCHIZO. Η ψυχοθεραπεία, σε συνδυασμό με την ευρύτερη αναγνώριση του έργου του, φαίνεται πως έκαναν τη δουλειά τους. Όχι τόσο προς την κατεύθυνση μιας μαγικής μεταμόρφωσης, μέσα από την κατάργηση του καταθλιπτικού εαυτού, όσο προς εκείνη μιας αποστασιοποιημένης αποδοχής της πραγματικής φύσης του.

Έτσι, παρότι η αίσθηση του χιούμορ του, παραμένει μαύρη, νοσηρή, καυστική και επαναλαμβανόμενη ως προς τη θεματολογία της, ίσως το πιο σημαντικό νέο στοιχείο στο έργο του Brunetti είναι ότι η απέχθεια για τον εαυτό του, συνοδεύεται πλέον από την ενσυναίσθηση ότι πρόκειται μάλλον για ένα είδος αυταρέσκειας (ή ακόμη και ναρκισσισμού) παρά ειλικρινούς απόρριψης του “είναι”.

Ένα επιπλέον σημείο στο οποίο αξίζει να σταθεί κανείς, είναι ότι ο Brunetti δείχνει να αφήνει πίσω του ένα κατάλοιπο δημιουργικής “εφηβείας”, το σκατολογικό χιούμορ, τον κατεξοχήν εύκολο τρόπο για τον (alternative) δημιουργό προκειμένου, στην καλύτερη, να συνοψίσει την αηδία του, και στη χειρότερη να τραβήξει την προσοχή του αναγνώστη, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα δημιουργικό έρεισμα, πέρα από το “dude that looks gross, let’s do it”.

Παράλληλα, ενώ παραμένει συνεπής στην σκληρή αποτύπωση του εσωτερικού του κόσμου, μέσα από έναν σχεδόν βίαιο κυνισμό, τα δριμεία κατηγορώ που εξαπέλυε σε ανθρώπινα και Θεία, καθώς και η απέχθειά του για τη συλλογική ευθύνη που φέρει η υποκριτική κοινωνία των ανθρώπων, έχουν σχεδόν εκλείψει στο SCHIZO #4. Σημάδι δημιουργικής ωριμότητας, ή αποτέλεσμα μιας προσωπικής πορείας που του υπαγορεύει να συμβιβαστεί με την ανυπόφορη ασχήμια του κόσμου γύρω του, ώστε να κάνει τον Γολγοθά της ύπαρξής του περισσότερο ανεκτό;

Γνωστός για την ευελιξία του ως προς τις σχεδιαστικές γραμμές, ανάλογα με το ύφος της ιστορίας που θέλει να διηγηθεί, ο Brunetti προχώρησε ακόμη περισσότερο με το #4, παίζοντας τόσο με το format, όσο και με το ίδιο το αισθητικό αποτέλεσμα, προσθέτοντας για πρώτη φορά χρώμα στο συγκεκριμένο over-sized τεύχος που κυκλοφόρησε το 2006, ενώ ταυτόχρονα φλερτάρει με την ιδέα ενός απόηχου δημιουργικής εγγύτητας με το έργο του Chris Ware.

Αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς, οι αυτοβιογραφικές βινιέτες του δεν αποτελούν καταγραφή της ζωής του τα τελευταία έξι χρόνια, αλλά επιλεγμένα highlights από στιγμές της. Όπως πάντα, εδώ συναντάμε τον αντίκτυπο των προβληματικών σχέσεών του με τις γυναίκες, τις σεξουαλικές εμμονές (αλλά και ανεπάρκειές του), τη μοναξιά και την απόγνωση στις στιγμές του απόλυτου βυθίσματος, το αυτομαστίγωμα της σκληρής αυτοκριτικής, εν τέλει όμως και ενδεχομένως το πιο ουσιαστικό για την κατανόηση αυτής της προσωπικότητας, την αποκάλυψη ότι πίσω από τον μηδενισμό βρίσκεται μια καθαρή ψυχή έτοιμη να δακρύσει στη θέα της σκληρότητας αυτού του κόσμου.

Ορίζοντας το αυτοβιογραφικό ως κάτι περισσότερο από περιγραφή των εμπειριών και των καλλιτεχνικών ανησυχιών του, ο Brunetti περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, στο SCHIZO #4, και ολοσέλιδες βιογραφίες των προσωπικών του “ηρώων”, ιστορικών προσώπων (από τον συνθέτη Eric Satie, μέχρι τη θλιμμένη τραγουδίστρια Francoise Hardy κι από τον φιλόσοφο Soren Kierkegaard, μέχρι τη σταρ του βωβού κινηματογράφου Louise Brooks). Κοινός άξονας, πέραν της δημιουργικής υπόστασης αυτών των προσώπων, η δυσκολία τους να ενταχθούν στη κοινωνία των ανθρώπων (κάτι που, εξάλλου, ισχύει και για τον ίδιο τον δημιουργό).

Με λόγια ή σιωπηλά, με την εξαιρετική διαδοχή ανάμεσα στα panels και με τα κεντημένα punchlines, η ανάγνωση αυτού του comic αναδεικνύεται σε προσωπική υπόθεση, ακόμη και αν οι συνειρμοί της επώδυνα ειλικρινούς εξομολόγησής του, είναι λιγότερο ή περισσότερο οικείοι στον καθένα μας. Αφορώντας μας προσωπικά, ή μη.

Υ.Γ.: Το 2006, το τέταρτο τεύχος του SCHIZO κέρδισε το Βραβείο Ignatz Καλύτερου Comic της Χρονιάς.

Υ.Γ.2: Στην εντυπωσιακή hardcover έκδοση της Fantagraphics MISERY LOVES COMEDY, θα βρείτε τα τρία πρώτα τεύχη του SCHIZO, καθώς και άφθονο extra υλικό, που καταγράφει την πορεία του δημιουργού ως contributor σε διάφορα έντυπα. Το ίδιο υλικό, κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά, με τον τίτλο SCHIZO, από τις εκδόσεις Κορμοράνος.

(Ηλίας Κατιρτζιγιανόγλου)

Το σχόλιο του Ivan Brunetti για την παρουσία του comic του στη δεκάδα του Top 100:
“I’m happily surprised and deeply flattered to hear about your readers voting SCHIZO #4 among the top comics of the best decade. I’m certain that my book would never have made such a list here in America (although I think my lettering has been praised in the past). Comics are still an avocation for me, rather than a vocation, so it’s very gratifying to know my amateur efforts are appreciated. Thank you.”