ALEC: THE YEARS HAVE PANTS (A LIFE-SIZED OMNIBUS)

Writer/Artist: Eddie Campbell
Top Shelf

Όπως έχω αναφέρει ξανά, τα αυτοβιογραφικά comics δεν είναι και το αγαπημένο μου είδος. Όπως, επίσης, έχω μνημονεύσει ξανά τα λόγια του Evan Dorkin (DORK), και θεωρώ ότι δεν έχουν συμβεί και πολλά ενδιαφέροντα πράγματα στη ζωή ενός τύπου που έχει περάσει τη μισή του ζωή διαβάζοντας comics και την υπόλοιπη δημιουργώντας τα (βέβαια, ακόμη και ο Dorkin που τα είχε γράψει αυτά, έχει φτιάξει ένα αυτοβιογραφικό-παύλα-συμπεριλαμβάνω όλες τις φοβίες και ψυχώσεις μου-παύλα-strip). Για να μη μακρηγορώ, είναι από δύσκολο έως απίθανο να θεωρήσω εκπληκτικό ένα αυτοβιογραφικό έργο.

Εξαίρεση στη μέχρι τώρα “καριέρα” μου ως αναγνώστη comics, αποτελούσαν μάλλον τα SCHIZO του Ivan Brunetti και τα LITTLE NOTHINGS του Lewis Trondheim (ναι, καλά είδατε, το AMERICAN SPLENDOR δεν είναι μέσα). Στα πρώτα, απολαμβάνω με περίσσια (ένοχη) ευχαρίστηση τον μισανθρωπισμό, τα αδιέξοδα και τις ψυχώσεις του δημιουργού, θεωρώντας τις μάλλον υπερβολικές, με αποτέλεσμα να αποστασιοποιούμαι από το όλο αυτοβιογραφικό του πράγματος. Στα δεύτερα, έχω την εντύπωση ότι ο ίδιος ο δημιουργός αποστασιοποιείται από τις ιστορίες του, δίνοντάς τους έναν ασήμαντο χαρακτήρα, όχι μόνο στον τίτλο (LITTLE NOTHINGS), αλλά και στο σχόλιο που κρύβεται πίσω από την καθεμία.

Μάλλον η παραπάνω παράγραφος δίνει την εντύπωση ότι θα διαβάσω και θα ευχαριστηθώ μια αυτοβιογραφική δουλειά, μόνο αν μου δώσει την εντύπωση πως δεν είναι αυτοβιογραφική. Αυτό δεν είναι απόλυτα αληθές, αλλά σίγουρα έχει μια δόση αλήθειας. Και την απόδειξη για αυτό αποτελεί το ALEC, το αυτοβιογραφικό comic του Eddie Campbell (FROM HELL, BACCHUS, THE FATE OF THE ARTIST, THE AMAZING MONSIEUR LEOTARD), το οποίο απόλαυσα όσο λίγα comics που διάβασα τον τελευταίο καιρό. Και σε αυτό, όπως και στα comics που ανέφερα παραπάνω, εντόπισα κάποιο βαθμό αποστασιοποίησης του δημιουργού από τα γεγονότα που περιγράφει – σα να διάβαζα κάτι που δημιουργήθηκε υπό το πρίσμα ενός εξωτερικού παρατηρητή.

Θα επιστρέψω σε λιγάκι στο όλο θέμα της αποστασιοποίησης και των προσωπικών μου γούστων, γιατί άρχισα να φοβάμαι πως το συγκεκριμένο post θα πάρει αυτοβιογραφικό χαρακτήρα και θα αναφέρεται μόνο στα προσωπικά μου γούστα και στο πού οφείλονται αυτά (ξέρετε, βιώματα, προσωπικά κολλήματα και παιδικά τραύματα). Προς το παρόν, λίγα πράγματα για την έκδοση.

Το ALEC: THE YEARS HAVE PANTS αποτελεί τη συλλογή των αυτοβιογραφικών comics του Campbell με τίτλο ALEC. Ο δημιουργός ξεκίνησε τα συγκεκριμένα το 1981 (πολύ πριν γίνει γνωστός έξω από τους κύκλους των φωτοτυπημένων comics) και, ουσιαστικά, τα ολοκλήρωσε πριν ένα-δυο χρόνια, με την ιστορία The Years Have Pants. Η τελευταία, μάλιστα, εκδίδεται για πρώτη φορά σε αυτόν τον τόμο, ο οποίος περιέχει κι άλλα extras που δε χρησιμοποιήθηκαν στη σειρά των ALEC, αλλά σε άλλα έργα του Campbell (όπως το περιοδικό EGOMANIA, το οποίο κυκλοφορούσε ο ίδιος στην Αυστραλία).

Στις περισσότερες από 600 σελίδες του παρακολουθούμε γεγονότα από τη ζωή του Αlec MacGarry (πρόκειται, στην ουσία, για τον ίδιο τον Campbell) – τις ξένοιαστες ημέρες της νιότης του, τις δυσκολίες του να γίνει επαγγελματίας δημιουργός comics, τις φοβίες του, τις ακόμη περισσότερες δυσκολίες του να εκδίδει ο ίδιος τα comics του, τη μετανάστευσή του στην Αυστραλία, τις επιτυχίες του και άλλα γεγονότα που προέρχονται από τη ζωή του καλλιτέχνη. Επιπλέον, περιέχονται κάποιες ημι-αυτοβιογραφικές ιστορίες, όπως το How To Be An Artist ή το The History OF Humour, τα οποία αναμειγνύουν τις συμβουλές και τις ιδέες του Campbell με τις δικές του εμπειρίες.

Σε καθεμιά από τις ιστορίες του Alec MacGarry, όμως, ο δημιουργός φαίνεται να είναι αποστασιοποιημένος έως ένα βαθμό. Η αφήγηση που παρουσιάζεται στις σελίδες του ALEC δίνουν στον αναγνώστη την εντύπωση ότι δεν πρόκειται για την ιστορία της ζωής ενός ανθρώπου, αλλά για τα σχόλια και την αποτίμηση του ίδιου ανθρώπου, όταν αυτός βλέπει την ταινία της ζωής του. Και, όπως φαίνεται από την επιλογή των γεγονότων που βλέπουμε στις σελίδες του comic, το μοντάζ της εν λόγω ταινίας έχει γίνει από τον ίδιο άνθρωπο, ο οποίος επιλέγει όχι τα φαινομενικά σημαντικά γεγονότα, αλλά αυτά που διαμόρφωσαν περισσότερο τον χαρακτήρα του. Μοιάζει περισσότερο με την παρουσίαση κάποιων ιδεών και απόψεων του Campbell, οι οποίες χρησιμοποιούν τα γεγονότα ως αφορμή και τα παραγκωνίζουν στο παρασκήνιο.

Με λίγα λόγια, το ALEC: THE YEARS HAVE PANTS δεν είναι η ιστορία ενός ανθρώπου, με αρχή, μέση και τέλος, αλλά μια σειρά σκόρπιων γεγονότων, άλλοτε σημαντικών στο μάτι του αναγνώστη και άλλοτε όχι – σίγουρα, όμως, όλα είναι κρίσιμα για τον ίδιο το συγγραφέα, ο οποίος τα σχολιάζει με τρόπο ελάχιστα αποστασιοποιημένο, αλλά πάντα ζεστό, υπογραμμίζοντας έτσι τη σημασία τους.

Η διαφορετική ματιά του Campbell σε καθεμιά από αυτές τις ιστορίες, γίνεται φανερή, όχι μόνο από την αφήγηση, η οποία αλλάζει ύφος, αλλά και από το σχέδιο. Το τελευταίο, όχι μόνο εξελίσσεται (λογικό, αν λάβει κανείς υπόψη ότι η τελευταία ιστορία έχει διαφορά περισσότερων από 25 χρόνων με την πρώτη), αλλά και αλλάζει, προκειμένου να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του καλλιτέχνη.

Βέβαια, από την άλλη, με ένα “τούβλο” εξακοσίων σελίδων στα χέρια σου, δεν αποκλείεται να βαρεθείς σε κάποια σημεία. Προσωπικά, το βρίσκω αναμενόμενο και για αυτό το λόγο δεν ενοχλήθηκα όταν κουράστηκα σε κάποιες από τις ιστορίες. Ο Campbell, όμως, θα επανορθώσει σίγουρα για την κούραση αυτή μετά από μερικές σελίδες, όταν θα παρεμβάλλει μια μονοσέλιδη κωμική ιστορία, ένα από τα γεγονότα-σταθμούς στη ζωή του (για τα οποία, όλοι, ανεξαιρέτως, θα ήθελαν να διαβάσουν, όπως η συνάντησή του με τον Alan Moore), ή απλά ένα κομψό gag.

Υπάρχουν σίγουρα κι άλλα comics (άντε, και αυτοβιογραφικά) που αποτελούνται από περισσότερα από ένα επίπεδα. Ελάχιστα, όμως, από αυτά τα comics πλέκουν τόσο αριστοτεχνικά τα επίπεδα αυτά μεταξύ τους, δημιουργώντας μια νέα ιστορία, που είναι εξίσου καλή με τη, φαινομενικά, βασική – αν όχι καλύτερη.