INTERVIEW CORNER #68: Τάσος Ζαφειριάδης

Ελληνικά

φωτο: Λίλα Τζαμούση

Η στασιμότητα αποτελεί μια διαρκή απειλή πάνω από το κεφάλι κάθε δημιουργού και το να πέσει κάποιος στα δίχτυα της, είναι μια υπόθεση εύκολη και συνηθισμένη. Μια επιτυχία μπορεί να σημαδέψει το δημιουργό και να τον παρασύρει σε μια ατελείωτη σειρά επαναλήψεων, τόσο σε θεματολογία όσο και σε στιλ. O καλεσμένος αυτής της εβδομάδας, όμως, ο Τάσος Ζαφειριάδης, έχει ξεφύγει εδώ και καιρό από την εύκολη παγίδα της στασιμότητας και φαίνεται να έχει κλείσει καλά τα αυτιά του στις σειρήνες που αυτή εξαπολύει εναντίον του.

Έχοντας ξεκινήσει, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες δημιουργοί, από την αυτοέκδοση, ο Ζαφειριάδης κατάφερε να ξεχωρίσει με ένα από τα comics που ακόμη συζητιούνται: το ΟΙ ΑΠΙΘΑΝΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΩΝ ΣΠΙΦ ΚΑΙ ΣΠΑΦ. Σε αυτές τις περιπέτειες, το εικαστικό κομμάτι ήταν σχεδόν ανύπαρκτο και η υπόθεση έλαμπε δια της απουσίας της. Το σουρεαλιστικό χιούμορ, όμως, και οι παράλογοι διάλογοι, έκαναν πολλούς να το κατατάξουν στα αγαπημένα τους. Όπως συνέβη και με τη συλλογή O ΚΥΡ ΚΟΝΓΚ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ, από την Ένατη Διάσταση, η οποία συγκεντρώνει πολλά μικρά comics του δημιουργού, όλα ποτισμένα με ιδιαίτερο χιούμορ.

Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, υπήρξαν κι άλλες αυτοεκδόσεις με τη μορφή fanzine – το πιο πρόσφατο, μάλιστα, το H ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ ΟΠΩΣ ΤΗ ΦΑΝΤΑΖΟΜΑΙ βραβεύτηκε στα περσινά Comicdom Awards – οι οποίες περιέχουν από comics μέχρι ποιήματα, άλλοτε σουρεαλιστικά και άλλοτε περισσότερο σοβαρά απ’ όσο θα νομίζατε. Και η συχνότητα με την οποία βλέπαμε δουλειές υπογεγραμμένες από το Ζαφειριάδη αυξήθηκε δραματικά, όταν ξεκίνησε να δημοσιεύει το εβδομαδιαίο strip του, INTRA MUROS, στο 9 της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, σε σχέδιο του Πέτρου Χριστούλια. Το INTRA MUROS ασχολήθηκε με την καθημερινότητα στην πόλη, που όμως, μέσα από τα μάτια του Ζαφειριάδη, μόνο συνηθισμένη δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

Αυτή η καθημερινότητα φαίνεται πως γοήτευσε τον Ζαφειριάδη. Τουλάχιστον αυτό φαίνεται από το νέο, σε συνέχειες, comic του, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ. Με τον Παναγιώτη Πανταζή στο σχέδιο, το comic επικεντρώνεται στην καθημερινότητα μιας παρέας και βρίσκεται ήδη στο δεύτερο τεύχος του, το οποίο (όπως και το πρώτο) έχει κυκλοφορήσει από τη Jemma Press. Παράλληλα με το ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ, όμως, κυκλοφόρησε και το ΑΡΑΧΩΒΑ, ένα (θέλω να πω πειραματικό, αλλά θα πω απερίγραπτο) comic, στο οποίο δε συμβαίνει απολύτως τίποτα! Αυτό που συνέβη, όμως, ήταν να δώσει μια ακόμη ευκαιρία, σε όσους παρακολουθούν την εξέλιξη του Ζαφειριάδη, να διαπιστώσουν ότι ελάχιστα μοιάζουν τα comics του μεταξύ τους.

Και πριν ένα περίπου μήνα, κυκλοφόρησε, παράλληλα με το ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ #2, το πιο ξεχωριστό ίσως comic του, ΤΟ ΠΤΩΜΑ, σε συνεργασία με τον Γιάννη Παλαβό (σενάριο) και τον Θανάση Πέτρου (σχέδιο). Σε αυτό, ένας νεκροθράφτης από τη Θεσσαλονίκη αναγκάζεται να ξενυχτήσει έναν νεκρό στο δάσος του Σέιχ Σου και το αποτέλεσμα είναι τόσο παράλογο όσο και φιλοσοφημένο.

Σε καμιά περίπτωση, λοιπόν, δε χρειάζεται να σας πείσω ότι ο καλεσμένος αυτής της εβδομάδας, Τάσος Ζαφειριάδης, βρίσκεται μακριά από τη στασιμότητα (και δεν έκρινα αναγκαίο να αναφέρω ούτε καν τα υπόλοιπα strips του, όπως το ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ και αυτά που δημοσιεύονται στο blog The Very Closed Circle, αλλά ούτε καν την ποιητική συλλογή στην οποία συμμετείχε, με τίτλο ΧΑΚΙ ΧΑΪΚΟΥ!). Αυτό το αποδεικνύει η δουλειά του, για την οποία μας μιλά στη συνέντευξη που ακολουθεί:

Στο ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ ασχολείσαι με περισσότερο καθημερινές καταστάσεις. Είναι ευκολότερο ή δυσκολότερο να κρατήσεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη σε αυτή την περίπτωση;

Με τον Λουκά Τσουκνίδα (με τον οποίο γράφουμε μαζί το ΔΕΑΠΝ) προσπαθούμε να ψαρέψουμε ενδιαφέρουσες ή αστείες ιστορίες και περιστατικά από γύρω μας, πράγματα που ακούμε από φίλους ή που ζήσαμε οι ίδιοι και να τα εντάξουμε σε έναν κοινό ιστό. Οι πολύ κοντινοί μας φίλοι βρίσκουν τις ιστορίες πολύ γνώριμες – ένας φίλος υποστηρίζει ότι έχει πει περίπου το 10% του διαλόγου του πρώτου τεύχους.
Η καθημερινότητα βρίθει περιστατικών που σε κάνουν να θέλεις να τα διηγηθείς σε κάποιον (“Άκου τι μου έτυχε” ή “Δε θα πιστέψεις τι είδα το πρωί έξω απ’ το σπίτι”, κ.λπ.), οπότε πιστεύω ότι υπάρχουν κι άλλοι εκεί έξω που να τα βρίσκουν ενδιαφέροντα. Ο συνωμοσιολόγος στο τραίνο, ή ο τύπος που μαρσάρει για να πατήσει τα περιστέρια, είναι τέτοια αληθινά περιστατικά. Υποθέτω ότι δεν θα φανούν ενδιαφέροντα σε κάποιον που διαβάζει comics άλλου είδους. Σίγουρα, πάντως, το να γράφεις μια σειρά comics σε επεισόδια έχει, ως διαδικασία, δυσκολίες διαφορετικού τύπου από π.χ. ένα strip ή μια αυτοτελή ιστορία.

Μπορείς να μας πεις δυο λόγια για το ΠΤΩΜΑ;

Είναι η ιστορία του υπαλλήλου ενός γραφείου κηδειών που αναγκάζεται να ξαγρυπνήσει στο Σέιχ-Σου το δύσοσμο πτώμα ενός μοναχικού γέρου, που είχε διακόψει κάθε σχέση με την οικογένειά του και πέθανε μόνος του. Ο υπάλληλος, χωρισμένος με μία κόρη, μοναχικός κι αυτός, βλέπει στο πτώμα ένα πιθανό του μέλλον. Η ιστορία του comic είναι εμπνευσμένη από ένα περιστατικό που άκουσα ότι συνέβη στη Θεσσαλονίκη.
Το σενάριο γράφτηκε μαζί με τον Γιάννη Παλαβό, ενώ την εικονογράφηση έκανε ο Θανάσης Πέτρου.

Στο ΠΤΩΜΑ συνεργάστηκες με έναν ακόμη συγγραφέα στο σενάριο. Μπορείς να μας πεις μερικά πράγματα για τη διαδικασία και πώς αυτή λειτούργησε;

Ξεκίνησα να γράφω το σενάριο κάποια στιγμή μέσα στο 2008, έχοντας ένα γενικό πλάνο στο μυαλό, και έγραψα αδρά περίπου το πρώτο μέρος του comic, αλλά σύντομα συνειδητοποίησα ότι οι ιδέες που είχα για τη συνέχεια δε λειτουργούσαν καθόλου κι είχα φτάσει σε αδιέξοδο. Επειδή η ατμόσφαιρα αυτού που είχα ήδη γράψει, αλλά και το γενικότερο ύφος το οποίο φανταζόμουν ότι πρέπει να έχει η ιστορία, ταίριαζαν με το αντίστοιχο ύφος που είχαν πολλά διηγήματα του Γιάννη, του έστειλα το κείμενο και του είπα λίγο-πολύ να κάνει ό,τι θέλει. Έτσι, ο Γιάννης έγραψε το δεύτερο μέρος, βρήκε ένα τέλος πολύ καλύτερο από ό,τι είχα σκεφτεί εγώ, πρόσθεσε διαλόγους όπου θεωρούσε ότι έπρεπε κ.λπ.. Και, μετά από μερικά πήγαιν’ έλα, καταλήξαμε σε μία αρχική μορφή του κειμένου. Περιέργως, ενώ εγώ συνήθως γράφω πιο χιουμοριστικά, εδώ είχα γράψει τα πιο σοβαρά κομμάτια.

Επειδή δεν πίστευα ότι μπορώ να το σχεδιάσω ικανοποιητικά κι επειδή ο αρχικός σχεδιαστής σταμάτησε να δείχνει ενδιαφέρον, το παρατήσαμε. Μετά από δύο χρόνια ήρθε στην επιφάνεια σε μια συζήτηση με τον Πέτρου, ο οποίος έδειξε ενδιαφέρον, κι έτσι το ξαναπιάσαμε με το Γιάννη, κάναμε κι άλλες διορθώσεις, συμπυκνώσαμε το διάλογο για πιο “κομιξική” χρήση και περάσαμε πια στη φάση του ντεκουπάζ με τον Θανάση.

Αν και δεν πρόκειται ακριβώς για το σενάριο, έχει ενδιαφέρον το ότι, για να είναι πιο φυσικό το comic, ο Θανάσης βασίστηκε σε φωτογραφικό υλικό για την εικονογράφηση. Με τη βοήθεια ενός φίλου μου και της μηχανής του, έβγαλα φωτογραφίες από τη διαδρομή που ακολουθεί ο ήρωας στη Θεσσαλονίκη: Σέιχ-Σου, νεκροταφεία κ.τ.λ.. Ο Θανάσης έβγαλε φωτογραφίες από το τότε σπίτι μου στην Αθήνα, σε μια παλιά πολυκατοικία στο Γουδί, με μωσαϊκά και ξύλινα πατώματα. Σε αυτό βασίζεται, λίγο-πολύ, το διαμέρισμα του κεντρικού ήρωα, αν και το comic διαδραματίζεται στη Θεσσαλονίκη. Είναι κάπως ανατριχιαστικό, όταν το σκέφτομαι.

Έχεις ασχοληθεί και με την ποίηση, με τα ΧΑΚΙ ΧΑΪΚΟΥ. Τι δουλειά έχει μια ποιητική συλλογή στο βιογραφικό σου;

Τα ΧΑΚΙ ΧΑΪΚΟΥ δεν είναι η πρώτη μου ποιητική δουλειά, καθώς είχαν προηγηθεί ήδη τρεις μικρές ποιητικές συλλογές που είχαν εκδοθεί με τη Λέσχη Φίλων Εικοστού Αιώνα (ΕΔΩΔΙΜΑ-ΑΠΟΙΚΙΑΚΑ, ΤΑ ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΑ ΤΩΝ ΖΩΝΤΑΝΩΝ ΝΕΚΡΩΝ και ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ), όλες χιουμοριστικές. Για κάποιο λόγο βρίσκω εξαιρετικά δύσκολο το να γράψω σοβαρά ποιήματα, αν και είμαι περιστασιακός αναγνώστης κυρίως σοβαρής ποίησης – μη χιουμοριστικής δηλαδή.

Τα ΧΑΪΚΟΥ ξεκίνησαν ως ένα στιχουργικό πινγκ πονγκ με έναν φίλο μου συμφάνταρο, τον Χριστόφορο Νικολάου. Βρίσκω ότι η πυκνή δομή των χαϊκού ταιριάζει εξαιρετικά στην φωτογράφηση περιστατικών από τη θητεία, τα οποία είναι σχεδόν όλα είναι αστεία, τουλάχιστον για όποιον έχει πάει στρατό. Σύντομα το παιχνίδι είχε ξεφύγει σε έκταση τόσο που δεν μπορούσαμε να “κόψουμε” κάποια για να βγει κάποια μικρή αυτοέκδοση σαν τις προηγούμενες, οπότε τολμήσαμε μια κανονική έκδοση. Ευτυχώς, ο Διαμαντής Καράβολας των εκδόσεων Φαρφουλάς αγκάλιασε την προσπάθεια, ενώ ο Κωστής Τζωρτζακάκης έκανε μια πολύ όμορφη εικονογράφηση, πρόσφατα απολυθείς τότε κι αυτός.

Οι λίγες αντιδράσεις ήταν ανάμεικτες. Σε κάποιους άρεσε. Αρκετοί γνωστοί με ρώτησαν τι είναι τα χαϊκού. Πίστευα ότι ήταν πιο γνωστά – ο Σεφέρης π.χ. είχε γράψει μερικά. Στη μόνη κανονική κριτική λογοτεχνικού περιοδικού, κάποια κριτικός έγραψε ότι στερούνται λογοτεχνικής ουσίας. Κάποιος στο ίντερνετ έγραψε ότι τα χαϊκού μας δεν είναι αληθινά, επειδή δεν διέπονται από τις αρχές του Ταοϊσμού. Ποιος ξέρει;

Υπάρχει περίπτωση να δούμε νέες ΑΠΙΘΑΝΕΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΩΝ ΣΠΙΦ ΚΑΙ ΣΠΑΦ;

Κάποια στιγμή, αν το επιτρέψουν οι συνθήκες, θα γίνει η επανέκδοσή του, αφού έχει εξαντληθεί από το 2006. Η έκδοση αυτή θα έχει πρόσθετο υλικό, τη ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ και λίγες καινούργιες ιστορίες.
Πέραν αυτού, δεν περνάει και πολύ από το μυαλό μου η συνέχεια, χωρίς να το αποκλείω και τελείως. Όλοι θα λένε ότι το πρώτο ήταν καλύτερο, ούτως ή άλλως. Ίσως αν βρω κάποια ιδέα που να με αναγκάσει να το κάνω…

Πού μπορεί να βρει κανείς πλέον τα μικρά σου fanzines, όπως το H ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ ΟΠΩΣ ΤΗ ΦΑΝΤΑΖΟΜΑΙ;

Από τα περισσότερα έχουν μείνει πια πολύ λίγα αντίτυπα. Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ θα επανεκδοθεί με το ΣΠΙΦ & ΣΠΑΦ. Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ… επανακυκλοφόρησε μαζί με το 14ο τεύχος του ΦΑΡΦΟΥΛΑ, για όσους ενδιαφέρονται.
Κάποια στιγμή θα ήθελα να συγκεντρώσω σε μια έκδοση όλα τα τεύχη της Λέσχης Φίλων Εικοστού Αιώνα. Κάτι τέτοιο απέχει ακόμα αρκετά, θέλω να μαζευτεί κι άλλο υλικό. Αν υπάρχει αργότερα εκδοτικό ενδιαφέρον και δυνατότητα…

Ποιό από τα έργα σου θα πρότεινες σε κάποιον που θα ήθελε να σε γνωρίσει ως δημιουργό;

Δυσκολεύομαι να απαντήσω. Φαντάζομαι εξαρτάται από το ποιος με ρωτάει. Συνήθως παραπέμπω στο The Very Closed Circle που είναι και πιο άμεσο. Aν με ρωτά κάποιος που δεν ασχολείται ιδιαίτερα με τα κόμικς, προτείνω το INTRA MUROS. Αλλιώς, κάποιο από τα τελευταία. Το πιο δημοφιλές παραμένει το ΣΠΙΦ & ΣΠΑΦ, πάντως, ασχέτως του τι πιστεύω εγώ.

Έχεις ασχοληθεί και με τα εβδομαδιαία strips (π.χ. INTRA MUROS). Πώς αντιμετώπισες τις ιδιαιτερότητες που χαρακτηρίζουν το συγκεκριμένο format (περιορισμένος χώρος, αυστηρά deadlines κτλ.);

Έχω βρεθεί τέσσερις φορές σε αυτή τη θέση (ΣΠΙΦ & ΣΠΑΦ, DR SALEPI, INTRA MUROS, ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ). Δεν ξεκίνησα ποτέ μέχρι τώρα σειρά, χωρίς να έχω από πριν ένα μικρό σύνολο ιδεών από μια περίοδο κυοφορίας της κεντρικής ιδέας. Συνήθως, ξεκινώντας έχω ήδη ένα απόθεμα σημειώσεων, διαλόγων κτλ., το οποίο δίνει ένα σχετικό προβάδισμα, καθώς αντλώ από αυτά που έχω ήδη σκεφτεί, και στην πορεία η σειρά διαμορφώνεται, όσο έρχονται περισσότερες σχετικές ιδέες. Βέβαια, η κατάσταση μπορεί να γίνει πολύ δύσκολη, γιατί κάποια στιγμή αυτή η σχετική άνεση εξαφανίζεται, καθώς ξοδεύεις το υλικό σου πιο γρήγορα από ό,τι το ανανεώνεις, αλλά υπάρχουν και περίοδοι που το μυαλό σου απλά σε εγκαταλείπει και δεν μπορείς να σκεφτείς τίποτα. Ειδικά το INTRA MUROS, που κράτησε και δυο χρόνια, είχε συμπέσει και με τη θητεία και, απομονωμένος σε στρατόπεδα, δεν είχα τριγύρω καμία παράσταση από πόλη για να τροφοδοτηθεί η σειρά από την καθημερινότητα. Ήταν ειδικά ένα δίμηνο-τρίμηνο μαρτυρικό. Εκεί βοήθησε και ενθάρρυνε πολύ ο Πέτρος ο Χριστούλιας που το σχεδίαζε, ο οποίος βοηθάει πολύ συχνά να ολοκληρωθεί κάποια ιδέα που δεν λειτουργεί πλήρως ή προτείνει λύσεις, όταν κάτι δεν του αρέσει. Το ύφος της σειράς παίζει κι αυτό το ρόλο του, καθώς π.χ. το INTRA MUROS, που ήταν συνήθως μονόλογοι, γραφόταν πολύ γρήγορα αφότου είχα την ιδέα, ενώ τα ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ που έχουν διαλόγους είναι πολύ χρονοβόρα. Ο περιορισμένος χώρος δε με φοβίζει ιδιαίτερα, είτε γιατί έχω συνηθίσει είτε γιατί κατά κάποιο τρόπο υπαγορεύει το ρυθμό του strip και με διευκολύνει.

Ποιά ήταν η έμπνευση για το Η ΑΡΑΧΩΒΑ;

Είχα διαβάσει κάπου σε ένα blog έναν μικρό διάλογο σε τέτοιο ύφος και μου είχε καρφωθεί η ιδέα για ολόκληρο θεατρικό, στο οποίο δεν λέγεται τίποτα επί της ουσίας. Δε μπόρεσα να το ξαναβρώ εκείνο το κείμενο – δε θυμάμαι που το είχα δει ή τι τίτλο είχε. Για αρκετό καιρό, απλώς μάζευα σε ένα αρχείο .txt τέτοιες φράσεις. Ο αρχικός τίτλος ήταν ΜΟΝΟΠΡΑΚΤΟ ΠΕΡΙ ΕΣΩΣΤΡΕΦΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ, ήταν μια περίοδος που αυτή η φράση ακουγόταν πολύ, φτηνό αστείο βέβαια, το οποίο αφαίρεσα σύντομα. Σκόπευα να γίνει αυτοέκδοση και να εγκαινιάσω σειρά θεάτρου στη Λέσχη Φίλων Εικοστού Αιώνα, αλλά κάποια στιγμή με ρώτησε ο Πάνος Κρητικός από την Ένατη Διάσταση αν μπορούσαμε να βγάλουμε κάτι μικρό σε περιορισμένα αντίτυπα και το θυμήθηκα. Ο Πανταζής, όταν τον ρώτησα, για κάποιο λόγο ενδιαφέρθηκε και τελικά το κείμενο πήρε μορφή comic.

Τελευταία, τα comics σου έχουν ξεφύγει από το σουρεαλιστικό χιούμορ που χαρακτήριζε τις προηγούμενες δουλειές σου και, ακόμη κι όταν υπάρχουν χιουμοριστικά στοιχεία, είναι πιο διακριτικά απ’ όσο μας έχεις συνηθίσει. Τι έχει συντελέσει σε αυτή την “αλλαγή ύφους”;

Η σειρά με την οποία εκδίδονται οι δουλειές μπορεί να δίνει την αίσθηση μιας δημιουργικής πορείας, αλλά στην πραγματικότητα δουλεύονται διάφορα πράγματα ταυτόχρονα (τουλάχιστον σε επίπεδο σεναρίου ή κεντρικής ιδέας), οπότε εγώ δεν έχω πιθανώς την ίδια αίσθηση, ότι δηλαδή παράτησα ή αποφεύγω τα σουρεαλιστικά/χιουμοριστικά. Για παράδειγμα, εδώ και περίπου ένα χρόνο δημοσιεύω τακτικά strips στο The Very Closed Circle, στο οποίο νομίζω ότι έχω ανεβάσει κάποια από τα πιο χαζά πράγματα που έχω κάνει, παρότι την ίδια περίοδο βγήκαν πιο σοβαρά άλμπουμ, όπως το ΠΤΩΜΑ.

Σε κάποιο βαθμό η αλλαγή αυτή είναι συνειδητή επιλογή, γιατί στο χρόνο έχω αλλάξει και ως αναγνώστης. Όσον αφορά τα strips για παράδειγμα, προτιμώ να διαβάζω comics που βασίζονται λιγότερο στην ατάκα, σε σχέση με άλλα που διάβαζα παλιότερα. Επίσης, ως αναγνώστη μου αρέσει η ποικιλία σε αναγνώσματα και κατά προέκταση προσπαθώ να δοκιμάζω διαφορετικά πράγματα στο γράψιμο – και όσο μπορώ και στο σχέδιο. Οπότε, εάν υπάρχει κάποια ιδέα για κάτι σοβαρότερο, όπως το ΠΤΩΜΑ, ή πιο σύνθετο στο γράψιμο, όπως το ΔΕΑΠΝ, προσπαθώ να εξυπηρετήσω την ιδέα όσο καλύτερα γίνεται, χωρίς να σκέφτομαι αν ταιριάζει στο ύφος μου ή κάτι τέτοιο. Στο ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ, μετά από μια περίοδο όπου έγραφα μονολόγους στο INTRA MUROS, ήθελα να γράψω strips που να βασίζονται πιο πολύ σε διάλογο, όχι τόσο με punchlines, αλλά να είναι αστεία λόγω της κατάστασης που αποτυπώνεται, κάτι που δεν έκανα τόσο παλιά. Επίσης έχω κατά νου την τελική έκδοση που θα περιέχει όλο το υλικό, άρα τα punchlines δε με αγχώνουν, αφού η δουλειά πρέπει να αφήνει μια συνολική αίσθηση, δεν έχει τόσο πολλή σημασία ένα επεισόδιο μόνο του.

Έχει όμως να κάνει και με τις συνθήκες στις οποίες γράφεται κάτι. Το INTRA MUROS αποτυπώνει κυριολεκτικά την περίοδο που η προσωπική μου ζωή είχε συρρικνωθεί κατά τα πρώτα δύο χρόνια του μεταπτυχιακού μου, στα οποία ο φόρτος εργασίας ήταν τεράστιος. Δεν θα μπορούσε να μην αφήνει μια αίσθηση μελαγχολίας το comic.

Τι να περιμένουμε από εσένα τους επόμενους μήνες;

Στις παρούσες συνθήκες, τα εκδοτικά πράγματα στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αβέβαια, οπότε τέτοια σχέδια είναι λίγο στον αέρα. Ετοιμάζεται η επανέκδοση του ΣΠΙΦ & ΣΠΑΦ, ο Παν Παν (σ.σ.: Παναγιώτης Πανταζής) σχεδιάζει το ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΝΟΜΙΖΕΙΣ #3, ενώ με τον Λουκά δουλεύουμε ήδη το κείμενο του #4. Με τον Πέτρο Χριστούλια θα συνεχίσουμε το ΧΑΡΑΚΩΜΑΤΑ, στην Ελευθεροτυπία ή εκτός, με τελικό στόχο το άλμπουμ, κάποια στιγμή. Δύο άλλα σενάρια, μεγάλα σε έκταση, έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί και περιμένουν το σχεδιαστή τους να ξεκινήσει – απέχουν κι αυτά πολύ ακόμα. Τέλος, σίγουρα θα συνεχίσω να κάνω στριπάκια για το The Very Closed Circle.

English

photo: Lila Tzamousi

Stagnation is a constant threat hanging above each creator’s head, and it’s very common and easy for someone to fall in its grasp. One success might mark a creator and drag him to an endless array of repetition, both in story subjects and in overall style. However, this week’s guest, Tasos Zafeiriadis, has managed to escape this easy-to-fall trap of repetition for a long time now and appears to have shut his ears to the sirens it has placed on his trail.

Having started from self-publication, like most Greek creators, Zafeiriadis managed to stand out with a comic book that’s still being discussed: THE AMAZING ADVENTURES OF SPIF AND SPAF. The visual part in these adventures was practically nonexistent, and the plot was gloriously absent. Still, the surreal humor and the absurd dialogues made a lot of people include it in their list of favorites. Which is exactly what happened with MR. KONG AND OTHER STORIES, published from Ennati Diastasi, which is a collection of many short comics he has made, all drenched in his very own particular brand of humor.

During all that time, there were other self-published works in fanzine format, with PORTUGAL AS I IMAGINE IT being the most recent of the bunch, having also won an award in last year’s Comicdom Awards. These self-publications include everything, from comics to poems, sometimes surreal and some other times more serious than you’d dare to think. Furthermore, the frequency in which we got to see works by Zafeiriadis was dramatically increased when he began publishing INTRA MUROS, his weekly strip, in the magazine 9 of the ELEFTHEROTYPIA newspaper, featuring pencils by Petros Christoulias. INTRA MUROS dealt with everyday life in the city, although since it was shown through the eyes of Zafeiriadis, normal wouldn’t be a fitting word to describe it.

It would seem that this everyday life has enchanted Zafeiriadis. At least, that’s how it looks judging from his new, serialized comic book, called IT’S NOT WHAT YOU THINK. Along with Panagiotis Pantazis on the drawing board, this comic focuses on the mundane life of a group of friends, and it’s already in its second issue, which just as the first one, has been released by Jemma Press. At the same time with IT’S NOT WHAT YOU THINK, however, there was the release of ARACHOVA, a (I’d like to say experimental, but instead I’ll just call it indescribable) comic where absolutely nothing happens! What happened instead, though, was to provide readership with yet another chance to follow Zafeiriadis’s evolution and verify that very few of his comic books are alike.

And, about a month ago, his most special comic book, THE CORPSE, was released at the same time with IT’S NOT WHAT YOU THINK #2, in a collaboration with Yannis Palavos (script) and Thanasis Petrou (illustrations). In that comic, a caretaker from Thessaloniki is forced to spend the night with a dead man in the forest of Sheikh-Sou, and the end result is both absurd and highly philosophical.

So, there is no reason for me to convince you that this week’s guest, Tasos Zafeiriadis, is as far away from stagnation as one can be (I didn’t even thought necessary to mention his other strips, such as TRENCHES, and those that are published in The Very Closed Circle blog, not to mention his collection of poems called CHACKI HAIKU in which he was a contributor!). This is evident from his work, which is further analyzed in the following interview:

In IT’S NOT WHAT YOU THINK, you deal with more mundane situations. Is it easier or harder to maintain the reader’s interest in that case?

With Loukas Tsouknidas (who’s co-writing INWYT) we’re trying to catch interesting or funny stories and circumstances from our surroundings, things we get to hear from friends or have experienced ourselves, and we attempt to integrate them into a common web of things. Our very close friends find these stories very familiar – we’ve got a friend who declares that he has said approximately 10% of the dialogue in the first issue. Mundane life is full of circumstances that you want to narrate to somebody else (“Listen to what happened to me” or “You won’t believe what I saw this morning outside my home” etc.). The conspiracy theorist on the train, the guy who speeds up to squash the pigeons, these are all real events in that vein. I suppose that they won’t seem interesting to someone who reads comics of different genres. However, it’s certain that when you write a comics series in episodes, the whole process is difficult in a very different way than writing a strip or a self-contained story, for example.

Can you tell us a few words about THE CORPSE?

It’s the story of a clerk in a funeral home, who’s forced to spend the night in Sheikh-Sou in the company of a lonely old man’s rotting corpse, who had severed all ties with his family and died all alone. The clerk, divorced, with one daughter, a loner himself, sees in the corpse a possible future of his own. The story of the comic has been inspired by an incident that I’ve heard it took place in Thessaloniki. The script was co-written with Yannis Palavos, and the illustrations were handled by Thanasis Petrou.

In THE CORPSE you worked with another writer in the script. Can you tell us a few things about the process and how this whole thing worked?

I began writing the script sometime in 2008, having an overall plan in my head, and I’ve had written the first part of the comic in a broad manner but soon came to realize that the ideas I had for what was going to be next weren’t working, and I had reached a dead end. Due to the fact that the atmosphere of what I had already written and the overall tone that I thought the story should have were matching with many short stories that Yannis had written, I sent him the text and explained to him that he could more or less do whatever he wanted with it. So, Yannis wrote the second part, found a much better ending than the one I had conceived, added some dialogues where he thought they’d be fitting, etc. And, after a few backs and forwards with the whole thing, we ended up with an initial form of the text. Strangely enough, while I’m the one who’s usually more into humoristic writing, in this case I had written all the serious bits.

Since I didn’t feel I could draw this comic well enough, and also given that the initial penciller stopped showing any interest in the project, we gave the whole thing up. It resurfaced a couple of years back in a conversation I had with Petrou, who showed interest, so Yannis and I went back to it, made further revisions, made the dialogue more compact so that it could be used in a comic-book context, and went to the stage of decoupage along with Thanasis.

Even though it doesn’t really concern the script, it would be interesting to say that in order to make the comic book seem more natural, Thanasis used photographic material as a basis for illustrating. With the help of a friend of mine and his camera, I took pictures of our hero’s route in Thessaloniki: Sheikh-Sou, cemeteries, etc. Thanasis took photos of the house I was staying in Athens at the time, in an old multi-storey building in Goudi with mosaics and wooden floors. The apartment of the main character is more or less based in my own apartment, although the comic takes place in Thessaloniki. It is kind of creepy when I think about it.

You’ve also dabbled with poetry in CHACHI HAIKU. What’s a poetic collection doing in your resume?

CHACHI HAIKU isn’t my first poetic work, since there already were three other small collections of poems published by The Club of Friends of the Twentieth Century (PROVISIONS – COLONIALS, THE SONGS OF THE LIVING DEAD, and FROM THE MANAGEMENT), all humorous. For some reason I find it extremely difficult to write serious poetry, although I am an occasional reader of mostly serious poetry – which means, non-humorous poetry.

HAIKU started out as a lyrical ping-pong with a friend and colleague in the army, Christoforos Nikolaou. I believe that the dense structure of haiku fits greatly with photoshooting funny incidents from the army service, which are almost all funny, at least for someone who’s been in the army. Soon, the whole game had gone really far out of its original scope, up to the point where we couldn’t leave out any poems in order to have a small self-published work like the previous ones, so we opted for a normal publication. Luckily, Diamantis Karavolas of Farfoulas publications embraced our effort, while Kostis Tzortzakakis created a very beautiful illustration, since he too was recently discharged from the army.

What little feedback we got was mixed. Some people liked it. Plenty of friends asked me what haikus are. I thought they were more known, for example Seferis had written a few of them. In the one and only normal review in a literary magazine, some critic wrote that they lack literary substance. Some other on the internet wrote that our haikus aren’t real, because they aren’t governed by the principles of Taoism. Who knows?

Is there any chance we’ll get to see new AMAZING ADVENTURES OF SPIF AND SPAF?

Sometime, yeah, if circumstances allow it, they will be reprinted because they’ve been out of print since 2006. This edition will also include extra material, the GREAT ADVENTURE, and a few new stories.

Other than that, I can’t really think of the possibility of a sequel, without excluding the chance for something like that ever happening. Everyone is going to say that the first was better, anyway. Maybe if I come up with an idea that’ll force me to go through with it…

How can somebody find your short fanzines nowadays, such as PORTUGAL AS I IMAGINE IT?

There are very few copies left from most of them. The GREAT ADVENTURE will be reprinted along with SPIF & SPAF. PORTUGAL… was re-released in the 14th issue of FARFOULAS, for those interested.

At some point, I’d like to collect all issues of The Club of Friends of the Twentieth Century. However, this is yet too far away, because I’d like to collect more material. If later on there’s any publishing interest and possibility…

Which of your works would you suggest to somebody who’d like to get to know you as creator?

It’s hard to answer. I suppose it all depends on who’s asking. I usually direct people to The Very Closed Circle, which is more direct. If that question comes from somebody who doesn’t really read comics, then I’ll suggest INTRA MUROS. Otherwise, I’ll just point him to one of my latest works. Nevertheless, the most popular of my works is still SPIF & SPAF, regardless of what I think.

You’ve handled weekly strips (INTRA MUROS, for example). How did you cope with the particularities of this specific format (limited space, strict deadlines, etc)?

I’ve already been four times in this position (SPIF & SPAF, DR SALEPI, INTRA MUROS, TRENCHES). So far, I’ve never started a series without having a small sum of ideas beforehand, from the time when the core idea first appeared. Usually, in the beginning I already have a reserve of notes, dialogues etc., which gives me a relative head start, since I’m using up what I’ve already conceived. During its course, the series takes its own shape, since more ideas are coming up. Naturally, the whole situation can become very difficult, because at some point the relative ease disappears, since you’re spending your material far more quickly than you’re renewing it, but there are also periods where your mind just abandons you and you can’t think of a single thing. Especially INTRA MUROS, which lasted two years, was done during the same time I was doing my army service, and being isolated in army camps, I had absolutely no urban events from which to draw for the mundane background of the series. It was two or three months of torment. Petros Christoulias, who was drawing it, was a great help and encouragement during that time. He often helps out in completing an idea that’s not working, or offers solutions when something doesn’t sit right with him. The tone of the series also has its role, since INTRA MUROS for example, which was mostly monologues, was written very quickly after and if I had the initial idea, while TRENCHES, which included dialogues, was more time-consuming. I’m not especially afraid of limited space because I’m either used to it, or it somehow dictates the rhythm of the strip and makes it easier for me to work.

What inspired you to do ARACHOVA?

I had read somewhere in a blog a short dialogue in this style and was obsessed with the idea of doing a theatrical play of that kind, in which no character would say anything important. I never found that text I again, I can’t recall where I had seen it or what its title was. For a long time, I was gathering similar phrases in a .txt file. Its initial title was ONE ACT PLAY REGARDING THE INTROVERTION OF PASOK. There was a period where you’d hear that phrase mentioned a lot, it certainly was a cheap joke that I very soon came to erase. I intended to self-publish it and inaugurate a theatrical series in The Club of Friends of the Twentieth Century, but at some point Panos Kritikos from Ennati Diastasi asked me if you we could publish something short in limited copies, and that was when I remembered ARACHOVA. When I asked Pantazis he said he was interested in doing it for some reason, and finally the whole text was transformed into a comic.

It seems that your comics have lately escaped from the surreal humor that was typical of your previous works, and even when you have elements of humor, they are more discreet than we’ve come to expect from you. What is it that has contributed to this “change of tone”?

The line in which our works are published can make people think that it’s a creative linear course, but the truth is that various stuff are being done simultaneously (at least as far as script or theme are concerned), so it’s probable that I don’t see things the same way, meaning that I didn’t give up and I’m not avoiding the surreal or humorous stuff. For example, for over a year now I’ve been publishing regular strips in The Very Closed Circle, where I believe I’ve uploaded some of the dumbest things I’ve done, regardless of the fact that they were done during this period that THE CORPSE was released.

This change is a conscious choice up to a degree, because I’ve also changed as a reader as the time goes by. For example, when it comes to strips, I’d rather read comics that rely less on the punchline, as opposed to what I was reading before. Also, as a reader I enjoy variety in reading material and to that extent, I’m attempting to try out new stuff in writing – and in drawing, at least as far as my skills can take me. So, if I have an idea for something more serious, like THE CORPSE, or something more complex in writing, such as INWYT, I try to serve the idea as best as I can, without thinking whether it fits in my style or not. In TRENCHES, after a period where I was writing monologues in INTRA MUROS, I wanted to write more dialogue-based strips, without many punchlines, but I wanted them to be funny due to the circumstance in which they are set, something that I hadn’t done in my previous works. Also, I have in mind the final release that’ll include the whole of the material, therefore punchlines aren’t something that worries me, given that the work must leave an overall feeling , so a singled-out episode doesn’t really count that much.

Still, it does have something to do with the conditions in which something has been written. INTRA MUROS literally depicts the period during which my personal life had shrunk during the first two years of my post-degree, where the burden of work was enormous. It was impossible for this comic to avoid breathing a feeling of melancholy into the reader.

What should we expect from you in the coming months?

At present, publishing in Greece is particularly uncertain, so there can be no solid planning. We are preparing to republish SPIF & SPAF, Pan Pan (E.N.: Panagiotis Pantazis) is drawing IT’S NOT WHAT YOU THINK # 3, while Loukas and I are already working on the script of # 4. We’ll continue doing TRENCHES with Petros Christoulias, regardless of whether it will be published in ELEFTHEROTYPIA or in another medium, aiming at doing an album at some point. Two more scripts, with longer texts, have almost been completed and are waiting for their illustrator to begin working on them – they too have a long way to go. Lastly, I’ll definitely keep doing strips for The Very Closed Circle.

[Translated by Alexandros Tsantilas]