The X-Reviews Week: X-MEN REGENESIS

Writer: Kieron Gillen
Artist: Billy Tan
Marvel Comics

Spoiler Warning: Το συγκεκριμένο review ενδέχεται να περιέχει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με την υπόθεση που διαδραματίζεται στο τεύχος.

Εδώ και αρκετά χρόνια, οι σημαντικοί X-τίτλοι παρουσίαζαν έναν άνευ προηγουμένου συνωστισμό. Αμέτρητοι χαρακτήρες, κάποιοι σε πρωτεύοντα και κάποιοι σε δευτερεύοντα ρόλο, συνιστούσαν περισσότερο μία μεγάλη κοινότητα ατόμων με κοινά χαρακτηριστικά, παρά μια ομάδα. Η ιδεολογική διαχωριστική γραμμή που τίθεται πλέον, φαίνεται, αν όχι να λύνει το πρόβλημα, τουλάχιστον να το κάνει περισσότερο διαχειρίσιμο. Οι X-Men δεν χωρίζονται μόνο σε δύο στρατόπεδα, αλλά με την πληθώρα των X-τίτλων που υπάρχουν, παρουσιάζεται σε αυτή τη φάση η ευκαιρία να έχει ο κάθε τίτλος τη δική του συμπαγή ομάδα, με το μικρότερο δυνατό overlap πρωταγωνιστικών χαρακτήρων.

Το παρόν one-shot, για το οποίο και θα μιλήσουμε σήμερα, διαδραματίζεται λίγο πριν τις τελευταίες σελίδες του X-MEN SCHISM #5, και λίγο μετά την απόφαση του Wolverine να αναχωρήσει από την Utopia. Είναι ένα τεύχος στρατολόγησης. Οι δύο αρχηγοί συναντούν άλλους μεταλλαγμένους, προσπαθώντας να τους πείσουν να συνταχθούν με τη δική τους ομάδα. Το τεύχος θυμίζει περισσότερο ένα συνονθύλευμα σκηνών παρά μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, καθώς οι χαρακτήρες εμφανίζονται για μερικά panels (κάποιοι ακόμη και για ένα μόνο), όσα τέλος πάντων αρκούν για να φανούν οι λόγοι πίσω από την απόφαση του καθενός. Ο Gillen έχει στα χέρια του μια καυτή πατάτα, ικανή να κάψει ακόμα και έμπειρους συγγραφείς. Μια ιστορία η οποία έχει τόσες λειτουργικές ανάγκες, που μοιάζει σχεδόν αδύνατο να προκύψει από αυτήν ένα ενδιαφέρον αναγνωστικό αποτέλεσμα. Παρά τις εγγενείς δυσκολίες, και παρά τον μεγάλο αριθμό των χαρακτήρων που έχει να διαχειριστεί, ο Gillen δείχνει να τα καταφέρνει και μάλιστα αξιοπρεπέστατα. Είναι ζήτημα αν μέχρι το τέλος του τεύχους δεν έχουν αποσαφηνιστεί επαρκώς τα κίνητρα ενός, το πολύ δύο χαρακτήρων.

Ενδιαφέρων, όμως, είναι και ο τρόπος με τον οποίο επιλέγει ο συγγραφέας να σπάσει λίγο την μονοτονία των αλλεπάλληλων talking heads του τεύχους. Ανοίγει, συνεχίζει εμβόλιμα και τέλος κλείνει την ιστορία, μεταφέροντας τους πρωταγωνιστές σε ένα προϊστορικό σκηνικό, όπου οι δύο αρχηγοί μονομαχούν, ενώ γύρω τους τα μέλη της φυλής διαλέγουν στρατόπεδα. Ο παραλληλισμός είναι ευφυής, κυρίως σε επίπεδο συμβολισμού, καθώς η φυλή διασπάται ακολουθώντας διαφορετικές κατευθύνσεις.

Όλα καλά, λοιπόν, μέχρι αυτού του σημείου, υπάρχουν όμως τρία θέματα που μου κλώτσησαν τόσο σε σχέση με αυτό το τεύχος, ώστε να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την τελική άποψή μου. Το πρώτο και ενδεχομένως το σημαντικότερο και πλέον προφανές, είναι το σχέδιο του Billy Tan. Αλλεπάλληλα λάθη ανατομίας, εκφράσεις στα πρόσωπα που δεν συνάδουν με τα λεγόμενά των χαρακτήρων, και εν γένει μια διάχυτη αίσθηση προχειρότητας, να υποσκάπτει παρά να αναδεικνύει, τόσο το σενάριο και τις καλές στιγμές του σχεδιαστή, όσο και τη σπουδαιότητα των όσων διαδραματίζονται.

Το δεύτερο, έχει να κάνει με την κυριολεκτική ανυπαρξία του Charles Xavier εντός του τεύχους, παρά το γεγονός ότι φιγουράρει – και μάλιστα σε κεντρικότατη θέση – στο εξώφυλλο. Ίσως αυτή και να είναι η πιο ενοχλητική και ανιστόρητη πολιτική του X-office, τα τελευταία χρόνια. Στην προσπάθειά τους να μετατοπίσουν το κέντρο ηγετικού βάρους από τους Professor X και Magneto, στην επόμενη γενιά αρχηγών, συγγραφείς και editors έχουν σχεδόν εξαφανίσει τον πρώτο, ενώ παράλληλα έχουν υποβιβάσει τον δεύτερο σε έναν παροπλισμένο follower. Δεν ξέρω ποιο από τα δύο συνιστά τραγικότερο λάθος: το να το έχουν κάνει απόλυτα συνειδητά, ή το να μην έχουν δώσει και τόσο μεγάλη σημασία στην πορεία και την ψυχοσύνθεση αυτών των χαρακτήρων; (Όσο για το πόσο “πιστή” στον χαρακτήρα ήταν η κίνηση να ηγηθεί ο Wolverine της πιο πασιφιστικής εκ των δύο φιλοσοφιών, αυτό θα το αφήσω να το δούμε στο WOLVERINE AND THE X-MEN.)

Τρίτη και τελευταία ένσταση: Αυτό το τεύχος μοιάζει τόσο πολύ με επίλογο της σειράς X-MEN SCHISM που – ας μη γελιόμαστε – πραγματικά δεν υπάρχει κανένας λόγος να αποτελεί ένα αυτόνομο one-shot κι όχι το #6 της προαναφερθείσας σειράς. Όλοι ξέρουμε ότι υπάρχουν λόγοι οικονομικοί, marketing, ή και άλλοι, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσουμε να υποδεικνύουμε το αυτονόητο. Πόσο μάλλον, όταν το τεύχος αυτό τοποθετείται χρονικά λίγο μετά τη μέση του X-MEN SCHISM #5 και λίγο πριν το τέλος του.

Συνοψίζοντας: Στις 36 σελίδες του (εκ των οποίων οι περισσότερες ήταν πυκνογραμμένες), το X-MEN REGENESIS κατάφερε να μου αιτιολογήσει, με πειστικό τρόπο, τις επιλογές σχεδόν του συνόλου των χαρακτήρων, παράλληλα όμως κατάφερε να με ξενερώσει σε αρκετά σημεία, τόσο με την προχειρότητα του σχεδίου, όσο και με την απουσία-ευνουχισμό των δύο πάλαι ποτέ μεταλλαγμένων ηγετών.