TOP 100 OF THE 80s: 2. V FOR VENDETTA

Writer: Alan Moore
Artist: David Lloyd
DC Comics

Όταν οι τρεις editors κάναμε τις αναθέσεις της κορυφαίας δεκάδας του παρόντος Top 100, ζήτησα – χωρίς να το πολυσκεφτώ – να αναλάβω το κείμενο του V FOR VENDETTA. Υποκινούμενος καθαρά από συναισθηματικά κίνητρα (αφ’ ενός επειδή είχα τη χαρά να μεταφράσω το έργο στα ελληνικά, αφετέρου γιατί αποτελεί μέχρι σήμερα ένα από τα πλέον αγαπημένα μου comics) δεν είδα την προφανή παγίδα που με περίμενε υπομονετικά στη γωνία και έσκασε μύτη μόλις κόπασε μέσα μου ο ενθουσιασμός της ανάθεσης: Τι άλλο να γράψεις για το V FOR VENDETTA που δεν έχει ήδη γραφτεί;

Τι άλλο να γράψεις που να μην αποτελεί φρικτή νοηματική ή εκφραστική επανάληψη; Τι απομένει, όταν για τους προαναφερθέντες λόγους έχεις αποκλείσει λέξεις και εκράσεις όπως “δυστοπικό μέλλον”, “ιδεολογικό μανιφέστο”, “πολιτική αληγορία”, “κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις”, “επίκαιροι συμβολισμοί και αλληγορίες”, “φασισμός”, “αναρχία”, “προπαγάνδα”, “παραβίαση ατομικών ελευθεριών”;

Τότε κατάλαβα ότι δεν έχω να γράψω (σχεδόν) τίποτα καινούριο κι ότι κάθε προσπάθεια προς την αντίθετη κατεύθυνση θα ήταν μάλλον ανούσια και αυτοαναφορική. Πόσο, μάλλον, όταν πρόκειται να απευθυνθώ σε ένα κοινό που έχει διαβάσει τόσο το comic και τις αμέτρητες αναλύσεις γύρω από αυτό, όσο και έχει δει την – κατά τι – κατώτερη ταινία που το ακολούθησε πολλά χρόνια αργότερα.

Βλέπετε, αν και αριστούργημα, το V FOR VENDETTA αποτελεί θύμα της ίδιας της δημοφιλίας του. Κι αυτό θα ήταν πραγματικά άδικο και θλιβερό, αν δεν υπήρχε η προοπτική των θεραπευτικών ιδιοτήτων του χρόνου: Η προοπτική της – εν καιρώ – εξάλειψης του κορεσμού. Όσο κι αν – καθώς περνούν τα χρόνια – κάποιοι χαρακτηρίζουν το V FOR VENDETTA ανεπίκαιρο (το κίνημα Occupy έχει προφανώς άλλη άποψη) ή ακόμη και αφελές (ο ίδιος ο Moore έχει επικαλεστεί στο εισαγωγικό του “νεανική δημιουργική απειρία”), στο μυαλό μου αυτό το comic αποτελεί για την 9η Τέχνη ό,τι αποτελεί για την σύγχρονη λογοτεχνία και τον πολιτικό στοχασμό, το 1984 του George Orwell.

Δύο παραγράφους πριν, αναφέρθηκα στο ότι δεν υπάρχει κάτι σχετικά με το V FOR VENDETTA που να μην έχει αναλυθεί επαρκώς. Σχεδόν… Γιατί υπό το βάρος αυτής της πολυεπίπεδης ιστορίας, το σχέδιο του David Lloyd έρχεται σχεδόν πάντα, αναπόφευκτα, δεύτερο στις αναλύσεις. Ενίοτε και αγνοείται. Κι αν αυτό συμβαίνει κατά κόρον με τους κειμενογράφους, ο ίδιος ο Alan Moore φρόντισε, ενώ το έργο βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη, να αναγνωρίσει στον συνεργάτη του πολλά περισσότερα από όσα θα του αποδίδονταν τις επόμενες δεκαετίες. Σε άρθρο του στο #17 του βρετανικού περιοδικού WARRIOR (εκεί όπου πρωτοδημοσιεύτηκε ατελώς το V FOR VENDETTA), ο συγγραφέας είναι σαφής ως προς τη συνεισφορά του Lloyd: Εκείνος ήταν που πρότεινε τον αποκλεισμό των γραφικών που αναπαριστούν ηχητικά εφέ, αλλά και την εξάλειψη όλων των thought balloons, ώστε να βασιστεί το comic αποκλειστικά στις εικόνες και τον διάλογο. Κι όταν λέει ότι αυτό “δεν είναι το V του Alan Moore” ή “το V του David Lloyd” είναι σαφές ότι τον αναγνωρίζει ως συν-δημιουργό του έργου, κάτι το οποίο είχε ήδη αιτιολογήσει, όταν λίγο πριν ανέφερε στο ίδιο κείμενο ότι ο Lloyd έλεγχε διεξοδικά το σενάριο, αναζητώντας ασυνέχειες στην πλοκή ή τους χαρακτήρες. Κι αν όλα αυτά αφορούν περιφερειακά την εικόνα του comic, το ίδιο το σχέδιο του Lloyd αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αρετές του V FOR VENDETTA: Ρεαλιστικό, με μια ρευστότητα σχεδόν κινηματογραφική, είναι σχεδόν άμεμπτο, αν εξαιρέσει κανείς την περιστασιακή αστοχία να μην είναι άμεσα αναγνωρίσιμοι κάποιοι δευτερεύοντες χαρακτήρες.

Πρόσφατα, και με αφορμή το παρόν Top 100 των 80s, έγινε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ συντακτών και αναγνωστών του site, σχετικά με το πώς αλλάζει (αν αλλάζει) η σχέση μας με αγαπημένα comics του παρελθόντος καθώς μεγαλώνουμε. Σε ό,τι αφορά εμένα, το V FOR VENDETTA δεν έχασε τη μαγεία του, ούτε καν χρειάστηκε να το “αποδομήσω” καθώς το μετέφραζα. Κι αν αυτό δε λέει τα πάντα σχετικά με την αγάπη και την εκτίμηση που τρέφω σε αυτό το έργο, τότε ειλικρινά δεν ξέρω τι άλλο θα ήταν περισσότερο ξεκάθαρο.

(Ηλίας Κατιρτζιγιανόγλου)