SNAPSHOT REVIEWS 20-09-12

Snapshot Reviews: Σύντομα reviews για πρόσφατα comics που τράβηξαν την προσοχή μας. Πρώτα τεύχη, σειρές που βρίσκονται σε εξέλιξη, αλλά και λιγότερο προβεβλημένες δουλειές που αξίζει να προσέξετε.

JUSTICE LEAGUE #12
Writer: Geoff Johns
Artists: Jim Lee, Ivan Reis, Joe Prado, David Finch
DC Comics

SPOILER ALERT!

Ένα χρόνο μετά την επανεκκίνηση του DC Universe, θα μπορούσε κανείς να καταλογίσει πολλά στον flagship τίτλο της DC, όχι όμως και ότι δεν υπήρξε ειλικρινής ως προς τις προθέσεις του: Η δράση θα λάμβανε χώρα σε εντυπωσιακά splash pages, είτε αφήνοντας λίγο χώρο για την εξέλιξη της πλοκής και το χτίσιμο των χαρακτήρων, είτε “τρέχοντάς” σε βαθμό που ο ρυθμός να είναι καταφανώς βεβιασμένος. Εδώ, έχουμε να κάνουμε με το δεύτερο. Παρότι συμβαίνουν αρκετά, και μάλιστα εν δυνάμει ενδιαφέροντα – και ανατρεπτικά – πράγματα, η παρουσίασή τους είναι τόσο αποσπασματική, που θυμίζει περισσότερο preview παρά σκηνή σε κανονικό τεύχος. Μόνο η σκηνή ανάμεσα στη Wonder Woman και τον Steve Trevor χρησιμοποιεί άκρως αποτελεσματικά το χώρο που της διατίθεται, για να δώσει την ένταση και το outcome της συνομιλίας τους, κάτι που δεν ισχύει για το πολυδιαφημισμένο φιλί του Superman και της Wonder Woman και τη σκηνή που το φιλοξενεί.

Φυσικά, το spoiler alert στην αρχή αυτού του κειμένου δεν αφορά στο τελευταίο, το οποίο φρόντισε το γραφείο Τύπου της DC να γνωρίζουν μέχρι και οι πέτρες, αλλά στην αιφνίδια αποχώρηση από την ομάδα του – ενοχλητικού – Hal Jordan. Μαζί με αυτόν, αποχωρεί από τη σειρά και ο Jim Lee, για να δώσει τη θέση του στον Ivan Reis, γεγονός το οποίο μόνο ως θετικό μπορώ να αποτιμήσω. Όχι ότι δεν μου αρέσει το σχέδιο του Lee, το αντίθετο. Μετά από ένα χρόνο, όμως, κουράστηκα από deadlines που δεν τηρούνταν, και από ξεπέτες και πρόχειρες εκτελέσεις. Ο Reis είναι εξαιρετικός σχεδιαστής, τυπικός στους χρόνους του (τουλάχιστον δεν έχει ακουστεί κάτι διαφορετικό), με προσήλωση στη λεπτομέρεια κι ένα επικό στυλ που ταιριάζει απόλυτα στη σειρά.

Σύμφωνα με τη DC, το φιλί του Superman και της Wonder Woman δεν είναι ένα ευκαιριακό πυροτέχνημα, αλλά η απαρχή ενός νέου status quo για τους χαρακτήρες, που θα καθορίσει πλήθος εξελίξεων. Δεν μπορώ να προβλέψω πως σκέφτονται να το χειριστούν, αλλά δεν το βλέπω απαραίτητα αρνητικά. Οι ομοιότητες και οι διαφορές τους θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα εκρηκτικό μείγμα, και όσο για τις δεύτερες (για τις οποίες υπάρχουν και οι πιο έντονες αντιδράσεις από τους fans, που αναζητούν ρεαλιστικά ερείσματα), μην ξεχνάμε ότι τα δυσλειτουργικά ζευγάρια είναι ο κανόνας στην πραγματική ζωή, και όχι το αντίθετο.

Πάντως το πιο WTF στοιχείο του τεύχους, είναι η ύπαρξη όχι δύο ή τριών, αλλά εννέα (!) inkers, σε βαθμό που να μη μπορείς, ούτε κατά προσέγγιση, να προσδιορίσεις ποιος έχει επιμεληθεί ποιες σελίδες! Μάλλον ο Lee τους κρέμασε τόσο με τους χρόνους, που έδιναν σελίδες για μελάνωμα σε όποιον έβρισκαν εύκαιρο. Ευτυχώς, μετά την ανακοίνωση της αποχώρησής του, μπορούμε να ελπίζουμε ότι αυτές οι πρακτικές θα αφορούν στο παρελθόν.

ACTION COMICS #0
Writer: Grant Morrison
Artist: Ben Oliver
DC Comics

Αν και τα #0 έρχονται ένα χρόνο μετά την επανεκκίνηση του DC Universe, για να ρίξουν φως στα origins των ηρώων του New 52, στην περίπτωση του ACTION COMICS αυτό είναι μάλλον περιττό, υπό την έννοια ότι ήδη, από το #1, οι ιστορίες του Grant Morrison είναι ένα μεγάλο origin story του Superman.

Επιπλέον, ο τίτλος που επιλέγεται (“The Boy Who Stole Superman’s Cape”) είναι ελαφρώς παραπλανητικός, καθώς περισσότερο πρόκειται για ένα subplot, που απλά οδηγεί στη “βάπτιση” του Superman από τη Lois Lane, παρά για τον δομικό πυρήνα μιας ιστορίας, για έναν ήρωα, ένα παιδί, τα προτύπα, τον ηρωισμό, κ.λπ., κ.λπ…. Αντίθετα, στον πυρήνα βρίσκονται καίριες στιγμές στη ζωή του Clark Kent, που θέτουν τις βάσεις για τη μετέπειτα πορεία του στη Metropolis. Η στιγμή που παραγγέλνει 200 t-shirts με το logo “S”, η πρόσληψή του στη Daily Star, η συγκατοίκηση με τον Jimmy Olsen, το νέο του διαμέρισμα αμέσως μετά, και φυσικά, η επιθυμία του να γνωρίσει τη Lois. Αν και, από πλευράς πλοκής, το τεύχος δεν προσφέρει πολλά στην ευρύτερη εικόνα, είναι απλό στη δομή του, καλοστημένο, όχι ιδαίτερα φιλόδοξο (πράγμα όχι τόσο συνηθισμένο για Morrison) και ως εκ τούτου, εύκολα αναγνώσιμο.

Το σχέδιο του Ben Oliver ανήκει – περισσότερο ως οπτικό αποτέλεσμα και λιγότερο τεχνικά – στην ίδια κατηγορία με εκείνο του Rags Morales (ενδεχομένως και σε επίπεδο σύνθεσης), με μοναδική διαφορά ότι τα backgrounds του πρώτου έχουν μία πιο αφαιρετική προσέγγιση. Όταν σχεδιάζει, όμως, λεπτομέρειες, είναι πολύ δύσκολο να τους βρεις ψεγάδι, ή να καταλογίσεις στον σχεδιαστή τους πρόθεση να τις ξεπετάξει. Αναμφίβολα, όμως, αυτό που “κάθεται καλά”, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η οπτική συνέχεια από τον έναν σχεδιαστή στον άλλον, γεγονός το οποίο δύσκολα επιτυγχάνεται.

Σε ό,τι αφορά στην back-up ιστορία (από τους Scholly Fisch και Cafu), τα πράγματα δεν εμπνέουν αντίστοιχη συγκατάβαση. Ο Fisch δεν κάνει focus στον Superman, αλλά στο origin του Captain Comet, ενός χαρακτήρα που απασχόλησε το subplot προηγούμενων τευχών της σειράς. Τυπικά, αν και υπάρχουν όλα τα απαραίτητα συστατικά για να ένα αξιοπρεπές origin story, για κάποιο λόγο αποτυγχάνει να σου εντυπωθεί και, ακόμη χειρότερα, να περάσεις καλά διαβάζοντάς το.

Το ζητούμενο των #0 είναι να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στις σειρές, τόσο από αναγνώστες που δεν δοκίμασαν καθόλου τον τίτλο, όσο κι από άλλους που τον εγκατέλειψαν στην πορεία. Ανήκοντας, λοιπόν, στους δεύτερους, δε νομίζω να ξανανέβω σύντομα στη βάρκα. Τα πράγματα είναι OK, αλλά μέχρι εκεί, και δεν είμαι τόσο αισιόδοξος ότι αυτά θα βελτιωθούν με την αποχώρηση του Morrison.

DETECTIVE COMICS #0
Writer: Gregg Hurwitz
Artist: Tony Daniel, Pere Perez, Richard Friend
DC Comics

Κάποιες φορές, έχει και τα πλεονεκτήματά του να μην έχεις παρακολουθήσει έναν τίτλο. Σε αντίθεση με το ACTION COMICS και όσα έγραφα μόλις μία παράγραφο πιο πάνω, διάβασα αυτό το τεύχος χωρίς να είμαι σε θέση να κάνω συγκρίσεις. Και αυτό είχε το ενδιαφέρον του…

Ο Gregg Hurwitz διηγείται μια ιστορία για τον νεαρό Bruce Wayne, η οποία έλαβε χώρα 10 χρόνια πριν. Πιστό στις αρχές του χαρακτήρα, το “The Final Lesson” είναι μια ιστορία για την πειθαρχία της εκπαίδευσης, για την αποφασιστικότητα που δίνουν τα κίνητρα και για το φόβο του ήρωα να δεθεί μέσω της οικειότητας. Ο Bruce βρίσκεται στα Ιμαλάια, αναζητώντας τον Shihan Matsuda, έναν πολεμιστή zen master. Κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής του, θα ανακαλύψει ότι υπάρχουν μαθήματα που πρέπει οπωσδήποτε να πάρει, και τα οποία δεν είχε καν φανταστεί.

Δίχως άλλο, η παραπάνω είναι μια περιγραφή αρχετυπικής ιστορίας Batman, και όλα τα κλισέ είναι εδώ. Περιέργως, όμως, δεν είναι αυτά που ενοχλούν, αλλά το γεγονός ότι υπάρχουν κάποιες άχαρες στιγμές στο interaction μεταξύ των χαρακτήρων, που φαντάζουν πότε αφελείς και πότε μη αληθοφανείς. Με εξαίρεση τον χαρακτήρα του Bruce, που είναι τόσο γνωστός ώστε να μην έχει καν ανάγκη το ελάχιστο χτίσιμο, οι υπόλοιποι μοιάζουν να κινούνται στην ιστορία, χωρίς να είναι σαφή ή πειστικά τα κίνητρά τους. Κι αυτό αποδυναμώνει τα όποια θετικά στοιχεία, γεγονός το οποίο δεν αλλάζει η αποκάλυψη αυτών των κινήτρων στο τέλος.

Στα θετικά, το σχέδιο του Tony Daniel. Μετά από πολύχρονη θητεία στη δημιουργία ιστοριών για τον Caped Crusader (αυτό είναι το τελευταίο τεύχος του ως σχεδιαστής), είναι προφανές ότι ο Daniel θέλει να τον θυμόμαστε για τις καλές του στιγμές. Η οπτική αφήγησή του είναι σχεδόν κινηματογραφική, κάνοντας αριστοτεχνική χρήση του σεναρίου που έχει στα χέρια του, τόσο σε επίπεδο ρυθμού όσο και κάμερας. Επιπλέον, αν και, όπως είπα παραπάνω, το σενάριο του Hurwitz έχει τα θεματάκια του, το σχέδιο του Daniel δεν επηρεάζεται. Αντίθετα, διαχωρίζεται άμεσα στη σκέψη του αναγνώστη και βγαίνει αλώβητο.

Η έκπληξη του τεύχους όμως κρύβεται στο short story των James Tynion IV και Henrik Jonsson, το οποίο χτίζει εξαιρετικά επιτυχημένα το προφίλ του Alfred, σε μία δυνατή ιστορία, ιδανικό συμπλήρωμα ενός τεύχους που φωτίζει πτυχές του παρελθόντος.

Συνοψίζοντας, αν έδινα δεύτερη ευκαιρία στη σειρά, αυτή θα αφορούσε στο νέο creative team, δείγμα της δουλειάς του οποίου δεν βλέπουμε σε αυτό το τεύχος. Έτσι, αν και μου άρεσε πολύ το short story, πιστεύω ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να έχει δοθεί στους επερχόμενους δημιουργούς της σειράς, για να έχουμε μια γεύση των όσων θα επακολουθήσουν.

GREEN LANTERN #0
Writer: Geoff Johns
Artist: Doug Mahnke, Christian Alamy, Keith Champagne, Mark Irwin
DC Comics

Ενώ το περισσότερα #0 της DC έχουν την αποστολή να φέρουν νέο κοινό και να εξοικειώσουν το υπάρχον με το παρελθόν των χαρακτήρων, αυτό το τεύχος παρουσιάζει έναν νέο Green Lantern – και μάλιστα πολυσυζητημένο, λόγω της μουσουλμανικής ταυτότητάς του. Δεν θα μπω καθόλου στην κουβέντα για το περιβόητο diversity και το άτυπο ντέρμπι μεταξύ των δύο εταιριών για το ποια από τις δύο έχει την πρωτοκαθεδρία στο θέμα. Το ουσιώδες ζητούμενο ήταν και πρέπει να παραμείνει στο μυαλό μας, η καλή ιστορία και ο ενδιαφέρον χαρακτήρας, ασχέτως αν ο καθένας από μας κολακεύεται, ή έχει ανάγκη να διαβάζει και πράγματα που τον αφορούν, σε ένα βαθμό.

Στο παρόν τεύχος, ο Geoff Johns μας συστήνει τον νέο Green Lantern της Γης, τον Simon Baz, και ο τρόπος που το κάνει στην πρώτη σκηνή, είναι με το γεγονός που σημάδεψε το ξεκίνημα του 21ου Αιώνα: Την πτώση των Δίδυμων Πύργων κατά την 11η Σεπτεμβρίου και τον συνεπαγόμενο ρατσισμό που βίωσαν οι μουσουλμάνοι στην Αμερική, αμέσως μετά. Όταν, χρόνια αργότερα, ένα παιχνίδι της μοίρας θα φέρει τον Baz από απλό κλέφτη αυτοκινήτων να κατηγορείται για τρομοκρατία, θα έχουμε ήδη γνωρίσει τα πρώτα δομικά στοιχεία του χαρακτήρα του, ενώ αρκετά ακόμη θα βγουν κατά τη διάρκεια της ανάκρισής του. Το πώς φτάνουμε από αυτό το σημείο στο να γίνει ο Baz ο νέος Green Lantern, είναι ίσως το πιο ξέμπαρκο στοιχείο αυτού του τεύχους, μένει όμως να δούμε πως θα εξηγηθεί στο μέλλον.

Το σχέδιο του Dough Mahnke είναι, ενδεχομένως, το καλύτερο πράγμα που έχει συμβεί στη νέα σειρά GREEN LANTERN, κάτι που αποδεικνύεται περίτρανα, ειδικά σε αυτό το τεύχος που ξεφεύγει από τις συνήθεις θεματικές. Ο Mahnke μοιάζει εδώ να εμπνέεται από την “αυστηρότητα” του Steve Dillon (στην πιο mainstream εκδοχή του), είτε παρουσιάζοντας καλοστημένες σκηνές αυτοκινητικής καταδίωξης, είτε εστιάζοντας στα πρόσωπα κατά τη διάρκεια της ανάκρισης.

Συνολικά, έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Simon Baz είναι ένας χαρακτήρας με ελαττώματα και παραβατική συμπεριφορά, και όχι ένας ακόμη ήρωας, αλλά κάποιος που θα κληθεί να διαχειριστεί με υπευθυνότητα τις νέες δυνάμεις του. Από πλευράς χτισίματος, ο Johns έχει κάνει εξαιρετική δουλειά σε αυτό το πρώτο τεύχος, και όλα πλέον θα κριθούν τόσο από το αν η συνέχεια θα είναι αντάξια του ξεκινήματος, όσο και από την ανταπόκριση του κοινού, στο θέμα της αλλαγής φρουράς.

WOLVERINE & THE X-MEN #15
Writer: Jason Aaron
Artist: Jorge Molina
Marvel Comics

Ίσως, τελικά, το πιο ενδιαφέρον πράγμα σε αυτή τη σειρά, να είναι ο ίδιος ο Jason Aaron με το ετερόκλητο της πορείας του.

Όταν διαβάζεις τις σκοτεινές και σκληρές ιστορίες του, σε σειρές όπως το SCALPED και το PUNISHER MAX, έχεις την εντύπωση ότι αυτού του είδους τα σκηνικά ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του. Κι ύστερα, έρχεται το αστείο, ανάλαφρο και συναισθηματικό WOLVERINE & THE X-MEN, και αν ξεπεράσεις το γεγονός ότι σε κανένα σύμπαν, καμία σειρά που έχει στον τίτλο της τη λέξη “Wolverine” δεν θα έπρεπε να είναι συναισθηματική, είναι σαν ο Aaron να προτιμούσε από πάντα να γράφει teen superhero dramas! Αν αυτό δε συνιστά, μεταξύ άλλων, τον καλό συγγραφέα…

Στο συγκεκριμένο τεύχος, βρισκόμαστε λίγο πριν την κορύφωση της σύγκρουσης στο AVENGERS VS X-MEN, και παρότι – όπως βλέπουμε σε μία σκηνή – κάποιοι Avengers έχουν βρει καταφύγιο στις υπόγειες εγκαταστάσεις της σχολής, το τεύχος δεν ασχολείται τόσο με το ίδιο το γεγονός, όσο με τους καθηγητές και τους μαθητές της Σχολής. Όλοι θα κάνουν τουλάχιστον ένα πέρασμα σε αυτό το τεύχος, σε μια υπενθύμιση ότι δεν πρόκειται για ένα ακόμη spinoff, αλλά για μία σειρά που έχει να πει την ιστορία ενός group χαρακτήρων. Παρά το αναμενόμενο, είναι μία ακόμη επιτυχία του Aaron το γεγονός ότι η παρέλαση των προσώπων δεν δημιουργεί κανένα αίσθημα αποσπασματικότητας και ότι είναι όλοι εντός χαρακτήρα! Ίσως το μόνο αρνητικό που θα μπορούσα να σκεφτώ, σε σχέση με το σενάριο, είναι το γεγονός ότι, σε ένα χρόνο από τώρα, είναι ζήτημα αν θα θυμάμαι έστω και μια σκηνή από αυτό. Ή μάλλον… τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν θα ξεχάσω τη σκηνή με τον Xavier, την πρώτη εδώ και αρκετά χρόνια, που ο χαρακτήρας μίλησε με τη δική του φωνή, αυτή που ξέραμε, κι όχι εκείνη του “ευνουχισμένου” μέντορα, με την οποία και τον περιέφερε εδώ και χρόνια το X-Office.

Σε ό,τι αφορά στο σχέδιο του Jorge Molina, αυτό δεν είναι μεν του γούστου μου, οφείλω όμως να ομολογήσω ότι η αντίθεση που δημιουργούν οι ρεαλιστικές μορφές του, με τις καρτουνίστικες εκφράσεις στα πρόσωπα των χαρακτήρων, ταιριάζει γάντι με το ύφος και τις ανάγκες της σειράς.

Ελπίζω οι αλλαγές που θα έρθουν στο status quo των χαρακτήρων με το τέλος του AVENGERS VS X-MEN, να λειτουργήσουν θετικά για έναν τίτλο που, σχεδόν εδώ και ενάμιση χρόνο, έχει εκπληρώσει κάποιες προσδοκίες, αλλά δύσκολα τον λες αξιομνημόνευτο.