Η Ζωή Μετά Το Con

tameio

Το Point of View μου για μεγάλο μέρος του τριημέρου. By the way, ισχύει ότι τα ρέστα είναι τα δυσκολότερα μαθηματικά που θα χρειαστείς στη ζωή σου.

Όταν πρωτοξεκίνησα να γράφω για το Comicdom, το Con υπήρχε στο μυαλό μου σαν ένα ενδιαφέρον extra, ένα ταξίδι που θα μπορούσα να κάνω στην Αθήνα, κάποια στιγμή στο μέλλον, να γνωρίσω δυο-τρεις ανθρώπους και να περάσω ένα fun τριήμερο. Φυσικά, δεν είχα την παραμικρή ιδέα για το τι επρόκειτο να ακολουθήσει.

Η εμπειρία του πρώτου μου Con, το ‘14, με χτύπησε κατακέφαλα. Κάπου ανάμεσα στις γνωριμίες, τις ενδιαφέρουσες συζητήσεις, τα comics και τις μπύρες, συνειδητοποίησα ότι ανακάλυψα κάτι πολύ πιο ιδιαίτερο και σημαντικό από “ένα τριήμερο στην Αθήνα”. Εκεί ήταν που άκουσα και για πρώτη φορά (δεν θυμάμαι από ποιον) τη φράση “Post-con depression”.

Η αλήθεια είναι πως δεν το πολυκατάλαβα. Ο ενθουσιασμός μου από την διοργάνωση με άφησε με μία, σπάνια για τα δικά μου δεδομένα, υπερένταση και ενεργητικότητα, η οποία διήρκησε για καμιά βδομάδα περίπου. Το ότι θα κατέβαινα στην Αθήνα και για δεύτερη φορά ήταν, φυσικά, δεδομένο. Οπότε, το πώς κολλάει σε όλα αυτά η μελαγχολία ήταν για μένα μυστήριο.

Η δεύτερη χρονιά με βρήκε, για άλλη μια φορά, στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, με το αίσθημα του “fish out of water” να έχει μειωθεί αισθητά. Πλέον ήξερα τι κάνω και πού πάω. Ήξερα ποιους θα συναντήσω, με ποιους θα συζητήσω για comics και ποιους θα κοροϊδέψω για την ηλικία τους (ξέρετε ποιοι είστε). Ήξερα ότι το Con έχει χώσιμο και μπόλικη δουλειά. Και χαιρόμουν γι’ αυτό.

Τα τελευταία ενάμιση-δύο χρόνια, υπάρχει κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού μου η σκέψη ότι κάποιος φίλος ή γνωστός θα με ρωτήσει: “Καλά, είσαι βλαμμένος; Δίνεις λεφτά για να κατέβεις Αθήνα, με σκοπό να πας και να δουλέψεις; Εθελοντικά;” Ακόμη δεν με έχει ρωτήσει κανείς, αλλά η απάντηση μου είναι πάνω-κάτω έτοιμη.

Marquis

Εσύ, που στο πάρτι έριξες το ποτό σου πάνω στο trade του MARQUIS. Δεν σε έχω συγχωρέσει.

Στο Comicdom έχω συναντήσει κάτι που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα έβρισκα. Ανθρώπους που αφιερώνουν άπειρες ώρες, από χρόνο που, πιθανόν, να μην τους περισσεύει. Με δουλειές, οικογένειες και γενικότερα περισσότερες ευθύνες απ’ όσες είχα ποτέ στη ζωή μου ως τώρα, που καταφέρνουν παρ’ όλα αυτά να ξεκλέψουν χρόνο για να ασχοληθούν με κάτι που αγαπάνε. Ειδικά όταν αυτό το “κάτι” δεν αποφέρει κανένα άμεσο κέρδος, ενώ ταυτόχρονα γίνεται με άψογη οργάνωση και επαγγελματισμό, καταλαβαίνει κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι ξεχωριστό. Faith in humanity restored, που θα έλεγαν στο χωριό μου. Ή “συνεισφέρω σε κάτι που χαίρομαι που υπάρχει”, όπως είπα σε κάποια φάση στον Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου.  Μου ‘χε φανεί πολύ πιο deep την ώρα που το είπα (είχα πιει), αλλά εννοώ κάθε λέξη.

Οπότε, τι είναι το “post-con depression” και, το κυριότερο, υπάρχει ζωή μετά το Con; Περίπου. Φέτος, η υπερένταση δεν είναι τόσο έντονη. Λίγο το ότι έλειπε ο ενθουσιασμός της πρώτης χρονιάς, λίγο που η καθημερινότητα έκανε αισθητή την παρουσία της κάπως πιο επιθετικά από πέρυσι, επέστρεψα στα φυσιολογικά μου επίπεδα γρήγορα. Νιώθω, όμως, μια πολύ πιο βαθιά χαρά και ικανοποίηση, που την προηγούμενη χρονιά έλειπαν, και μία αίσθηση πως έχω βάλει κι εγώ ένα χεράκι σε κάτι σημαντικό. Πάντως “depression” μια φορά, δεν το λες.

Καθώς γράφω, συνειδητοποιώ πόσο αστείο είναι να μιλάω για τη σημασία του δεύτερού μου Con, τη στιγμή που για κάποιους είναι το δέκατο. Δεν μπορώ παρά να ευχηθώ να φτάσουμε σε τέτοιο αριθμό διοργανώσεων, που η διαφορά να φαίνεται, αναλογικά, μικρή.

Αυτά τα λίγα από εμένα (το άρθρο παραβγήκε personal, όποτε ας βάλουμε μια τελεία πριν το ξεφτιλίσουμε τελείως). Έχετε την αγάπη μου και θα τα ξαναπούμε σε ένα χρόνο.