Batgirl Vol. 2: Family Business

Ένας ανάλαφρος και ανυπόφορα νεανικός κόσμος

Αν και, από ό,τι ακούω, αυτή η σειρά είναι σε μεγάλο βαθμό ένα rip-off του επιτυχημένου/πολυβραβευμένου/εκθειασμένου μέχρι αηδίας MS. MARVEL των Wilson και Alphona, όταν ανακάλυψα το run των Fletcher-Stewart-Tarr στην Batgirl, ήμουν πανευτυχής. Όχι μόνο επειδή (όπως κάθε δεύτερο υπερηρωικό comic τη σήμερον ημέρα) αποτελεί καλό starting off point για πρωτάρηδες αναγνώστες σαν κι εμένα, αλλά επίσης επειδή η κάπως άχαρη προσπάθεια των δημιουργών να δημιουργήσουν κάτι πολύ hip και νεανικό ήταν τελικά αξιολάτρευτη – ενώ το αποτέλεσμα ήταν πολύχρωμο, χαρωπό και γεμάτο ενέργεια και αγάπη, χαρακτηριστά που προσωπικά σέβομαι και θαυμάζω στην τέχνη που με περιτριγυρίζει. Δυστυχώς, όμως, ενώ όλα αυτά τα ωραία πράγματα ήταν άφθονα στα πρώτα έξι τεύχη της σειράς, το Volume 2 του BATGIRL δυσκολεύεται να διατηρήσει την ίδια ζωηράδα.

Σύμφωνα με το σενάριο τούτου του ανάλαφρου reboot του χαρακτήρα, η Barbara Gordon, AKA Batgirl, μετακομίζει από τα σκοτεινά σοκάκια της κεντρικής Gotham στην ηλιόλουστη γειτονιά του Burnside και ταυτόχρονα προσπαθεί να ξορκίσει τους εφιάλτες που της έχουν φέρει τόσα χρόνια πάλης με το έγκλημα. Με νέα αυτοπεποίθηση και νέα αισθητική, η Barbara εγκλιματίζεται στο φοιτητικό, ”Starbucks” περιβάλλον της νέας της περιοχής και γίνεται η πιο cool και μοντέρνα προστάτιδα του Burnside. Ακούγεται cheesy; Μάλλον επειδή είναι. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και για κάποιον σαν κι εμένα, που έχω γεννηθεί και μεγαλώσει σε ένα αρκετά παρόμοιο περιβάλλον, οι ασταμάτητες αναφορές στα social media, τα anime, τη street art και τα βιντεοπαιχνίδια, αν και επιτηδευμένες, έχουν μια ιδιαίτερη γοητεία – μια γοητεία που πηγάζει από την ζωηρή ατμόσφαιρα, το ενθουσιώδες artwork και την ενέργεια των πρωταγωνιστών.

Μετά από έξι εισαγωγικά τεύχη που λειτούργησαν σε sandbox mode λοιπόν, το Volume 2 (που συγκεντρώνει τα τεύχη #41-45 της σειράς, το BATGIRL: ANNUAL #3 και τη δευτερεύουσα ιστορία του CONVERGENCE: INFINITY INC. #2) βρίσκει τη Barbara Gordon αντιμέτωπη με το αεικίνητο status quo των υπόλοιπων ηρώων του DC Universe. Η Barbara θα έρθει τώρα ξανά πρόσωπο με πρόσωπο με τον πατέρα της, με τον πρώην της και με ένα σωρό ακόμη ήρωες της Gotham, από την Spoiler μέχρι τα πιτσιρίκια της Gotham Academy.

tumblr_nzdcybB8H01rxvh4oo1_1280

Ένας από τους κύριους λόγους που αγάπησα αυτή τη σειρά (και που αποφάσισα να ασχοληθώ μαζί της εξ αρχής), ήταν το art της Babs Tarr. Η αισθητική της νεαρής εικονογράφου ταιριάζει γάντι με τη συγκεκριμένη σειρά – η Babs, μεγαλωμένη με την κουλτούρα των manga και του κόσμου της μόδας, ανέβαζε τη δουλειά της στο Tumblr και το DeviantArt, όταν, το 2014 η DC την εντόπισε και της έδωσε την πρώτη της mainstream δουλειά. Το πολυπολιτισμικό, ιντερνετικό vibe που η σειρά προσπαθεί να πετύχει, η Babs το κατέχει χωρίς αμφιβολία και το δυναμικό της σκίτσο, που θυμίζει τις περιπέτειες των W.I.T.C.H και της Incredible Kim, συμπληρώνει και κολακεύει το σενάριο της ιστορίας.

Δυστυχώς, όμως, η συμμετοχή της Tarr, που τόση ενέργεια και ζωή δίνει στην υπόθεση, είναι εδώ μειωμένη σε σχέση με το προηγούμενο κομμάτι της σειράς. Ακόμη και στα τεύχη που εικονογραφεί η ίδια, το σκίτσο της έχει γίνει κάπως υπερβολικά abstract και οι ήρωές της δείχνουν λιγότερο ρεαλιστικοί και εν τέλει, λιγότερο συμπαθείς και ελκυστικοί.

Και τελικά, οι περιπέτειες της Batgirl σε αυτό το νεοϋορκέζικο προάστιο της Gotham αναλώνονται τώρα σε ερωτικά τρίγωνα και προετοιμασίες γάμου, οι νυχτερινές προκλήσεις της Barbara έχουν χάσει κάτι από τη σπιρτάδα τους και, overall, η σειρά παίρνει μια υπερβολικά ”κοριτσίστικη” τροπή, με τις συζητήσεις για καλλυντικά και το βεβιασμένο ρομάντζο να αποτυγχάνουν να μου κρατήσουν το ενδιαφέρον. Μην το πάρετε στραβά – το BATGIRL Vol. 2 είναι ένα διασκεδαστικό ανάγνωσμα. Όμως, ανάμεσα στην μειωμένη παρουσία της Tarr, τις άχρωμες αλληλεπιδράσεις των πρωταγωνιστών και τις κάπως ανέμπνευστες ιδέες, τούτο το δεύτερο μέρος (και σε αντίθεση με το πρώτο), μάλλον δεν αξίζει τα χρήματά του. Χάρηκα που επέστρεψα για λίγο στον κραγμένα ”in”, ανυπόφορα νεανικό κόσμο του Burnside και η ανάλαφρη, χαρούμενη ατμόσφαιρα που αγάπησα είναι ακόμη εδώ. Δυστυχώς όμως, περίμενα κάτι παραπάνω.