Wonder Woman

Fourth time’s the charm!

Μετά το κακό MAN OF STEEL, το ανοσιούργημα με τίτλο BATMAN V SUPERMAN και το προβληματικό (αλλά ευχάριστο κατ’ εμέ) SUICIDE SQUAD, η ταινία WONDER WOMAN είχε επωμιστεί από νωρίς, πριν καν περάσει σε φάση παραγωγής, το δύσκολο έργο να ξελασπώσει το DCEU. Ευτυχώς για τη Warner Bros. και για εμάς, η πριγκίπισσα των Αμαζόνων ανταποκρίθηκε ικανοποιητικότατα σε αυτή τη δύσκολη αποστολή, και μπορούμε να πούμε ότι έχουμε, επιτέλους, την πρώτη πραγματικά καλή ταινία της DC, μετά την τριλογία DARK KNIGHT του Nolan!

Η ταινία ξεκινά στο παρόν, στο μουσείου του Λούβρου, κάποια στιγμή μετά τα γεγονότα του BvS, με τη Diana (Gal Gadot) να παραλαμβάνει μια παλιά φωτογραφία, όπου απεικονίζεται η ίδια μαζί με τέσσερις στρατιώτες. Αυτή η φωτογραφία στέλνει τη Wonder Woman σε ένα “ταξίδι” αναπόλησης στο παρελθόν της, στο οποίο είμαστε συνεπιβάτες. Έτσι, μεταφερόμαστε στη Themyscira, όπου παρακολουθούμε τη ζωή της Diana μαζί με τις υπόλοιπες Αμαζόνες, μέχρι τη στιγμή που η γαλήνη τους θα διαταραχθεί από τον ερχομό στο νησί ενός Αμερικανού κατασκόπου ονόματι Steve Trevor (Chris Pine).  Ο Trevor πληροφορεί τις Αμαζόνες σχετικά με τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο οποίος, φαινομενικά, είναι κοντά στο τέλος του, αλλά κάποιοι ορέγονται την ατέρμονη συνέχισή του. Πίσω από αυτή την απειλή, η Diana βλέπει το θεό Άρη και αποφασίζει να ταξιδέψει στον κόσμο των Αντρών και να προφυλάξει την ανθρωπότητα από τον θεό του Πολέμου, όπως προστάζει το καθήκον των Αμαζόνων. Έτσι, ξεκινά η παρθενική περιπέτεια της Wonder Woman, που θα την οδηγήσει, αρχικά, στο Λονδίνο και, στη συνέχεια, στο πεδίο της μάχης του Πρώτου Παγκοσμίου Πόλεμου, στο Βέλγιο.

Η WONDER WOMAN είναι μια καλοφτιαγμένη, προσεγμένα σκηνοθετημένη ταινία. Η καλή ροή της ιστορίας δεν αφήνει της ταινία να κάνει κοιλιά και οι κοντά δυόμιση ώρες που διαρκεί, περνούν γρήγορα και ευχάριστα. Όσον αφορά στις σκηνές δράσης, είναι πολύ καλά χορογραφημένες και σκηνοθετημένες με τέτοιον τρόπο, που επιτρέπουν στον θεατή να δει όλες τις λεπτομέρειες της μάχης. Παρότι τοποθετημένη χρονικά στην περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πόλεμου, η ταινία έχει και το χιούμορ της, κυρίως χάρη στις δύο περιπτώσεις “ψάρι έξω από το νερό”: η πρώτη με τον Steve Trevor στη Themyscira και η άλλη με τη Diana στην πρώτη της επαφή με τον κόσμο των Αντρών στο Λονδίνο.

Άλλο ένα θετικό στοιχείο της ταινίας που προσέχει κάποιος, το οποίο και τη διαφοροποιεί από νωρίς από τις άλλες ταινίες του DCEU, είναι το φως και τα χρώματα. Πείτε αντίο στη μόνιμη συννεφιά και μαυρίλα των προηγούμενων ταινιών – εδώ θα δείτε και ηλιόλουστα λιβάδια, άπλετο φως και όμορφα χρώματα. Αυτό δεν σημαίνει ότι λείπουν οι πιο σκοτεινές και μουντές αποχρώσεις, αλλά εδώ έχουμε εναλλαγές στην παλέτα χρωμάτων, που ταιριάζουν και αναδεικνύουν το περιεχόμενο της κάθε σκηνής.

Όμως, η πραγματική δύναμη της ταινίας βρίσκεται στους χαρακτήρες της. Η ταινία μας δίνει μια πολύ ικανοποιητική Wonder Woman, δυναμική, ανεξάρτητη, που κερδίζει με τις πράξεις της το σεβασμό των συντρόφων της. Επίσης, δίνεται έμφαση στην αγάπη και συμπόνοια της ηρωίδας, που είναι από τα στοιχεία που την διαφοροποιούν από το υπόλοιπο πάνθεο των υπερηρώων. Άλλο ένα θετικό του χαρακτήρα, είναι ότι, παρότι αντιμέτωπη με τις φρίκες του πολέμου και αρκετές δύσκολες καταστάσεις, δείχνει σε πολλές περιπτώσεις χαρά και ικανοποίηση για τα κατορθώματά της, ξεφεύγοντας από την κατήφεια που παρουσιάζουν πολλοί “συνάδελφοί” της τα τελευταία χρόνια, και μας θυμίζει πώς πρέπει να είναι οι περισσότεροι υπερήρωες. Αλλά και οι υπόλοιποι χαρακτήρες έχουν την ευκαιρία να αναπτυχθούν, γεγονός που οφείλεται στις πολλές μικρές, ήσυχες σκηνές, που είναι εμβόλιμες ανάμεσα στη δράση, ή στις σκηνές που προχωράνε τη πλοκή, όπου οι χαρακτήρες έχουν τον χρόνο να μας παρουσιαστούν και να γνωριστούν καλύτερα, με αποτέλεσμα οι σχέσεις που αναπτύσσονται στη διάρκεια της ταινίας, να προκύπτουν φυσικά, χωρίς να εκβιάζουν τη συναισθηματική ανταπόκριση του κοινού.

Τα παραπάνω δεν θα ήταν δυνατά χωρίς ένα αποτελεσματικό cast. Η Gal Gadot πείθει ως Wonder Woman, κυρίως με τη κίνηση και τη στάση του σώματός της. Όχι ότι είναι κακή στις σκηνές όπου αλληλεπιδρά με άλλους χαρακτήρες, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις, ειδικά όταν οι συμπρωταγωνιστές είναι πιο έμπειροι, όπως οι Chris Pine, Robin Wright, και Connie Nielsen, φαίνεται η απειρία της ηθοποιού. Και μιας και ανέφερα τον Pine, να πούμε ότι, ως ο βασικός συμπρωταγωνιστής, είναι εξαιρετικός, με χιούμορ, αλλά εξίσου ικανός στις σκηνές δράσεις, χωρίς να καπελώνει την πρωταγωνίστρια, παρά τη μεγαλύτερη εμπειρία του στον χώρο.

Πριν περάσω στα ατοπήματα της ταινίας, να κάνω μια μικρή εξομολόγηση. Ξέροντας ότι θα γράψω την κριτική για το WONDER WOMAN, σκεφτόμουν, πριν δω την ταινία, διάφορα πράγματα που θα μπορούσα να συμπεριλάβω. Ήμουν σίγουρος ότι ένα από αυτά θα ήταν ο αρνητικός σχολιασμός μου για το γεγονός ότι οι Αμαζόνες μιλάνε Αγγλικά, χωρίς καμία εξήγηση. Όμως, ήρθε η ταινία και μου είπε “όχι καργιολάκι, δεν θα το γράψεις αυτό”, καθώς μέσα στο σενάριο, υπάρχει για αυτό μία εξήγηση. Καλή ή κακή, αυτό το αφήνω να το κρίνετε εσείς, εγώ πάντως εκτιμώ το ότι μπήκαν στη διαδικασία να δώσουν μια οποιαδήποτε εξήγηση.

Και περνάμε στο πρώτο αρνητικό της  ταινίας που σχετίζεται με το παραπάνω. Μπήκατε, ρε παιδιά, στον κόπο να μας εξηγήσετε τα Αγγλικά των Αμαζόνων. Χάθηκε να βάλετε και τους ηθοποιούς που κάνουν τους Γερμανούς, όταν είναι σε ένα δωμάτιο μόνο με Γερμανούς, να μιλούν Γερμανικά; Και αυτό είναι ακόμη πιο περίεργο, λόγω του ότι, σε άλλη σκηνή, οι (υποθέτω) Βέλγοι άμαχοι που σώζει η Wonder Woman, μιλούν τη μητρική τους γλώσσα!

Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα της ταινίας, όπως και των περισσότερων ταινιών του είδους, είναι οι ανταγωνιστές. Άχρωμοι, άοσμοι, άγευστοι, εμφανίζονται μονοδιάστατοι και σε κανένα σημείο της ταινίας δεν υπάρχει έστω μια απόπειρα παρουσίασης των κινήτρων τους, με εξαίρεση κατά τη διάρκεια της τελικής μάχης. Μια μάχη σχεδόν εξολοκλήρου CGI, σκοτεινή, που θυμίζει την τελική μάχη του BvS, αλλά δεν γίνεται ποτέ τόσο κακή. Το πρόβλημα με τους ανεπαρκείς κακούς της ταινίας, ευτυχώς, μετριάζεται από το ότι έχουν σχετικά μικρό χρόνο εμφάνισης και, κατά κάποιον τρόπο, υποκαθίστανται από την ίδια την έννοια του πολέμου και τις θηριωδίες του, που παρουσιάζονται ως ο κεντρικός αντίπαλος της Wonder Woman.

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι τα παραπάνω αρνητικά στοιχεία της WONDER WOMAN είναι περιορισμένα και δεν αρκούν για να κακοχαρακτηρίσουν το σύνολο της ταινίας. Μπορούμε, λοιπόν, να ευχαριστήσουμε την Ήρα, που έχουμε επιτέλους την πρώτη live action ταινία WONDER WOMAN, που αρμόζει στην ιστορία και φήμη του χαρακτήρα! Ας ελπίσουμε οι ιθύνοντες νόες των υπολοίπων ταινιών του DCEU, να πάρουν τα μηνύματα που πρέπει, ώστε η πρώτη solo περιπέτεια της Πριγκίπισσας των Αμαζόνων να μην είναι απλά μια ευχάριστη εξαίρεση, αλλά η αρχή για εξίσου απολαυστικές ταινίες με τους υπόλοιπους ήρωες της DC!