THE GOOD NEIGHBORS VOL. 2: KIΤΗ

Writer: Holly Black
Artist: Ted Naifeh
Lettering: John Green
Editor: David Levithan
Graphix

Ίσως θυμάστε πόσο ενθουσιώδης ήμουν όταν έκανα του review του πρώτου τόμου, με τίτλο KIN. Αν πάλι (και πολύ λογικό άλλωστε – πάει σχεδόν ένας χρόνος) όχι, μπορείτε να φρεσκάρετε τη μνήμη σας εδώ. Δυστυχώς, το παρόν δεν δικαίωσε την αρχική μου αντίδραση, αλλά περισσότερα για αυτό παρακάτω. Δεδομένου ότι αυτός ο τόμος συνεχίζει ακριβώς από το σημείο που σταμάτησε ο προηγούμενος (no forward in time or some such), είναι αναπόφευκτο ότι υπάρχουν κάποια spoilers. You have been warned.

Με τον πατέρα της Rue να έχει αθωωθεί για τον φόνο της μαθήτριάς του και την Rue να έχει ξεθάψει το φέρετρο της μητέρας της, ανακαλύπτοντας μέσα ένα Changeling (εδώ νομίζω ότι εννοούσε μάλλον Homunculus, καθότι τα Changelings είναι Fae παιδιά που τα ανταλλάζουν οι νεράιδες με ανθρώπινα, ενώ αυτό ήταν ένα ανδρείκελο από δεμάτια ξύλου), η παρέα της Rue προσπαθεί να επιστρέψει στην καθημερινότητα των συναυλιών, των party και των “δημιουργικών διαρρήξεων”, με στόχο τη λήψη φωτογραφικού υλικού για το site τους.

Ωστόσο, οι κάτοικοι του κρυμμένου κόσμου κάθε άλλο παρά να τους αφήσουν ήσυχους θέλουν: ο Aubrey στέλνει μια γριά Goblin να δώσει στη Lucy ένα φίλτρο αιώνιας αγάπης για να χρησιμοποιήσει στο αγόρι της, ο Dale πηγαίνει τακτικά και του ρουφάνε το αίμα κάποιο είδος Νεραϊδών Πεγαδηστρών (προστάτιδες γλυκών νερών), η Ann εξαφανίζεται λες και την κατάπιε η γη, μόλις βρίσκει το αγόρι της να χαμουρεύεται με κάποια groupie και η Rue δέχεται την πολύ δυσάρεστη επίσκεψη ενός Troll. Ο τόμος δεν λέγεται τυχαία KITH (Middle English για “γνωστοί και φίλοι”).

Στην πορεία, μαθαίνουμε τι σκοπούς έχει ο Aubrey για την πόλη, κάνοντας μια σειρά από αλλόκοτες ανθρώπινες θυσίες, μια ζωντανή σκιά οδηγεί την Rue στη μητέρα της, ενώ ταυτόχρονα ο πατέρας της ξαναζεί τον έρωτα με την παλιά του φίλη, Amanda. Σε αυτόν τον τόμο, μαθαίνουμε και την ιστορία του Tam, ο οποίος είναι, “βιολογικά” τουλάχιστον, πιο άνθρωπος από τη Rue και την ίδια στιγμή η ηρωίδα δέχεται το μεθυστικό δέλεαρ του κόσμου του Aubrey.

Όλα τα παραπάνω δεν είναι καν όλα όσα συμβαίνουν στον τόμο και αυτό είναι το πρόβλημα: σε αντίθεση με οτιδήποτε άλλο έχω διαβάσει δια χειρός Holly Black, εδώ φαίνεται λες και ξαφνικά “αφυπνίζεται” η απειρία της με τον ρυθμό ενός comic (σε αντίθεση με αυτόν ενός λογοτεχνικού βιβλίου). Σαν διάρθρωση, ολόκληρος ο τόμος είναι -πώς να το πω;- σαν μια φάλτσα μελωδία, όχι τόσο ώστε να μην μπορείς να την ακούσεις, αλλά αρκετά ώστε να έχεις μια διαρκή ενόχληση. Το πέρασμα από σκηνή σε σκηνή είναι σπασμωδικό, ενώ η εκάστοτε σκηνή στερείται κάποιας εσωτερικής αρμονίας – είναι “ξύλινη”. Από την άλλη, ο Naifeh δεν βρίσκεται στα καλύτερά του, με τα πρόσωπα να χάνουν το σχήμα τους, κοπέλες να “μετατρέπονται” σε άντρες (και όχι, δεν εννοώ μαγικά, εννοώ σχεδιαστικά και άνευ λόγου), ή στην καλύτερη να είναι τελείως ασταθής η ηλικιακή τους απεικόνιση και γενικά υπάρχει μια διάχυτη φυλετική σύγχυση. Επίσης, τα backgrounds που με τόση φροντίδα έφτιαχνε στον πρώτο τόμο, εδώ απουσιάζουν.

Για να μην τα πολυλογώ, δεν έμεινα ικανοποιημένος από αυτόν τον τόμο. Δεν είναι για πέταμα, αλλά σεναριακά προσφέρει ελάχιστες (και κατ’ επανάληψη) πληροφορίες (όπως, για παράδειγμα, ότι ο Aubrey και η Nia είναι Unseelie Fae, δηλαδή ρέπουν πολύ περισσότερο προς το σκοτάδι και το χάος), ενώ σχεδιαστικά, παρά τη συνολικά (ίσως) υψηλή του ποιότητα, δεν υπηρετεί την ανάγνωση και χάνει στα σημεία.

Ας ελπίσουμε ότι ο τρίτος τόμος, KIND, θα είναι καλύτερος.