INTERVIEW CORNER #78: Chris Weston

Ελληνικά

Αν και έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε happy endings μόνο στις ταινίες, υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις που η ζωή αντιγράφει την Τέχνη και όλα πάνε καλά στο τέλος. Στη δική μας περίπτωση, αυτή των comics, το happy ending πολλές φορές δεν έχει να κάνει τόσο με την εξέλιξη της ιστορίας και της υπόθεσης, αλλά ακόμη και με το αν μια ιστορία θα καταφέρει να ολοκληρωθεί. Το παράδειγμα που θα δώσω για τις ανάγκες αυτής της εισαγωγής αφορά στο limited series της Marvel, το THE TWELVE, το οποίο ξεκίνησε το 2008 και έμεινε ανολοκλήρωτο μέχρι σήμερα.

Αυτό οπωσδήποτε αποτέλεσε μια δυσάρεστη εξέλιξη για όσους παρακολουθούσαν τον τίτλο. Όπως φαίνεται, όμως, το happy ending βρίσκεται κοντά, μιας και η Marvel ανακοίνωσε ότι η σειρά θα ολοκληρωθεί, αρχής γενομένης από αυτό τον ερχόμενο Φεβρουάριο (όταν θα κυκλοφορήσει το #9). Στα συγγραφικά ηνία παραμένει ο J. Michael Straczynski, ενώ το σχέδιο εξακολουθεί να βρίσκεται στα ταλαντούχα χέρια του καλεσμένου αυτής της εβδομάδας, του Chris Weston.

Ο Weston βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα, ανάμεσα στις παραξενιές του JMS και τις απαιτήσεις της Marvel, ωστόσο, δεν τα έβαψε μαύρα. Άλλωστε, έμεινε απασχολημένος με αρκετά projects (μεταξύ των οποίων και τα storyboards της ταινίας THE BOOK OF ELI). Η εμπειρία του, στο κάτω-κάτω, του επιτρέπει πλέον να επιλέγει ανάμεσα σε αυτά που αναλαμβάνει.

Ξεκίνησε, άλλωστε, ως μαθητευόμενος του Don Lawrence και αναδείχθηκε μέσα από τις δουλειές του στη 2000AD, όπου σχεδίαζε το JUDGE DREDD (κάτι που εξακολουθεί να κάνει συχνά-πυκνά) και ιστορίες του INDIGO PRIME. Επιπλέον, έχει σχεδιάσει comics όπως τα THE SWAMP THING (του Mark Millar), THE FILTH (του Grant Morrison) και MINISTRY OF SPACE (του Warren Ellis), ενώ έχει συνεισφέρει και σε σειρές όπως THE INVISIBLES, STARMAN και JSA, μεταξύ άλλων. Τέλος, έχει αναλάβει και κάποια σενάρια, κυρίως για τη 2000AD, αλλά και για το prequel THE TWELVE: SPEARHEAD.

Όπως λέει, πάντως κι ο ίδιος, οι εμπειρίες του, καλές ή κακές, από τη βιομηχανία των comics τού έχουν διδάξει αρκετά. Ας δούμε, λοιπόν, πώς αντιμετώπισε την καθυστέρηση του THE TWELVE ο καλεσμένος αυτής της εβδομάδας, Chris Weston, και τι πρέπει να περιμένουμε από τα επόμενα τεύχη της σειράς:

Το σχέδιο σου είναι γνωστό για την εκτεταμένη χρήση της λεπτομέρειας. Αυτό είναι κάτι που το κάνεις επίτηδες κάθε φορά;

Ναι, έτσι πιστεύω. Δεν είμαι σίγουρος ότι κατανοώ γιατί το κάνω και συχνά αναρωτιέμαι αν είναι απαραίτητο ή λογικό. Μεγάλωσα εκτιμώντας την τέχνη που περιλάμβανε πολλή λεπτομέρεια, αλλά πλέον εκτιμώ και την μινιμαλιστική τέχνη, αρκεί να είναι καλά σχεδιασμένη. Δυστυχώς, η λεπτομέρεια μπορεί να είναι ένας καλός τρόπος να κρύψεις το κακό σχέδιο. Προσωπικά πιστεύω ότι η μινιμαλιστική τέχνη έχει περισσότερη αμεσότητα και περισσότερο δυναμισμό, αλλά δύσκολα στέκεται όταν την κοιτάς ξανά και ξανά με τον τρόπο που στέκεται η τέχνη με μπόλικη λεπτομέρεια. Επίσης, θεωρώ ότι η λεπτομέρεια μπορεί να φέρει μία “ατμόσφαιρα” στις ιστορίες που δεν την έχεις με το μινιμαλιστικό σχέδιο. Τα σχέδια με πιο απλή γραμμή είναι τέλεια για ιστορίες που καθοδηγούνται από την πλοκή, όπου είναι απαραίτητο ο αναγνώστης να συνεχίσει να μετακινείται προς τα εμπρός. Όμως, αν θέλεις να χαλαρώσεις λίγο τον βηματισμό και να αφήσεις τον αναγνώστη να νιώσει την διάθεση ενός γεγονότος ή την περιβάλλουσα ατμόσφαιρα μίας τοποθεσίας, τότε το να εφαρμόσεις επιπλέον λεπτομέρεια ή υφή είναι ένας χρήσιμος τρόπος για να το πετύχεις.

Κατά την γνώμη σου, τι προσφέρει αυτό στην συνολική αναγνωστική εμπειρία;

Ελπίζω να δώσει στον αναγνώστη ένα λόγο να ξαναδιαβάσει ολόκληρο το βιβλίο ξανά και ξανά. Ίσως έτσι να ανακαλύψουν νέα πράγματα που δεν είχαν παρατηρήσει με την πρώτη ανάγνωση.

Υπήρξαν μέχρι τώρα προκλήσεις στην καριέρα σου που ακόμη τις θυμάσαι με τρόμο;

Χα χα! Πάρα πολλές για να τις αναφέρω εδώ. Για να είμαι ειλικρινής, θεωρώ πως κάθε δουλειά είναι μία πρόκληση. Συνήθως προσπαθώ να βρω έναν τρόπο να προκαλέσω τον εαυτό μου, να τον τραβήξω στα άκρα έτσι ώστε να βελτιώσω το τελικό αποτέλεσμα. Προσπαθώ με κάθε ιστορία να βρω ένα νέο στοιχείο να προσθέσω στην τέχνη μου, να την κρατήσω φρέσκια τόσο για εμένα όσο και για τους αναγνώστες. Παραδόξως, αυτό σπάνια φαίνεται στην τελειωμένη σελίδα. Ποτέ δεν ξεπετάω τις σελίδες για να κερδίσω ένα εύκολο μεροκάματο. Έχω βιαστεί με το σχέδιο, προκειμένου να πετύχω εγκαίρως τις προθεσμίες, αλλά βρίσκω πως αυτό είναι αγχωτικό και πως δε με ικανοποιεί.

Είχα σχεδιάσει μία σειρά πέντε τευχών για την DC Comics με τίτλο TIME BREAKERS, και αυτή πρέπει να ήταν μία από τις χειρότερες μου εμπειρίες. Δεν μου άρεσε καθόλου η ιστορία και μισούσα το γεγονός ότι δούλευα σε αυτή. Δεν έχω την παραμικρή ιδέα γιατί δέχτηκα εκείνη την δουλειά, πέρα απ’ το γεγονός ότι συμπαθούσα τον editor, τον Stuart Moore.

Ποτέ δεν απολαμβάνω τις δουλειές στις οποίες απλά εκτελώ το εργασιακό μου κομμάτι. Παραδείγματος χάριν, ποτέ δεν απολαμβάνω απλά το να σχεδιάζω και μόνο. Πάντα με κάνει και νιώθω ότι παραδίδω μισοτελειωμένη δουλειά και υποπτεύομαι ότι τα τελειώματά μου αποτελούν μέρος της απήχησης που έχει η δουλειά μου. Ούτε η ομαδική δουλειά μού βγαίνει φυσικά, αλλά δυστυχώς τα χρονοδιαγράμματα των comics συχνά την απαιτούν. Ευτυχώς, έχω βρει έναν εξαιρετικό inker, στο πρόσωπο του Gary Erskine, ο οποίος κάνει την όλη διαδικασία πιο υποφερτή.

Μου φαίνεται ότι έχεις καταπιαστεί με πολλά είδη των comics (επιστημονική φαντασία, υπερήρωες, αυτοβιογραφικά, και άλλα). Υπάρχει κάποιο από αυτά που το προτιμάς περισσότερο ή κάποιο που λατρεύεις αλλά δεν έχεις δοκιμάσει ακόμα;

Είμαι πολύ μεγάλος fan της επιστημονικής φαντασίας. Μου αρέσει να έχω την δυνατότητα να σχεδιάζω νέα περιβάλλοντα, νέους χαρακτήρες και νέα τοπία. Ο Jean Moebius Giraud κάνει τη δουλειά αυτή πολύ καλά και ήταν μία τεράστια επιρροή στη δουλειά μου. Μακάρι να έβρισκα περισσότερες ευκαιρίες να ασχοληθώ με αυτή. Τα ιστορικά σενάρια περιλαμβάνουν πολύ μεγαλύτερη έρευνα, αλλά και αυτό μπορεί να σε ανταμείψει. Η έρευνα είναι κάπως σαν την δουλειά του ντετέκτιβ ή την επίλυση γρίφων, πράγμα που ικανοποιεί τα λανθάνοντα γονίδια του κυνηγού-τροφοσυλλέκτη που βρίσκονται στον οργανισμό μου. Πάντως, πρέπει να δηλώσω ότι μου αρέσουν περισσότερο οι ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Υπάρχουν πολύ λίγες δυνατότητες να κάνω τέτοιες ιστορίες εκτός του 2000AD. Μου αρέσουν οι υπερήρωες όπως αρέσουν και στους υπόλοιπους, αλλά η ποικιλία είναι το αλάτι της ζωής. Μακάρι τα αμερικανικά ακροατήρια να απογαλακτιζόντουσαν από την εξάρτηση τους για κολάν και κάπες και να είχαν τη θέληση να δοκιμάσουν και διαφορετικά είδη. Οι Ευρωπαίοι αναγνώστες είναι μακράν πιο ανοιχτόμυαλοι. Οι υπερήρωες είναι το χάμπουργκερ του κόσμου των comics, αλλά μία δίαιτα μόνο με χάμπουργκερ δε θα συμβάλλει θετικά στην καλή υγεία.

Δεν θα με πείραζε να δοκιμάσω ένα western κι έχω μια ιδέα για μία ιστορία που τοποθετείται στην Άγρια Δύση… αλλά που έχει και κάποια στοιχεία επιστημονικής φαντασίας.

Έχεις επίσης γράψει και κάποιες ιστορίες, κυρίως για το 2000AD. Θεωρείς ότι το να γράφεις κι έπειτα να σχεδιάζεις τις δικές σου ιστορίες σε έχει βοηθήσει στο να εξελιχθείς σαν καλλιτέχνης;

Για να είμαι ειλικρινής, δε βρίσκω καμία διαφορά ανάμεσα στο να σχεδιάζω τα σενάρια που έχω γράψει εγώ και τα σενάρια κάποιου άλλου. Πάντα τα γράφω λες και πρόκειται να τα σχεδιάσει κάποιος άλλος. Δεν κλέβω, ούτε διευκολύνω τον εαυτό μου. Δεν το βλέπω σαν μία ευκαιρία να προσφέρω στον εαυτό μου μία σειρά από ολοσέλιδα panels που θα μου καθαρίσουν έξτρα λεφτά μόλις πουλήσω τα πρωτότυπα σχέδια.

Αυτό που μου αρέσει είναι η αίσθηση ελέγχου που μου δίνει το να γράφω τα δικά μου σενάρια. Το παραδέχομαι: Μου αρέσει να ελέγχω τα πάντα, ποτέ δεν ήμουν ομαδικός παίκτης. Αυτό σημαίνει ότι δε χρειάζεται να περιμένω κάποιον συγγραφέα να τελειώσει τα σενάρια και πως μπορώ επιτέλους να δημιουργήσω τις ιστορίες που πιστεύω ότι λείπουν από την αγορά των comics. Έχω επίσης διακρίνει μία ελαφρώς συγκαταβατική συμπεριφορά εκ μέρους των συγγραφέων προς τους καλλιτέχνες, και μιας και είμαι αντιεξουσιαστής εκ φύσεως, χαίρομαι όταν έχω την ευκαιρία να αφαιρέσω από αυτούς ένα κομμάτι της ισχύος τους. Μακροπρόθεσμα, απλά θέλω να σκαλίσω για τον εαυτό μου μία μικρή γωνίτσα στην βιομηχανία, απλά ένα μικρό κομμάτι γης που να μπορώ να πω ότι είναι δικό μου, όπως έκανε κι ο μέντορας μου, ο Don Lawrence. Είναι κάπως σαν την αγροτική βιομηχανία, όπου μπορώ να παράγω τα δικά μου ανεξάρτητα βιβλία μακριά από την επέμβαση των άλλων. Θα ήμουν καλός ερημίτης.

Είχα την τύχη να δουλέψω με πολλά από τα μεγάλα συγγραφικά ονόματα στον παρελθόν, και πάντα προσπαθώ να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να εξυπηρετήσω εκείνους και τα σενάρια τους. Υπάρχει ένα στοιχείο υποταγής, μιας και θεωρώ καθήκον μου να παρουσιάσω την ιστορία τους με πλήρη ακρίβεια και σαφήνεια. Το πρόβλημα, όταν δουλεύεις με μεγάλα συγγραφικά ονόματα, είναι το γεγονός ότι έχουν την τάση να αναγράφουν τα δικά τους ονόματα με πιο μεγάλα γράμματα στα εξώφυλλα, πράγμα που θεωρώ ότι φανερώνει χυδαία αχαριστία. Όμως, είναι μία πολιτική που επιδιώκεται ενεργά από τις εκδοτικές, οι οποίες τη θεωρούν ως μία μορφή μαρκαρίσματος, με το όνομα του συγγραφέα να μπορεί να διαφημιστεί σαν κάποιο είδος μάρκας.

Ποιοι ήταν οι λόγοι για την εκτεταμένη στασιμότητα του THE TWELVE;

Πάρα πολλοί διαολεμένοι λόγοι. Έφτασε επικίνδυνα κοντά στο να αποτελέσει καταστροφή και ένα μέρος της ευθύνης γι’ αυτό είναι δικό μου. Η δική μου άποψη περί των πραγμάτων: Τα προβλήματα άρχισαν όταν ο JMS διαφώνησε με την Marvel σχετικά με το retcon του “One More Day” στο SPIDER-MΑΝ. Έπειτα από αυτό, εξαφανίστηκε για τρεις μήνες, στο διάστημα των οποίων δεν έλαβα κανένα σενάριο και καμία πρόταση εργασίας εκ μέρους της Marvel (μέχρι που παραπονέθηκα). Τότε, ο JMS βρήκε μεγαλύτερη επιτυχία ως σεναριογράφος για τον κινηματογράφο. Σκέψου το κι εσύ ο ίδιος, αν πρέπει να επιλέξεις μεταξύ του να δίνεις σενάρια στον Chris Weston ή στον Clint Eastwood, τότε μάλλον είναι ξεκάθαρο ποιόν απ’ τους δύο θα θεωρούσες προτεραιότητα. Κατανόησα την κατάσταση κι όταν ξαφνικά με κάλεσαν για να δουλέψω πάνω στο THE BOOK OF ELI, δεν είχα κανέναν ενδοιασμό να δεχθώ. Ήμουν ήδη απασχολημένος δεκατέσσερις μήνες στο ELI πριν κυκλοφορήσει το πρώτο τεύχος του THE TWELVE, αλλά η απεργία των συγγραφέων καθυστέρησε την παραγωγή κατά έναν χρόνο και το έφερε σε σύγκρουση με το εκδοτικό χρονοδιάγραμμα του THE TWELVE. Είχε ήδη καθυστερήσει μέχρι τότε από τη μεριά του JMS και σκέφτηκα ότι αφού εκείνος πίστευε ότι δεν τρέχει τίποτα με το να φύγει και να ασχοληθεί με τις ταινίες, τότε μπορώ κάλλιστα κι εγώ να κάνω το ίδιο. Στη Marvel ήταν παλικάρια: Τους είπα ότι καταλαβαίνω εάν θέλουν να με απολύσουν και να με αντικαταστήσουν με κάποιον άλλο καλλιτέχνη, αλλά αρνήθηκαν και ήταν προετοιμασμένοι να με περιμένουν. Ήταν πολύ γενναιόδωρο εκ μέρους τους.

Τι να αναμένουμε από τα τελευταία τέσσερα τεύχη;

Χωρίς να βγάζω πολλά παραέξω, μπορείτε να αναμένετε την αποκάλυψη της ταυτότητας του δολοφόνου του Blue Blade, καθώς και το πώς η ομάδα θα αντιμετωπίσει τον ένοχο. Ας πούμε ότι υπάρχουν μερικοί θάνατοι στην πορεία. Αν υπάρξει συνέχεια, τότε δεν θα μπορούν να την ονομάσουν THE TWELVE. Αποκαλύπτονται μυστικά για κάποιους από τους χαρακτήρες. Όταν συγκεντρωθούν και τα δώδεκα κεφάλαια, τότε θα δείτε ότι το THE TWELVE είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ένα κανονικό graphic novel, δηλαδή μία αυτοτελής ιστορία με αρχή, μέση, και τέλος. Όλες οι υποενότητες της πλοκής ολοκληρώνονται, δεν μένει τίποτε ανοιχτό.

Υπάρχουν καθόλου νέα στοιχεία στο σχέδιο σου όσον αφορά αυτά τα τεύχη; Η τέχνη σου έχει αλλάξει ή εξελιχθεί με το πέρασμα των χρόνων;

Δε νομίζω. Κρατάω το σχέδιο συνεπές απέναντι στα προηγούμενα επεισόδια. Πρόκειται για πολύ βασική αφήγηση, δεν υπάρχουν ούτε κόλπα, ούτε πειραματικές τεχνικές. Αυτό που είναι στ’ αλήθεια το καλύτερο κομμάτι του THE TWELVE είναι οι χαρακτήρες και οι διάλογοι που έχει γράψει ο JMS γι’ αυτούς. Δεν πρέπει να κάνω κάτι που να ξεφεύγει από αυτούς. Η δουλειά μου είναι να διηγηθώ την ιστορία όσο το δυνατόν πιο απλά και πιο καθαρά, εξασφαλίζοντας ότι όλοι οι χαρακτήρες είναι αναγνωρίσιμοι και η γλώσσα και οι εκφράσεις του σώματος τους συμπληρώνουν τον διάλογο. Δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες να γυμνάσω την φαντασία, αλλά δεν με πειράζει, επειδή αν το σχεδίαζα με τρόπο που ξέφευγε από την πλοκή, τότε πολύ απλά δεν θα έκανα καλά τη δουλειά μου.

Έχεις επίσης σχεδιάσει και κάποια storyboards για ταινίες. Από καλλιτεχνική άποψη, προσεγγίζεις διαφορετικά αυτού του είδους τη δουλειά;

Δεν είναι και πολύ διαφορετικά. Πρέπει να υποτάξεις το εγώ σου σε έναν ακόμη μεγαλύτερο βαθμό από ότι το κάνεις στα comics κι αυτό επειδή στην ταινία η δουλειά μου είναι να εικονογραφήσω τέλεια αυτό που είναι στο μυαλό του σκηνοθέτη κι όχι στο δικό μου. Στα comics έχω την δυνατότητα να διηγηθώ μία ιστορία, ενώ στις ταινίες το όραμα του σκηνοθέτη είναι υπέρτατο όλων. Δεν συμφωνώ πάντα με αυτό που θέλει ο σκηνοθέτης, αλλά δεν είναι δουλειά μου να έχω αντίλογο. Έχω τη δυνατότητα να κάνω κάποιες προτάσεις, τις οποίες και έκανα, και κάποιες από αυτές βρήκαν θέση στην τελική εκδοχή του THE BOOK OF ELI, αλλά αυτές οι ευκαιρίες σπανίζουν. Πάντως, το πραγματικό έργο και στις δύο περιπτώσεις είναι το ίδιο: εν τέλει, δεν είσαι παρά εσύ, καθισμένος σ’ ένα σχεδιαστήριο, πράγμα που τελικά δείχνει ότι δεν απομακρύνθηκες από το να φτιάχνεις comics. Όπως είναι φυσικό, προσπαθώ να σχεδιάζω γρηγορότερα όταν δουλεύω σε μία ταινία, αλλά το λεπτομερές ύφος μου άρεσε στον Albert Hughes και δίσταζε να με αφήσει να το παρακάνω.

Συχνά αναρτάς σχέδια υπό εξέλιξη στο blog σου. Αυτό είναι κάτι σαν δώρο για τους fans σου ή κι εσύ κερδίζεις κάτι από αυτή την διαδικασία;

Είναι ένα είδος αυτοδιαφήμισης. Η βιομηχανία των comics είναι εξίσου μολυσμένη από την προσωπολατρεία όσο και κάθε άλλο μέσο. Πολλοί συγγραφείς έχουν κατασκευάσει επιτυχείς “διαδικτυακές προσωπικότητες” για τους ίδιους, σαν μίας μορφής προϊοντοποίηση στην αγορά. Νομίζω ότι μαντεύεις για ποιους μιλάω. Το βρίσκω απεχθέστατο, αλλά το δυστυχές γεγονός είναι ότι κάνει τη δουλειά του. Ανεβάζει τις πωλήσεις τους. Οι περιστασιακές μου αναρτήσεις και η παρουσία μου στο Twitter και το Facebook είναι η δική μου παραχώρηση στις πρακτικές αυτές. Δεν μπορείς να βασιστείς στην επαρκή προώθηση των εκδοτικών, οπότε πρέπει να το κάνεις μόνος σου. Εγώ το κάνω ταπεινά, με χιούμορ και χωρίς την χυδαία υπερβολή στην οποία έλκονται κάποιοι από τους συναδέλφους μου.

Έχεις άλλα σχέδια για το άμεσο μέλλον;

Δεν είμαι σίγουρος. Βρίσκομαι λίγο-πολύ σε ένα σταυροδρόμι. Περιμένω το πράσινο φως για να κάνω μερικά ακόμη storyboards για το νέο φιλμ του Albert Hughes, με τίτλο MOTOR CITY. Στο μεταξύ, έκανα κάποια δουλειά για το 2000AD. Αλλά στην πραγματικότητα, προσανατολίζομαι στο να γράψω και να σχεδιάσω το δικό μου graphic novel. Δεν είχα στ’ αλήθεια χρόνο για να το σκεφτώ μέχρι τώρα. Συν τοις άλλοις, δεν έχω καν σκεφτεί πως θα το χρηματοδοτήσω… αλλά παρ’ όλα αυτά, παραμένει μία άμεση φιλοδοξία μου. Αν όλα πάνε καλά, η ταινία θα βγει και τα χρήματα από αυτή θα μου επιτρέψουν να χρηματοδοτήσω ο ίδιος το graphic novel και να κρατήσω τα δικαιώματα. Πάντως, είμαι χαρούμενος που δουλεύω στη 2000AD προς το παρόν. Είναι το μέρος που θεωρώ “σπίτι” μου. Είναι πραγματικά συναρπαστικό για εμένα να σχεδιάζω τον Judge Dredd και τη Mega-City One.

To cover του Paolo Rivera για το THE TWELVE #9

[Μετάφραση: Αλέξανδρος Τσαντίλας]

English

Although we’re used to see happy endings only in the movies, there are also times when life imitates art and everything works out in the end. In our case, that of comics that is, there are many cases where happy endings have nothing to do with the development of a story or a plot, but with whether a story will be completed or not. The example I’m about to provide for the needs of this foreword concerns Marvel’s limited series called THE TWELVE, which started back in 2008 and remains uncompleted up to this very day.

This was definitely a very unpleasant development for those that followed the title. However, as it would seem, the happy ending is drawing near since Marvel announced that the series will be completed starting next February (when issue #9 will be released). J. Michael Straczynski is still at the helm of writing, while art will still be handled by the talented hands of this week’s guest, Chris Weston.

Weston found himself at the eye of the storm, amidst J.M.S’ antics and Marvel’s demands, although he didn’t paint everything black. Besides, he was occupied with many projects (among which the storyboards for the film THE BOOK OF ELI). When it comes down to it, his experience now allows him to be selective about what he chooses to take up.

Besides, he started out as a trainee of Don Lawrence and made his way through works for 2000AD, where he drew JUDGE DREDD (something he continues doing from time to time) and stories of INDIGO PRIME. Moreover, he has drawn comics such as THE SWAMP THING (by Mark Millar), THE FILTH (by Grant Morrison) and MINISTRY OF SPACE (by Warren Ellis), while he has also contributed to series such as THE INVISIBLES, STARMAN and JSA among others. Finally, he has also handled scripting work, mostly for 2000AD, not to mention the prequel THE TWELVE: SPEARHEAD.

Nevertheless, as he himself claims, his experiences from the comics industry, be they good or bad, have taught him a lot. So, let’s see how this week’s guest, Chris Weston, dealt with delays on THE TWELVE and what we’ll be expecting from the upcoming issues of that series:

Your art is known for an extensive use of detail. Is this something you set out to do every time?

I think so, yes. I’m not sure I really understand why I do this and often wonder if it is necessary and sensible. I grew up loving detailed art, but nowadays I also have an appreciation of minimalist art, just so long as it is well drawn. Detail can be a good way of hiding bad drawing, unfortunately. For me, minimalist art has more immediacy and dynamism, but doesn’t withstand repeated viewings as well as detailed art. I also find detail can bring an “atmosphere” to stories that you can’t get with minimalist art. Simpler line drawings are perfect for plot-driven stories, where the imperative is to keep the reader barreling forward. But if you want to slow the pace down, and let the reader feel the mood of an event or the ambiance of a location, then applying extra detail or texture is a handy way of doing it.

What does it, in your opinion, add to the whole reading experience?

I hope it gives the reader a reason to reread the book over and over again. Maybe they’ll discover new things they didn’t notice on the first reading.

Were there any challenges in your career so far that you still dreadfully remember?

Ha ha. Far too many to list here. To be honest, I find every job a challenge. I usually try to find a way to challenge myself, to stretch myself in order to improve the outcome. I try to find some new element to bring to my art with each story, to keep it fresh for me and the readers. Strangely, this rarely shows on the finished page. I never knock the pages out to earn some quick money. I have rushed art in order to reach deadlines on time, but I find that quite stressful and unsatisfying.

I drew a five part series for DC Comics called TIME BREAKERS, and that has to rate as one of my worst experiences. I really didn’t like the story and I hated working on it. I have absolutely no idea why I accepted that job, aside from the fact I liked the editor, Stuart Moore.
I never really enjoy the jobs where I’m only doing part of the labour. I never enjoy just pencilling, for example. It always feels like turning in half-finished work and I suspect that my finishes are part of the appeal of my work. Team-work doesn’t come naturally to me, either. Unfortunately the comic-book schedules often require it. Luckily, I have found a great inker in Gary Erskine who makes the process a lot more bearable.

It seems to me that you have tackled many comics genres (sci-fi, superhero, autobiographic and more). Is there a favorite among them or a loved genre you have yet to try?

I’m a huge science fiction fan. I like having the opportunity to design new environments, characters and landscapes. Jean Moebius Giraud is very good at that and he was a huge influence on my work. I wish I would get more opportunities to do that. Doing historical stories involves a lot more research, but that can be rewarding too. Research is a bit like detective-work or puzzle-solving and it satisfies my latent hunter-gatherer genes. But, I have to say I do tend to like science fiction the best. Outside of 2000AD there’s so little opportunity to do sci-fi stories. I like superheroes as much as the next guy, but variety is the spice of life. I wish that American audiences could ween themselves off their dependency for spandex and capes and be more willing to try different genres. European readers are far more broad-minded. Superheroes are the hamburger of the comic book world, but a diet of nothing but hamburgers isn’t conducive to good health.

I wouldn’t mind having a go at a western and I have an idea for a story that is set in the Wild West… but even that has some science fiction elements.

You have also written some stories, mainly for 2000AD. Do you think that writing and then illustrating your own stories has helped you evolve as an artist?

To be honest, I don’t find any difference between illustrating my own self-written scripts and someone else’s. I always write them as if someone else will be the artist. I don’t cheat, or make things easier for myself. I don’t see it as an opportunity to provide myself with a series of splash pages that will net me a bonus payment once I come to sell the original art.

What I do like is the feeling of control that writing my own scripts has given me. I admit it: I’m a control freak. I’ve never been a team-player. It means I don’t have to wait around for a writer to finish the scripts, and I can finally create the stories that I think are missing from the comic book market. I’ve also detected a slightly condescending attitude from writers towards artists, and I’m a natural anti-authoritarian, so I relish the challenge of wresting some of their power away. Long term, I just want to carve out a tiny corner of the industry for myself; just a small scrap of land I can call my own, just like my mentor, Don Lawrence did. A bit like a cottage industry, where I can produce my own little independent books free from the meddling of others. I’d make a good hermit.

I’ve been lucky enough to work with a lot of big-name writers in the past and I always try to do the best by them and their scripts. There is an element of subjugation involved as I see it as my duty to present their story with utter accuracy and clarity. The trouble with working for big-name writers is they tend to get their names written bigger on the covers, something I find to be an act of gross ingratitude. But it’s a policy that is actively pursued by the publishers who see it as a form of labeling, the writers’ names can be marketed as a kind of brand.

What were the reasons for the extended hiatus of THE TWELVE?

Too many bloody reasons. It came perilously close to being a disaster, and I share part of the blame for that. My take on it is this: The problems began when JMS fell out with Marvel over the Spider-Man “One More Day” retcon; after that he disappeared for about three months during which I didn’t receive any scripts or any other offers of work from Marvel (until I complained). Then, JMS found bigger success as a screen-writer. Ask yourself, if you have to choose between providing scripts for Chris Weston or Clint Eastwood, I think it’s pretty obvious who you would make your priority. I understood that, and when I suddenly received the call to work on THE BOOK OF ELI I had no qualms about accepting. I was attached to ELI fourteen months before the first issue of THE TWELVE came out but the writer’s strike delayed the production by a year and causing it to clash with the publishing schedule for THE TWELVE. By then it had already been delayed by JMS and I thought that seeing as he thought it was cool to bugger off and do film work, I may as well do the same. Marvel were real troopers: I told them I would understand if they wanted to fire me and replace me with another artist, but they declined, and were prepared to wait for me. That was very generous of them.

What should we expect from the last four issues?

Without giving too much away, you can look forward to finding out the identity of The Blue Blade’s murderer, and how the team will deal with the culprit. Let’s just say there will be a few fatalities along the way. If there’s ever a sequel, they will not be able to call it THE TWELVE. Secrets are revealed about some of the characters. Once all twelve chapters are collected, you’ll see that THE TWELVE is very much a proper “graphic novel”: a self-contained story with a beginning, middle and end. All of the subplots are tied up, there are no loose ends.

Are there any new elements in your art for these final issues? Has your art changed or evolved over these years?

Twelve Sneak peekI don’t think so. I’ve kept the art consistent with the previous episodes. It’s very basic story-telling; no gimmicks or experimental techniques. Really the best part of THE TWELVE are the characters and the dialogue that JMS has written for them. I mustn’t do anything that detracts from that. My job is to tell the story as simply and as clearly as possible, making sure all the characters are recognizable and displaying body language and expressions that compliment the dialogue. There’s very little opportunity to flex my imagination, but I’m fine with that because if I was to draw it in a way that detracted from the plot then I wouldn’t be doing my job properly.

You have also drawn some storyboards for films. From an artistic point of view, do you approach this kind of work differently?

It’s not a great deal different. You have to subjugate your ego to an even greater degree than with comics. This is because, on a film, my job is to perfectly illustrate what is in the director’s head and not my own. In comics, I get to tell the story; on a film the director’s vision is supreme. I don’t always agree with what the director wants but it’s not my place to contradict him. I can and have made suggestions, some of which did make it into the finished version of THE BOOK OF ELI but those moments are rare. But really the actual labour involved is very similar: ultimately, it’s just you, sat at a drawing board… which is no departure from doing comics at all.
Obviously, I try to draw quicker when I’m working on a film, but Albert Hughes liked my detailed style and was reluctant to let me loosen up too much.

You frequently post art in progress on your blog. Is it just a treat for your fans or do you also gain things from this procedure?

It’s a form of self-promotion. The comic book industry has become just as infected by the “Cult of Personality” as every other form of media. A lot of writers have constructed successful “On-line Personalities” for themselves as a form of market-branding; I think you can guess who I’m talking about. I find this quite distasteful, but the unfortunate fact is: it works. It boosts their sales. My occasional blog-posting and presence on Twitter and Facebook is my concession to these practices. You can’t rely on the comic-book companies to adequately promote you, so you have to do it yourself. I try to do this humbly, humorously and without the gross hyperbole that some of my colleagues are prone to.

Do you have any other projects for the immediate future?

I’m not sure. I’m at a bit of a crossroads now. I’m awaiting the green light to do some more storyboards for Albert Hughes on his next film, MOTOR CITY. In the meantime I’ve dome some work for 2000AD. But really, I’m gearing myself up to write and draw my own graphic novel. I haven’t really had time to think about this yet, least of all how I will finance it… but it remains an immediate ambition. Hopefully, the film will come off and the money from that will allow me to fund the graphic novel myself, and keep the rights. But I’m happy to be working at 2000AD at the moment. It’s the place I consider “home”. I get a real thrill out of drawing Judge Dredd and Mega-City One.

Paolo Rivera’s cover for THE TWELVE #9

[Translated by Alexandros Tsantilas]