Two Brothers
Η διασκευή ενός έργου σε άλλη μορφή Τέχνης είναι πάντα ένα μεγάλο στοίχημα. Κατάφεραν οι δίδυμοι αδελφοί Fabio Moon και Gabriel Ba να το κερδίσουν;
Οι δύο βραζιλιάνοι καλλιτέχνες αποφάσισαν, στο τελευταίο κοινό τους graphic novel, να διασκευάσουν και να αποδώσουν το βραβευμένο μυθιστόρημα “Dois Irmãos” (κυκλοφορεί στην Ελλάδα ως ΤΑ ΑΔΕΛΦΙΑ, σε μετάφραση Σπύρου Παντελάκη, από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια) του συμπατριώτη τους, πολυβραβευμένου και αναγνωρισμένου συγγραφέα και καθηγητή Λογοτεχνίας, Milton Hatoum. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχαν εύκολο έργο, καθώς ο Hatoum είχε δημιουργήσει, σύμφωνα με κριτικούς και αναγνώστες, ένα ιδιαίτερο περιβάλλον στο βιβλίο του, εστιάζοντας κυρίως στον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του.
Η ιστορία διαδραματίζεται λίγο μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σε μια πόλη της Βραζιλίας, το Manaus. Μια οικογένεια λιβανέζικης καταγωγής γιορτάζει την επιστροφή, μετά από πέντε χρόνια, ενός από τους δύο δίδυμους γιούς της. Οι δίδυμοι Omar και Yaqub, παρά την ομοιότητά τους, είναι εντελώς διαφορετικοί. Ενώ ήταν ακόμη παιδιά, ένα βίαιο επεισόδιο μεταξύ τους θα αφήσει μια μόνιμη ουλή στο πρόσωπο του Yaqub και οι γονείς αποφάσισαν να τον στείλουν σε συγγενείς στον Λίβανο. Την επάνοδο του Yaqub ακολουθούν γεγονότα που ταράζουν τη ζωή της οικογένειας. Ο “εξόριστος” Yaqub επέστρεψε διαφορετικός, με αποσκευές βαρέα ψυχολογικά φορτία. Αντίθετα ο αδελφός του, ο αγαπημένος της μαμάς Οmar, που έμεινε πίσω, συμπεριφέρεται εντελώς διαφορετικά. Αυτήν την τεταμένη σχέση μεταξύ των αδελφών θα ακολουθήσουμε μέχρι και την τελευταία σελίδα, μέσα από έριδες, αντιζηλίες και ανταγωνισμό, που όμως, εκτός από τους ίδιους, μετατρέπει σε τραγικές φιγούρες όλους τους υπόλοιπους ήρωες του έργου.
Στην ουσία, πρόκειται για μια παραλλαγή των ιστοριών της αγίας γραφής (Κάιν-Άβελ, Ιακώβ-Ησαύ, παραβολή ασώτου υιού κτλ.) διανθισμένη με στοιχεία αρχαίας τραγωδίας. Τo κείμενο περιέχει πλούσια εσωτερική δράση και σύγκρουση, με κυρίαρχη την συναισθηματική φόρτιση των ηρώων. Δε λείπουν, βέβαια, και τα απαραίτητα για την εκτόνωση της έντασης αστεία, αλλά και τα στοιχεία εκείνα που διατηρούν το ενδιαφέρον του αναγνώστη και κάνουν ένα προϊόν best-seller (σεξ, βία, ίντριγκα, κτλ.).
Δεν χωρά αμφιβολία, λοιπόν, ότι το σενάριο είναι πολύ δυνατό, για αυτό και οι Moon και Ba έμειναν αρκετά πιστοί στη μεταφορά του. Χρησιμοποίησαν, μάλιστα, τον εξαιρετικά ευρηματικό τρόπο αφήγησης, κατά τον οποίο ο αρχικά απρόσωπος αντικειμενικός αφηγητής, που διηγείται αποστασιοποιημένα τα γεγονότα, στη συνέχεια αποκαλύπτεται και εμπλέκεται ο ίδιος στο δράμα, κάνοντας εμφανή και τη δική του εσωτερική μάχη με την αντικειμενικότητα.
Αναφορικά με τα εικαστικά του μέρη, το comic δεν υπερβάλλει. Το artwork είναι λιτό. Χρώμα δεν υπάρχει και όλο το έργο φαίνεται να έχει βγει με ένα μαύρο πενάκι. Υπάρχουν panels που επικρατεί το λευκό, ενώ σε άλλα κυριαρχεί το μαύρο. Η χρωματική αντίθεση τονίζει την φιλοσοφία του κειμένου, δηλαδή την άμεση και διαρκή αντιπαράθεση και ταυτόχρονα την απαραίτητη συνύπαρξη για την εξέλιξη της ιστορίας (κάτι δηλαδή σαν το σύμβολο του γιν-γιάνγκ). Το σχέδιο προσπαθεί να διατηρήσει το μέτρο, επιχειρώντας να αναδείξει τα επίμαχα σημεία του κειμένου. Στις περισσότερες σελίδες είναι απλό, δεν κατάφερε, όμως, σε κάποιες να αποφύγει αχρείαστες υπερβολές. Το ενδιαφέρον είναι ότι οι δημιουργοί πέτυχαν μια ομαλή και ενιαία σχεδιαστική γραμμή, δηλαδή σαν να σχεδίαζε μόνο ο ένας, ώστε να μην χαλάει η ροή της εικονικής αφήγησης.
Σε γενικές γραμμές το TWO BROTHERS είναι μια αξιόλογη διασκευή μυθιστορήματος και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοια και όχι όπως ένα πρωτότυπο έργο. Αν είσαι λάτρης της λογοτεχνίας της Λατινικής Αμερικής, το graphic novel έχει καταφέρει να συμπεριλάβει αυτή τη νοσταλγική ατμόσφαιρα. Εδώ, όμως, υπεισέρχεται ένα “αλλά”… Υπάρχει κάτι το ακαθόριστο, το οποίο δεν του επιτρέπει, κατά την γνώμη μου, να κάνει την υπέρβαση και από ένα καλό έργο να γίνει αριστούργημα. Ενδεχομένως να οφείλεται σε κάτι (ή σε όλα) από τα ακόλουθα. Πρώτον, στην αναγκαστική παράλειψη τμημάτων του μυθιστορήματος, που τελικά παραλλάσσει το ολοκληρωμένο αποτέλεσμα σε κάτι διαφορετικό, αλλά ελλιπές. Είναι γνωστό ότι ο κάθε συγγραφέας “χτίζει” τον κόσμο και τους χαρακτήρες του έργου του συνολικά και όχι αποσπασματικά – εν ολίγοις, δεν μπορείς να μεταφέρεις έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο, αν παραλείψεις στοιχεία του διηγήματος. Δεύτερον, η έλλειψη χρώματος, βασικού στοιχείου μιας εικονικής αφήγησης, αποστερεί την περαιτέρω δημιουργία του κλίματος που θα ταίριαζε στο έργο. Τρίτον, η εναλλαγή μαύρου-άσπρου συχνά γίνεται κουραστική και ιδίως στις σελίδες που το μαύρο κυριαρχεί. Τέταρτον, αρκετές φορές το σχέδιο φαίνεται πρόχειρο και βιαστικό.
Στο δια ταύτα, μην περιμένετε απάντηση στη ερώτηση της αρχής του κειμένου (ήταν ρητορική και προβοκατόρικη για να τσιμπίσουμε το κλικ). Σίγουρα, πάντως, το graphic novel δεν είναι αδιάφορο, αξίζει την προσοχή του αναγνώστη, αλλά δεν αντιστοιχεί της προβολής που έχει τύχει.