Doom Patrol
Πριν από ένα μήνα περίπου, συνέβη κάτι που έκανε τους αχώνευτους hipster-geeks καλλιεργημένους και με εκλεπτυσμένο γούστο fans της παλιάς Vertigo, όπως εγώ, να χαρούν ιδιαίτερα και αναπτέρωσε τις ελπίδες τους για τα comics που θα φέρουν το σήμα της DC στο κοντινό μέλλον. Αναφέρομαι, φυσικά, στο Young Animal imprint και στο πρώτο τεύχος του καινούργιου DOOM PATROL. Για όσους δεν γνωρίζουν για τι πράγμα μιλάμε, έχουμε να κάνουμε με μια ομάδα υπερηρώων, οι οποίοι χαρακτηρίζονται οι πιο παράξενοι ήρωες του κόσμου.
Ασχέτως από το αν μιλάμε για εποχές όπου θεωρείτο “ψαγμένη” pop art, σαχλή υποκουλτούρα, ή αίτιο της ηθικής διάβρωσης των νέων, τα comics ήταν ανέκαθεν ένας χώρος που ευνοούσε τις ασυνήθιστες και “out there” ιδέες. Ίσως λόγω της φύσης τους ως “παιδική” ενασχόληση, ή ίσως επειδή το κόστος της δημιουργίας τους ήταν σημαντικά μικρότερο από ένα βιβλίο ή (Θεός φυλάξει!) μια ταινία, όποτε ο πειραματισμός δεν αποτελούσε τόσο μεγάλο οικονομικό ρίσκο για τους εκδότες, τα comics πάντα φλέρταραν με το αλλόκοτο, χωρίς να ανησυχούν για το αν οι ιδέες και οι επιρροές τους ήταν πολύ παράξενες και obscure για να τις “πιάσει” ένα κοινό που δεν είχε τα απαραίτητα σημεία αναφοράς.
Φυσικά, το τι είναι το αλλόκοτο αλλάζει ανάλογα με την εποχή και, με αφορμή το νέο ξεκίνημα ενός πολύ ενδιαφέροντος τίτλου, είναι μια καλή στιγμή να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή και να δούμε την πορεία της ομάδας από το 1963 μέχρι σήμερα.
Arnold Drake, Bob Haney, Bruno Permiani
(1963)
Οι χαρακτήρες του DOOM PATROL εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις σελίδες ενός comic της DC, με τίτλο MY GREATEST ADVENTURE. Με τη δυνατή επιστροφή των υπερηρώων στο προσκήνιο (μετά την επιτυχία του νεοσύστατου τότε Marvel Universe), η DC ανέθεσε στον Arnold Drake να μετατρέψει τον μέχρι τότε adventure-themed τίτλο σε superhero comic.
Σε συνεργασία με τον συγγραφέα Bob Haney και τον σχεδιαστή Bruno Permiani, ο Drake παρουσίασε μια ομάδα “παράξενων” ανθρώπων, με εξωπραγματικές δυνάμεις που ποτέ δεν επιδίωξαν να αποκτήσουν. Το “αλλόκοτο” σε αυτή την πρώιμη μορφή του DOOM PATROL, έχει να κάνει καθαρά με τη φύση των ηρώων της ομάδας. Ο Cliff Steele είναι αναγκασμένος, μετά από ένα ατύχημα, να ζει μέσα σ’ ένα ρομποτικό σώμα, το ραδιενεργό σώμα του Negative Man είναι μονίμως καλυμμένο με γάζες, ενώ η Rita Farr αυξομειώνει το μέγεθός της, αλλά δυσκολεύεται να ελέγξει τις δυνάμεις της. Υπό την καθοδήγηση ενός ιδιοφιυούς ηγέτη, που είναι καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, οι τρεις τους προσπαθούν να προστατεύσουν έναν κόσμο που τους θεωρεί τέρατα. Μήπως όλα αυτά σας θυμίζουν κάτι;
Η τετράδα των Elasti-Girl, Negative Man, Robotman και Chief, μοιάζει αρκετά με DC εκδοχή των X-Men, οι οποίοι, αξίζει να σημειώσουμε, έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση ελάχιστους μήνες αργότερα. Ο Arnold Drake μάλιστα ήταν πεπεισμένος ότι ο Stan Lee του έκλεψε την ιδέα.
Οι ιστορίες του πρώτου volume είναι τυπικές superhero περιπέτειες της εποχής, απλές μάχες καλών εναντίον κακών, με προβλήματα που λύνονται το πολύ σε δύο τεύχη. Από το χαρακτηριστικό look των πρωταγωνιστών, όμως, μέχρι τους εξωφρενικούς εχθρούς που αντιμετωπίζουν, οι σπόροι όσων πρόκειται να ακολουθήσουν, βρίσκονται εκεί.
Paul Kupperberg
(1987)
Όταν ο τίτλος πέρασε στον Paul Kupperberg, η σύσταση της ομάδας άλλαξε. Οι Tempest, Negative Woman και Celcius, έγιναν μέλη της ομάδας, με αρκετούς χαρακτήρες να προστίθενται αργότερα (και με τον Robotman, ο οποίος σταδιακά εξελίχθηκε σε “σταθερά” για κάθε line-up της ομάδας).
Ειδική μνεία αξίζει στο, άρτιο από όλες τις απόψεις, σχέδιο του Steve Lightle, ο οποίος έδωσε μία σχεδόν κινηματογραφική διάσταση στις περιπέτειες της ομάδας (πριν αντικατασταθεί από το αρκετά φτωχότερο artwork Erik Larsen), ταιριάζοντας άψογα με τον ρεαλιστικότατο τρόπο που ο Kupperberg χειρίζεται τους χαρακτήρες.
Αν, μάλιστα, υπάρχει ένα παράπονο για το run του Kupperberg είναι πως οι ιστορίες του είναι υπερβολικά ρεαλιστικές. Υπάρχουν εμφανείς επιρροές από H.P. Lovecraft και αντίστοιχους δημιουργούς του “weird fiction” ρεύματος, διάσπαρτες εδώ κι εκεί, μαζί με μπόλικες αναφορές σε ασιατικές φιλοσοφίες, αλλά το DOOM PATROL του Kupperberg είναι κατά βάση προσγειωμένο, με έμφαση στις σχέσεις μεταξύ των ιδιαίτερα καλογραμμένων χαρακτήρων του και, για να είμαστε δίκαιοι, αρκετά επηρεασμένο από τους X-Men των Claremont/Byrne.
Το 1989, όμως, με την αφορμή του crossover event “INVASION”, ο Kupperberg σκότωσε αρκετούς από τους χαρακτήρες του, ώστε να παραδώσει την ομάδα στην μορφή που την ήθελε ο αμέσως επόμενος δημιουργός. Ήταν τα τέλη των 80s, μια εποχή που έμεινε γνωστή ως η British Invasion των Αμερικανικών comics. Οι ιστορίες έγιναν πιο σκοτεινές, οι επιρροές πιο “καλλιτεχνικές” και ονόματα όπως Alan Moore, Neil Gaiman και Peter Milligan, εμφανίστηκαν στα εξώφυλλα τίτλων που τράνταξαν τον χώρο των mainstream comics.
Μετά από δεκαοχτώ τεύχη, το DOOM PATROL πέρασε από τον Kupperberg σε έναν ανερχόμενο, Σκοτσέζο punk, ονόματι Grant Morrison και, στις σελίδες του τεύχους #19, οι αναγνώστες θα καταλάβαιναν τι πραγματικά σημαίνει αλλόκοτο…
Grant Morrison
(1989)
Όπως και με οτιδήποτε καταπιάστηκαν οι Βρετανοί δημιουργοί της DC, εκείνη την περίοδο, ο Morrison έφερε μια τελείως διαφορετική οπτική στο DOOM PATROL. Με σουρεαλιστικό κινηματογράφο, punk μουσική, μυστικισμό και fringe science, ανάμεσα στις πολλές επιρροές του, το DOOM PATROL του Morrison ήταν, για τους περισσότερους αναγνώστες, μια πρωτόγνωρη εμπειρία.
Το run που κατέληξε για πολλούς να είναι συνώνυμο του DOOM PATROL, ξεχείλιζε από παράξενες ιδέες, όπως η πόλη της Orqwith, ένα φιλοσοφικό πείραμα που αποκτά υλική υπόσταση, η Brotherhood of Dada, μια ομάδα από supervillains, που, μεταξύ άλλων παράλογων εγκλημάτων, χρησιμοποιούν έναν υπερφυσικό πίνακα που “καταβροχθίζει” το Παρίσι, και πολυάριθμες σουρεαλιστικές παρωδίες και homages.
Παρ’ όλο τον χιουμοριστικό αέρα που συχνά το περιβάλλει, το DOOM PATROL του Morrison δεν ήταν ένα εύθυμο comic. Το χιούμορ του είναι σαρκαστικό, θυμωμένο και punk, οι χαρακτήρες του βασανισμένοι και χωρίς ελπίδα να ξαναγίνουν “φυσιολογικοί”, και, σε αντίθεση με το πιο οπτιμιστικό πνεύμα των ιστοριών του Arnold Drake, με δυνάμεις που συχνά τους δημιουργούν περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνουν. Όπως εύστοχα περιγράφει ο Tom Peyer, στον πρόλογο του πρώτου trade paperback, το DOOM PATROL του Morrison είναι ένα υπερηρωικό comic, στο οποίο κανείς δεν θέλει να είναι υπερήρωας.
Rachel Pollack
(1993)
Μετά το τεύχος #63, τα ηνία του τίτλου πέρασαν στην Rachel Pollack, η οποία είναι υπεύθυνη για το, με διαφορά, πιο αδικημένο run του τίτλου, αφού ο Morrison αποδείχτηκε ο ορισμός του “tough act to follow”.
Εισάγοντας ενδιαφέροντες νέους χαρακτήρες (όπως τους συμπαθέστατους Bandage People) και φέρνοντας στο προσκήνιο την Dorothy Spinner, που έχει την δύναμη να δίνει υλική υπόσταση τους φανταστικούς της φίλους, η Pollack βρίσκει το δικό της “αλλόκοτο”, σε ιστορίες με θεματικό πυρήνα την σεξουαλικότητα και την ενηλικίωση.
John Arcudi
(2001)
Με το run του John Arcudi, το DOOM PATROL επιστρέφει από την Vertigo στην DC και κάπου εδώ ξεκινά η κατρακύλα…
Ο Arcudi βάζει τον Robotman ως επικεφαλής μιας ομάδας νέων corporate ηπερηρώων. Ενώ το run του δεν είναι ό,τι χειρότερο έχει τυπωθεί ποτέ σε χαρτί, και παρ’ όλο που θα βρείτε κανα-δυο ενδιαφέρουσες ιστορίες στις σελίδες του, οι νέοι χαρακτήρες της ομάδας είναι, στον πυρήνα τους, αδιάφοροι, βαρετοί teenagers. Ο Robotman, από την άλλη, που στις περισσότερες ενσαρκώσεις του DOOM PATROL έπαιζε τον ρόλο ενός παράταιρου everyman, το σημείο ταύτισης για τον αναγνώστη, που σχολίαζε τα παράξενα πράγματα που συνέβαιναν γύρω του, μετατρέπεται εδώ σε ένα κατάλοιπο προηγούμενων τίτλων, που μας θυμίζει, χωρίς να το θέλουμε, ότι το comic που διαβάζουμε γράφει DOOM PATROL στο εξώφυλλο.
John Byrne
(2004)
Αν το run του Arcudi ήταν κακό επειδή άλλαξε το line-up της ομάδας, τότε το DOOM PATROL του Byrne ήταν κακό για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Οι βασικοί χαρακτήρες επιστρέφουν, αλλά στερούνται του χρώματος, της προσωπικότητας και της πρωτοτυπίας που έκαναν τον τίτλο να ξεχωρίζει.
Το DOOM PATROL ήταν ανέκαθεν ένα superhero comic και θα ήταν ανόητο να υποστηρίξουμε το αντίθετο, αλλά το DOOM PATROL του John Byrne μοιάζει με superhero comic περισσότερο απ’ ότι θα έπρεπε, γεγονός που το καθιστά και το πιο αδύναμο run του τίτλου.
Keith Giffen
(2009)
Ένα μικρό ψήγμα ελπίδας, από την άλλη, αχνοφαίνεται στο DOOM PATROL του Keith Giffen. Ο Giffen είναι fan του τίτλου και προσπαθεί να μας το αποδείξει, με συνεχή references και κλεισίματα του ματιού στους αναγνώστες, αλλά και με την επιστροφή της ομάδας στην αρχική της σύσταση. Μαζί τους, επιστρέφει και το weirdness, καθώς οι πρωταγωνιστές μας αντιμετωπίζουν, μεταξύ άλλων, έμβιες μαύρες τρύπες και εξωγήινους τοπογράφους.
Αν υπάρχει κάτι που κάνει εντύπωση στο run του Giffen, είναι ο τρόπος που χειρίζεται τους πρωταγωνιστές του. Είναι, for lack of a better word, κακόψυχοι. Εκεί που, σε όλες τις προηγούμενες ενσαρκώσεις τους, οι χαρακτήρες του DOOM PATROL ήταν περιθωριακοί άνθρωποι, που έβρισκαν στήριξη ο ένας στον άλλον, ο Giffen, αρνείται οποιαδήποτε ρομαντική προσέγγιση και μας δίνει μια ακόμη πιο σκληρή εκδοχή της ιστορίας, με πρωταγωνιστές κλεισμένους στον εαυτό τους.
Gerard Way
(2016)
Το run του Keith Giffen σταμάτησε, εν τέλει, λόγω χαμηλών πωλήσεων, μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια και, πέρα από εμφανίσεις σε διάφορα crossovers και ένα πολύ σύντομο πέρασμα από το New 52, οι χαρακτήρες του DOOM PATROL δεν αξιοποιήθηκαν ιδιαίτερα από την DC, το επόμενο διάστημα.
Κάπως έτσι, φτάνουμε στο 2016 και στον Gerard Way, γνωστό από το comic του UMBRELLA ACADEMY, αλλά και ως frontman του pop punk συγκροτήματος MY CHEMICAL ROMANCE. Με το Young Animal imprint, ο Way φαίνεται πως θα προσπαθήσει να φέρει έναν νέο αέρα, που η DC χρειάζεται επειγόντως, με τίτλους όπως το SHADE THE CHANGING GIRL, CAVE CARSON HAS A CYBERNETIC EYE και, φυσικά, το DOOM PATROL.
Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να κρίνουμε τον καινούργιο τίτλο, αλλά, από τις πρώτες κιόλας σελίδες του πρώτου τεύχους, είναι προφανές ότι κάτι έχει αλλάξει. Στα προηγούμενα runs του DOOM PATROL, το “αλλόκοτο” ήταν κάτι ανεπιθύμητο, που εισέβαλλε στις σελίδες του comic, κάνοντας άνω-κάτω τις ζωές χαρακτήρων, οι οποίοι ήθελαν απλά να νιώσουν φυσιολογικοί. Πλέον, όμως, είναι κάτι που επιδιώκεται, με τους χαρακτήρες του Way να θυμίζουν περισσότερο τους quirky χαρακτήρες που έχει καθιερώσει τα τελευταία χρόνια η Marvel και το “εναλλακτικό” ύφος της Image.
Ο Way φαίνεται να έχει πιάσει το νόημα και μάλλον έχουμε πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον.