Sin City: The Hard Goodbye

Η ομορφιά στο περιθώριο

Ιστορία

Ο κοινωνικά εξαθλιωμένος, σκληροτράχηλος Marv βρίσκει τη γυναίκα των ονείρων του, δολοφονημένη στο πλευρό του, μετά την πρώτη τους νύχτα μαζί. Με εκδικητικό μένος και τη βοήθεια της υπεύθυνης αξιωματικού για την αναστολή φυλάκισής του, ξεκινά την αναζήτηση των δολοφόνων της, ερχόμενος αντιμέτωπος με την αστυνομία, αρρωστημένα, μοχθηρά υποκείμενα και μία πολύ ιδιαίτερη γυναικεία παρουσία.

Τι Μας Άρεσε

Με μία λέξη, όλα. Με κάπως περισσότερες και σε άλλη νότα από αυτήν του ατμοσφαιρικού SIN CITY, θυμάστε κάτι κομπλεξικούς καθηγητές, που λένε τη βλακεία “το 10 είναι για το Θεό (και για παιδιά συναδέλφων/συλλόγου γονέων/οποιουδήποτε θέλω να γλείφω), το 9 για τον καθηγητή, το 8 για κάποιον από εσάς που έχει φτύσει αίμα, ΕΦΟΣΟΝ μου έχει κάτσει η σύζυγος την προηγουμένη και δεν είμαι τόσο ζοχαδιασμένος”; Αν σε αυτό το άτυχο τμήμα, λοιπόν, έχουμε συμμαθητή τον Frank Miller, παίρνει τον υψηλότερο κατά δύναμιν βαθμό (οι υπόλοιποι μην πω τι παίρνουμε…). Αυτό ως διττό παράδειγμα του ταλέντου του δημιουργού, αλλά και της πεμπτουσίας των αηδιαστικών υπάρξεων που διαλέγει για “κακούς” από την άλλη. Πριν ξεκινήσω με τα τεχνικά πλεονεκτήματα, αυτό που μου αρέσει περισσότερο στο THE HARD GOODBYE και σε όλη τη σειρά SIN CITY γενικότερα, είναι η στοχευμένη αποτύπωση της σύγκρουσης ενός αλλοτριωμένου, θετικού όμως στη βάση, στοιχείου σε αδιέξοδο, έναντι τιποτένιων ανήθικων. Θεωρώ πιο ταιριαστό εδώ να κάνετε ένα διάλλειμα από την ανάγνωση, να διαβάσετε το THE GENIUS OF THE CROWD του Charles Βukowski και να επανέλθετε.

Κάθε διδάσκοντας με σώας τας φρένας, πάντως, στην περίπτωση Miller, ως άλλος Jago στην ταινία της Disney ALLADIN λέει: “Mε άριστα το 10, εσύ παίρνεις 11!” .Όσον αφορά στο στιλιζάρισμα, είναι ανεπανάληπτος, στην κορυφή της πυραμίδας, οι μορφές του μοιάζουν να ξεπηδούν από τις σελίδες των βιβλίων του. Σε δεύτερο λόγο, θέτω την τοποθέτηση κειμένων και τον συνδυασμό τους με τις εικόνες στη διάταξη της σελίδας. Οι εναλλαγές στο lettering, στη γραμματοσειρά, στη στοιχειοθέτηση των panels ή ακόμη και παράλειψη του πλαισίου τους, είναι τόσο αρμονικές, που τελικό αποτέλεσμα έχουν ένα καλόγουστο εκλεκτικό στιλ.

Στην κειμενογράφηση, το ισχυρότερό του σημείο ειναι οι διάλογοι, ατμοσφαιρικοί και ρεαλιστικοί συνάμα. Πράγμα που μάλλον είναι και το δυσκολότερο να επιτευχθεί στο σενάριο ενός comic. Το έργο του είναι για καθε ενδιαφερόμενο καλλιτέχνη, ό,τι τα Tripitakas για τους Βουδιστές (άλλο θα διάλεγα, αλλά είπα άσε τώρα που να τρέχουμε με τις μουρμούρες, μη μας ανατινάξουν κιόλας, θα διαλέξω μία πιο friendly θρησκεία. Έμαθα και μια καινούργια χαριτωμένη λέξη.) Η μελέτη αυτού θα σας φανεί χρήσιμη, ακόμα και αν δεν ασχοληθείτε με το ασπρόμαυρο σχέδιο ή τη noir πεζογραφία, γιατί έχει ένα ολοκληρωμένο υπόβαθρο σαν καλλιτέχνης (και 100 κιλά μαγκιά, πάντα βοηθάνε αυτα). Τελευταίο  και σημαντικότερο, η δημιουργία δεν άπτεται των ενδιαφερόντων σας και θέλετε απλά, πίνοντας τον καφέ σας, να επενδύσετε χρόνο διαβάζοντας κάτι αξιόλογο; Στο συγκεκριμένο, όπως και σε κάθε Comicdom Files μέχρι στιγμής, φροντίζω να προτείνω comics που θα σας χαρίσουν ακριβώς αυτό.

sin_city_1_min
Τι Μας Ενόχλησε

Προβληματίζομαι για αυτήν την ενότητα, καθώς δε θέλω να επαναλαμβάνομαι. Προσωπικά, είμαι πλήρως ευχαριστημένη και δε βρήκα ούτε θα βρω κάτι μεμπτό να με δυσαρεστεί. Ίσως δυσαρεστήσει κόσμο που θέλει να ευφρανθεί, καθώς δεν πρόκειται για ελαφρύ ανάγνωσμα. Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε εκεί στη μαύρη πόλη, οπότε αν σας έχουν πιάσει τα καταθλιπτικά σας και παραπάνω downιασμα δε σας βοηθά, αφήστε το στην άκρη προς το παρόν. Αντιθέτως, εμένα η λιακάδα σε τέτοιες περιστάσεις με κουράζει παραπάνω. Όταν μελαγχολώ, θέλω σύννεφα και βροχή, να ταιριάζουν με τη διάθεσή μου. Πράξτε αναλόγως περιστάσεων και σχολής στην οποία ανήκετε, λοιπόν.

Επίσης, με μία πρώτη ματιά, φοράει παρωπίδες. Οι γυναίκες είτε έχουν ρόλο παρόμοιο με αυτό στα R&B videoclips ή – αν δείξουν χαρακτήρα και πρωτοβουλία – σκοτώνονται. Ίσως ακόμα φανεί πως εξιδανικεύει την παραβατικότητα. Από τη δεύτερη και μετά, όμως, διακρίνεις λεπτότερες αποχρώσεις, ως συγγραφέας δημιουργεί “υπόγειο” επίπεδο ανάγνωσης, κάνοντας αυτό το τσαχπίνικο κλείσιμο του ματιού, που πολύ το εκτιμώ.

Συνολική Εκτίμηση

Το 1953 συντάσσεται από τη Γερουσία των ΗΠΑ σωματείο για την αποτροπή της νεανικής παραβατικότητας (United States Senate Subcommittee on Juvenile Delinquency). Φανταστείτε κάτι σα συνδυασμό επιτροπής έντυπου/ραδιοτηλεοπτικού ελέγχου και χούντας. Το 1954, η έκδοση του βιβλίου THE SEDUCTION OF THE INNOCENT του Γερμανοαμερικανού ψυχιάτρου Fredric Wertham έκρουε κώδωνα κινδύνου, πως τα comics είναι μία μορφή εκλαϊκευμένης λογοτεχνίας, επικίνδυνης για τους νέους. Το βιβλίο έγινε best seller, λήφθηκε σοβαρά υπόψη εκείνη τη χρονική περίοδο, θέτονας σε συναγερμό γονείς και ηγεσία, δράττοντας επικουρικά στην εκστρατεία υπέρ της λογοκρισίας, αποτελώντας τρανό παράδειγμα αδυναμίας της μόρφωσης να απελευθερώσει το νοσηρό μυαλό και πολυπληθούς μαζικής υστερίας (πριν γίνει ιστορικό γεγονός άξιο χλευασμού, ας συλλογιστούμε τι συμβαίνει με αερολογίες τύπου Secret και Coehlo). Την ίδια χρονιά, η επιτροπή, υπό την ηγεσία του γερουσιαστή Kefauver, ξεκινάει ακροάσεις, που σκοπό έχουν τη διαπόμπευση δημιουργών και εκδοτών και αποτέλεσμα να θεσπιστεί η σφραγίδα λογοκρισίας, από τους ίδιους τους εκδότες, που έβλεπαν τη δουλειά τους να παραλύει, με τα αρχικά CCA (Comics Code Authority). Αυτή σήμαινε ότι το comic δε θα πλήγωνε αθώα ματάκια (γιατί τα ματάκια μας μάραναν, όλες οι επαίσχυντες προσλαμβάνουσες και τα βασανιστήρια που υφίστανται ανήλικα πίσω από κλειστές πόρτες σπιτιών, σχολείων και εκκλησιών, μας αφήνουν παγερά αδιάφορους) και έπρεπε να τη φέρει ώστε να έχει διανομή σε εφημεριδοπωλεία, πρατήρια βενζινης, ψιλικατζίδικα και κάθε άλλου είδους κατάστημα, όπου συνήθως μπορούσε να τo αγοράσει κάποιος. Τουτέστιν, αν δεν έπαιρνε τη σφραγίδα το comic, δε μπορούσε να εισαχθεί στο ευρύ εμπορικό δίκτυο.

Η κατάσταση αυτή είχε ως αποτέλεσμα το πετσόκομμα ή τη διακοπή χιλιάδων δημοφιλών τίτλων, είτε από τους ίδιους τους δημιουργούς είτε από την επιτροπή των αγάμητων. Έτσι έχουμε την καθιέρωση των συμμορφωμένων, πολιτικά ορθών τιτάνων Marvel και DC Comics και την ισχυρή ένεση συντηρητισμού στην καθεστηκυία καλλιτεχνική δημιουργία. Ίσως και μία ακόμη συγχώρεση “καλών” προθέσεων, που επισκιάζονται όμως απο το κυνήγι μαγισσών, των νευρωσικών εμπευστών τους.

Αλλά σήμανε και τη δημιουργία βιβλιοπωλείων αποκλειστικά για comics και με την άνθηση της Ένατης Τέχνης από τη δεκαετία του ’80 περίπου και μετά (όταν δηλαδή τα παιδιά του ’50 είπανε “Νισάφι! Enough is enough!”) συναντούμε τον αγαπημένο μας Frank. Συγκεκριμένα, στην τότε Western Publishing και έπειτα σε ιστορικούς τίτλους όπως το DAREDEVIL της Marvel και το BATMAN: THE DARK KNIGHT RETURNS της DC. Όμως, λίγο που του έσπαγαν τα νεύρα οι προϊστάμενοί του, με το στιλ “εμείς θα παριστάνουμε τα golden boys της Wall Street, αλλά εσένα θα σε έχουμε overworked underpaid, να κάνεις ό,τι σε διατάζουμε” λίγο που σκεφτόταν “τι να τα κάνω τα comics σας είναι πολύ ζαχαρωμένα, ταιριάζουν για σοκολατόπαιδα, μα δε ταιριάζουνε για μένα” (Σαββόπουλος), μπαΐλντισε, είπε νισάφι κι αυτός και παράτησε τη DC για μία φρέσκια, άγνωστη ακόμη εκδοτική, την Dark Horse της καρδιάς μας – η οποία, φαντάζομαι, είπε κάτι σαν “η σφραγίδα θυμίζει κοπάδια και σκλαβιά, dear Frank, στα παλαιότερα των υποδημάτων μου τη γράφω και κάνω το ζωγράφο, σχεδίασε ό,τι αγαπάς και σε εμπνέει darling!”. Ο Miller τότε δήλωσε πως θέλει πλέον να δημιουργήσει τις δικές του ανεξάρτητες ιστορίες, να έχει και την κυριότητα και την ιδιοκτησία των χαρακτήρων του. Γεγονός στο οποίο συμφώνησε πρόθυμα η Dark Horse, προσελκύοντας έτσι κι άλλους δημοφιλείς δημιουργούς, όπως τον Mike Mignola και το HELLBOY του (και κάπου εκεί λογικά ξεκίνησαν Marvel και DC να λένε what the..?).

O Miller δημιούργησε, προσεγμένα και διεξοδικά, σε επίπεδα παρεμφερή του Tolkien, στην πολύ τραχύτερη εκδοχή τους, το μικρόκοσμο της (Ba)Sin City, μίας πόλης που θα μπορούσε να υπάρχει (ντιν, νταν, καμπανάκι για τις κακόφημες γειτονιές του Los Angeles), με αλληλοσυνδεόμενους χαρακτήρες και ιστορίες. Όπως έχει πει σε συνεντεύξεις του, τριβέλιζε το μυαλό του για καιρό. Το σύμπαν της SIN CITY το είχε δημιουργήσει, αλλά δε μπορούσε να το αποτυπώσει, έψαχνε μία ιστορία. Ώσπου του ήρθε επιφοίτητη “Ο Conan με καμπαρντίνα” και δημιούργησε τον Marv. Δημοσιεύτηκε αρχικά η πρώτη ιστορία σε συνέχειες, στη μηνιαία σειρά DARK HORSE PRESENTS, και έπειτα αυτούσια ως graphic novel, με προσθήκη λίγων ακόμη σελίδων και αφιέρωση στη γυναίκα του (σκλάβωσέ μας κι άλλο, μπορείς! Bασικά όχι, δε μπορεί, χωρίσανε).

Μπόλικο γυμνό, αποτύπωση εξαθλιωμένων ανθρώπων και επικίνδυνων καταστάσεων, ωμό σεξ και ακόμα πιο ωμή βία χτυπάνε τις φλέβες ακριβώς εκεί που πρέπει, ο στοχασμός, η συνέπεια στην εξιστόρηση και την αισθητική του είναι τέτοια που χαρίζουν αρμονία στο τελικό σύνολο. Οι καλοί είναι κακοί και οι κακοί χειρότεροι. Σε δεύτερο επίπεδο, όμως, βλέπουμε πως οι καλοί είναι προστάτες των γυναικών, ενώ οι κακοί εκμεταλλευτές τους, τις βασανίζουν, τις βιάζουν και τις σκοτώνουν, οι ήρωες έρχονται να σταθούν εμπόδιο στην κακοποίηση και να τις προστατέψουν. Επίσης, όσο ξετυλίγεται ο μίτος της ιστορίας, η μούρη τους γίνεται κιμάς, των ηρωϊδων από την άλλη παραμένει εξώφυλλο του PLAYBOY. Ε, α στο καλό, σχεδόν spoiler, δε θα κατονομάσω τον τόμο, μία – μία μόνο πήγε να κάνει παιχνίδι και την τέζαρε ο “καλός”. Εδώ μου άναψαν λίγο τα λαμπάκια! Παρόμοια με τους ΤΡΕΙΣ ΣΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ του Αλέξανδρου Δουμά, η μόνη που άξιζε τον κόπο ήταν η Μυλαίδη και ο άτιμος ο Άθως… αργκ! Για να μη πιάσω στο στόμα μου τον υπερμαμούχαλο των πέντε ηπείρων, κύριο Rochester. Παθητική κοπελίτσα με περιορισμένες δυνατότητες η Jane, το εξωτικό πουλί του παραδείσου Antoinette, του έπεφτε πολύ βλέπετε (σας παραπέμπω στα βιβλία JANE EYRE της Charlotte Brontë και WIDE SARGASSO SEA – το καλύτερο fan fiction ever – της Jean Rhys αντίστοιχα).

Επιστρέφοντας στο SIN CITY: THE HARD GOODBYE, Marv αγόρι μου, πόσο βαθιά κοιμάσαι πια, που σου δολοφονούν τη γκόμενα ακριβώς δίπλα σου;! Εντάξει, ο Marv πάσχει από κάποια ψυχασθένεια, δεν κατονομάζεται αλλά υποδηλώνεται. Και στους υπόλοιπους, να βρεθούν ΣΤΟ ΝΤΙΒΑΝΙ με τον Irwin Yalom απέναντι, δε θα έβλαπτε.

Αφού ηρεμήσουμε από το male pride overdose, βλέπουμε πως δεν αρκούν οι καλές προθέσεις, πρέπει να είσαι και αποτελεσματικός. Αυτός είναι ο προβληματισμός του Miller στο SIN CITY τελικά, το δίπολο αρετή/κακία. Την κακία με όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρει το θράσος και η έλλειψη οποιουδήποτε κώδικα ηθικής και μία αρετή να έχει εξανεμίστεί προαιώνια και τάχιστα, αφήνοντας πίσω ένα αγρίμι στα χαμένα. Που, κάτω από όλο το χάος, νιώθει μία βαθιά λαχτάρα για ανθρώπινη στοργή, σε έναν κόσμο ανεξήγητα νοσηρό και χαιρέκακο.

sin_city_2_min

Παράλληλες Προτάσεις

Εκατό μέτωπα άνοιξα στα παραπάνω αγαπημένε μου αναγνώστη και αν έχεις παραμείνει μαζί μου μέχρι τώρα, θα προσπαθήσω να τα κλείσω αναλόγως. Το SIN CITY συνεχίζεται στους εξής, έκτακτους τίτλους:

– THE HARD GOODBYE (καλό)
– A DAME TO KILL FOR (ακόμη πιο καλό)
– THE BABE WORE RED AND OTHER STORIES
– THE BIG FAT KILL
– SINENT NIGHT
– THAT YELLOW BASTARD (τέλειο, καρδούλες παντού)
– DADDY’S LITTLE GIRL
– LOST, LONELY & LETHAL
– SEX & VIOLENCE
– JUST ANOTHER SATURDAY NIGHT
– FAMILY VALUES
– BOOZE BROADS & BULLETS
– HELL AND BACK

Είναι απαράμιλλης τέχνης δημιουργίες, αξίζουν να διαβαστούν με αυτή τη σειρά. Στα ελληνικά θα τις βρεις από τη ΜΑΜΟΥΘΚΟΜΙΞ.

Τίτλους παράλληλους, σε αισθητική και νοηματικό περιεχόμενο συνδυασμένα, για graphic novels άλλων καλλιτεχνών, δεν έχω εντοπίσει. Να σου πω δηλαδή, πως, αν σου άρεσε το SIN CITY θα λατρέψεις το τάδε, εγγύηση. Ίσως, με έναν περίεργο τρόπο, να πλησιάζει κάπως το FROM HELL του Alan Moore, το οποίο όμως καταρρακώνει χωρίς να προσφέρει τις ψυχικές διεξόδους του Miller. Στο σχέδιο σκέτα, o Mike Mignola είναι ο άνθρωπός σου, στο κείμενο σκέτα, ο Chris Claremont, αν είχε λιγότερο σοβαρό λογοτεχνικό ύφος.

Παραπάνω, ανέφερα κάποιες προτάσεις που αποτελούν τρόπο τινά συνιστώσες του SIN CITY. To THE HARD GOODBYE είναι φόρος τιμής στο ΜΕΓΑΛΟ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟ του Raymond Chandler. Η θέαση των γυναικών είναι παρόμοια με του Bukowski, ένα κράμα λατρείας, υποτίμησης και φόβου. Παρομοίως, η ματιά για τα σαθρά θεμέλια, για τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια που έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια (Κυριαζής).

Πιθανολογώ (ελπίζω) πως αχρείαστο είναι το επόμενο, αλλά, όσον αφορά στην ευαισθησία νεαρότερων ηλικιών, αν το καμάρι σου δει κάτι βάναυσο και μετά πάει να το μιμηθεί, συγγνώμη, σου έχω άσχημα νέα, έχει IQ στα Τάρταρα, πιθανώς και τάσεις σχιζοφρένειας. Υπάρχει κληρονομική προδιάθεση συχνά για κάτι τέτοια ξέρεις… Εννοείται πως τα παιδιά ιδανικά πρέπει να μεγαλώνουν σε ένα προστατευμένο περιβάλλον αγάπης και δεν είναι ό,τι πιο έξυπνο να έχουν πρόσβαση σε άσχημες καταστάσεις, προτού τουλάχιστον να είναι σε θέση να τις αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά. Πώς στο καλό, όμως, συνδυάζεται αυτό με την τάση να λογοκρίνεις κάθε δημιουργία που δε συνάδει με τη συντηρητική σου φύση; Έτερον εκάτερον! Υπάρχει πληθώρα επιλογών για το γιαβρί σου. Στα παιδαγωγικό του θέματος, ο ξύλινος λόγος και η αδιάφορη στάση του “προστατευτικού” ενήλικα είναι που κάνει τη ζημιά, ακόμη και αν το περιεχόμενο είναι σωστό. Σε κάθε ηλικία, ο άλλος καταλαβαίνει πως στέκεσαι απέναντί του και αν του απευθύνεσαι λες και είναι ηλίθιος.

Ένα θα δοκιμάσω να θίξω, take it or leave it, αν είσαι νεαρός/η ενήλικας ειδικά, έχεις μία έμφυτη δροσιά που εποφθαλμιούν άνθρωποι με μαραμένα κατά τα άλλα πουλιά, έτοιμοι και τρελαμένοι να σε καταναλώσουν. Έχε το νου σου και τα μάτια σου ανοιχτά.

Η πιο καλή ταινία για την παιδική ηλικία και το πέρασμα στην ενηλικίωση, είναι ΤΟ ΔΙΑΦΑΝΟ ΔΕΡΜΑ (THE REFLETING SKIN) του Philip Ridley και το συνιστω σε όλους, μία φορά παραπάνω σε νέους γονείς.
Θέλετε να διαλυθεί κι άλλο το μέσα σας, με την ασχήμια του μάταιου τούτου κόσμου; Ο σκηνοθέτης Neil Labute έχει φροντίσει να σας το προσφέρει.

Το παρεξηγημένο αριστούργημα ΤΕΜΑΧΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΕΝΑ (BOXING HELENA) της Jennifer Chambers Lynch είναι αλληγορία που δείχνει την αντίθετη πλευρά του νομίσματος. Ότι δηλαδή ο ψυχικός ακρωτηριασμός μίας γυναίκας είναι απαραίτητος για την υποδούλωσή της, αλλά και πως, με αισθησιασμό και τρυφερότητα, ο άνθρωπος ξεπερνάει τις νευρώσεις του και αποκαθιστά τη σχέση του με τον έρωτα.

Κάποιες από τις ιστορίες της SIN CITY έχουν γυριστεί και στον κινηματογράφο, συμπτυγμένες σε δύο ταινίες. Ανεξάρτητες είναι αξιολογότατες, ωχριούν όμως στη σύγκριση με τις αντίστοιχες έντυπες – το να διαλέγεις για ταλαιπωρημένους παρίες της κοινωνίας, καλοζωϊσμένο Hollywood, είναι κακή επιλογή. Η μουσική επένδυσή τους, όμως, η μελωδία από το CELLS των Servants ειδικά, είναι μεγαλείo. Θυμάμαι τώρα τους καραγκιόζηδες που διαρρήγνυαν τα ιμάτιά τους, όταν κυκλοφόρησε η ταινία 300, η οποία συνάδει με το ομώνυμο graphic novel. Αυτή μάλιστα, είναι αριστούργημα, παίρνει την έντυπη πρώτη ύλη και την απογειώνει. Ευτυχώς, οι γελοίοι σιωπήσαν, μαζί με τους υπόλοιπους επικριτές του Miller. Τελικά – για να κλείσω και το καυτό κουτσομπολιό – οι εταιρείες που τον ακύρωναν τώρα πάνε να τον μιμηθούν και να μας το παίξουν dark. Έχουν βέβαια συνάψει μεταξύ τους ειρήνη από καιρό, money, money money, is not funny.

Τέλος, η πιο “όμοια” καλλιτεχνική δημιουργία με το SIN CITY, σε ατμόσφαιρα, λόγο, επιδράσεις και κοινωνικό πλαίσιο, έρχεται από την ελληνική μουσική σκηνή, η οποία είναι στο απόγειό της, όποιος διαφωνεί, αντιλαμβάνομαι πως δεν ακούει hip hop. Δύο συγκροτηματα, οι ΕΠΙΛΕΚΤΟΙ και οι ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΠΥΡΟΣ, με τα τραγούδια τους και τη σιωπηλή τους δύναμη στα επικρατούντα μέσα, φτύνουν κατάμουτρα το νταβατζηλίκι των μιντιακών μεσάζοντων – οι δεύτεροι ειδικά παίζει και να εκνευριστούν που τους ανέφερα – και φτιάχνουν διαμάντια εν εξελίξει. Αυτοί μάλιστα, αν σου άρεσε το SIN CITY, τσέκαρέ τους οπωσδήποτε!