Plastic #1

Μία αρκετά περίεργη ιστορία...

Ένας συνταξιοδοτημένος serial killer (αναρωτιέμαι πώς κολλάνε ένσημα αυτοί) κάνει ένα tour με την αγαπημένη του, τη Virginia, με την οποία έχει ταιριάξει τέλεια και τον βοηθά να καταπολεμήσει και τις δολοφονικές του τάσεις!

Οι τάσεις αυτές ξυπνάνε μόνο όταν χρειάζεται να υπερασπιστεί την αγάπη του. Καθώς σταμάτησαν για να γεμίσουν βενζίνη – και τις μπαταρίες τους – η μικρή μας φίλη δέχεται μία σεξουαλική παρενόχληση. Πάνω, λοιπόν, στην ταραχή του σπάει στο ξύλο την παρέα που την πείραζε, με την κυριολεξία της φράσης. Λίγο πριν τους στείλει στο νεκροτομείο, σταματά, αφού οι κραυγές της Virginia στο κεφάλι του δεν τον θέλουν έτσι πια. Οπότε, φεύγουν να ξαναζήσουν τον έρωτα τους λίγο παρακάτω σε μία λιμνούλα, κοιτάζοντας το ρομαντικό ηλιοβασίλεμα.

Ο ένας από την ομάδα, που έφαγε το πιγκάλ της τουαλέτας κανονικά, τυχαίνει να είναι και γιος κάποιου μαφιόζου της περιοχής. Και σαν άντρας που δεν του αρέσει να τον περιφρονούν, ζητά από τους άντρες του να του φέρουν αυτόν τον τύπο που έκανε το γιο του ρεζίλι, μιας και ο  Edwyn Stoffgruppen είναι και κάποια ηλικίας. Είπαμε, είναι συνταξιούχος. Τον βρίσκουν πάντα παρέα με την αγάπη του, τον δένουν, δένουν και τη Virginia. Και ανοίγει τα μάτια του.

Ο μαφιόζος, αφού τον έψαξε και είδε ποιος είναι, θα ήθελε να τον βοηθήσει να τακτοποιήσει κάποια θεματάκια του περί “καθαριότητας”. Και για να είναι σίγουρος, κρατά όμηρο την Virginia, για την οποία ο Edwyn είναι ικανός να κάνει τα πάντα. Ακόμα και να ξανασκοτώσει. Η Virginia, από την άλλη, είναι πολύ συνεργάσιμη και ίσως ο καλύτερος όμηρος που υπήρξε ποτέ. Αυτό, επειδή τυχαίνει η online γνωριμία του να είναι μία sex doll!

Μία αρκετά περίεργη ιστορία πάνω σε ένα θέμα που δεν το λες καθημερινό, αλλά δε το λες και μοναδικό. Αυτό που μας δίνει η ιστορία, με το έξυπνα γραμμένο σενάριο, είναι πως μιλάμε για έναν άνθρωπο με πολύ ιδιαίτερες ικανότητες (ολομόναχος έβαλε κάτω πέντε) και πολύ πειραγμένο μυαλό. Και τα σκηνικά και οι εκφράσεις που του έχει δώσει ο καλλιτέχνης το κάνει ακόμα πιο υπέροχο, δίνοντάς του ένα βλέμμα μίας μόνιμης ενοχής και λύπης ή τελείως απλανές και ανέκφραστο και πηγαίνοντας στο άλλο άκρο, με το τρελό βλέμμα και διψασμένο για αίμα.

Αρκετά ωμό και σκληρό, με αίματα, σπασμένα κόκκαλα και άγριο ξύλο. Αλλά, δείχνοντας και μία μεταμέλεια – ίσως για το παρελθόν του – μέσω από μία “σχέση” που τον κρατά μακριά από τον κακό του εαυτό.