X-Men: Dark Phoenix

Καμία αναγέννηση από τις στάχτες

Οι κινηματογραφικοί X-Men φλέρταραν με το PHOENIX SAGA από νωρίς, με τον Bryan Singer να σκοτώνει την Jean Grey στη δεύτερη κιόλας ταινία, με σκοπό να την φέρει πίσω στο τρίτο, ως Dark Phoenix. Με τη σειρά του, το LAST STAND χειρίστηκε κάπως άτσαλα την συγκεκριμένη ιστορία, επιλέγοντας να την παραγκωνίσει και να την χώσει σε ένα σενάριο στο οποίο παράλληλα γίνονται άλλα χίλια δυο πράγματα. Λίγα χρόνια αργότερα, στο X-MEN: APOCALYPSE, πήραμε άλλη μια γεύση από την δύναμη του Φοίνικα, μόνο και μόνο για να ακολουθήσει το X-MEN: DARK PHOENIX, το οποίο υποσχέθηκε να μας δώσει επιτέλους μια αξιοπρεπή ταινία με την Jean Grey και τον αγώνα της να χειραγωγήσει την απύθμενη δύναμή της.

Η ταινία του Simon Kinberg ξεκινάει με την ομάδα των X-Men να έχει ξεφύγει από τον παραδοσιακό ρόλο του “παρία” και να θεωρείται πλέον η επίσημη ομάδα που προστατεύει την Γη, σε μια μη-Avengers κοινωνία. Κατά τη διάρκεια μιας αποστολή στο διάστημα, η Jean Grey (Sophie Turner) έρχεται σε επαφή με το κοσμικό ον Phoenix, που ξεκλειδώνει δυνάμεις και αναμνήσεις, τις οποίες ο Professor X (James McAvoy) πάσχιζε για χρόνια να περιορίσει. Όταν μια ομάδα εξωγήινων με αρχηγό την Vuk (Jessica Chastain) θα έρθουν στην Γη με σκοπό να χρησιμοποιήσουν τις δυνάμεις της για δικούς τους σκοπούς, η Jean θα πρέπει να διαλέξει αν θα αποτελέσει το ισχυρότερο όπλο της ανθρωπότητας ή τον σπουδαιότερο εχθρό της.

Το μακρινό 2006, όταν κυκλοφόρησε το LAST STAND δηλαδή, διανύαμε μια περίοδο στην οποία αν κάποιος σκηνοθέτης έβαζε εξωγήινους στην superhero ταινία του, θα τον έπαιρναν ακόμα λιγότερο στα σοβαρά, μιας και το είδος δεν είχε ξεφύγει από το “παιδικό” στίγμα του και όλοι προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι οι ταινίες είναι για ενήλικες, κάνοντάς τις πιο προσγειωμένες. Πλέον, έχουμε δει διακόσια AVENGERS, οπότε ζούμε μια εποχή στην οποία εξωγήινοι, ταξίδι στο χρόνο και παράλληλα σύμπαντα είναι κάτι στάνταρ για το υπερηρωιλίκι. Ο (καθόλου αρχάριος με το είδος) Kinberg το γνωρίζει καλά αυτό και προσπαθεί να μας δώσει πιο πολλά: βάζει μέσα εξωγήινους, όπως και στο comic, βάζει πιο έντονο το ρομάντζο της Jean με τον Cyclops (Tye Sheridan) · βάζει και μια ανάλαφρη comic book αισθητική, με τον ίδιο τον πρόεδρο να κατέχει ειδικό τηλέφωνο που τον φέρνει σε άμεση επικοινωνία με τον Professor X.

Δυστυχώς, παρά την ύπαρξη όλων αυτών, η ταινία δεν είναι καλή. Έχει έναν άσχημο blockbuster-ικό χαρακτήρα, ο οποίος την κάνει να μοιάζει περισσότερο με απρόσωπο project κάποιου μεγάλου στούντιο, παρά με καλλιτεχνική δουλειά. Οι παλιές ταινίες είχαν επίσης πολλά ψεγάδια και δεν εκμεταλλεύτηκαν ποτέ στο έπακρο το υλικό των comics. Ήταν επιτυχημένες, όμως, κυρίως επειδή είχαν αφάνταστα δυνατούς ηθοποιούς (Patrick Stewart, Ian McKellen) και βασίζονταν στις ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων, που τους έκαναν πιο προσιτούς. Το PHOENIX, δυστυχώς, δεν ακολουθεί αυτή τη συνταγή, καθώς ούτε το παλιό υπερταλαντούχο cast έχει, ούτε φίλιες και έχθρες μεταξύ των πρωταγωνιστών που πείθουν. Βασίζεται κυρίως στις εφετζίδικες μάχες – οι οποίες, ομολογουμένως, είναι εξαιρετικές – και δεν έχει το κατάλληλο βάθος, ώστε να κερδίσει το αντίστοιχο ενδιαφέρον.

Εξίσου προβληματική είναι και η πορεία που διανύουν οι βασικοί ήρωες. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Jean Grey είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αδύναμου πρωταγωνιστή και αυτό οφείλεται τόσο στο σενάριο όσο και στην Sophie Turner. Η ταινία υπόσχεται ότι θα μας δώσει μια “κακιά” Jean, αλλά εκπληρώνει στο μισό αυτήν την υπόσχεση. Είναι λες και δεν έχει σαφή προσανατολισμό, όσον αφορά στην κεντρική της ηρωίδα και έτσι το κοινό δε μπορεί να νιώσει εύκολα κάποιο συναίσθημα για αυτή, πέρα από την αδιαφορία. Η ίδια η Turner, δυστυχώς, δε μου γεμίζει καθόλου το μάτι. Η ερμηνεία της εδώ είναι εξαιρετικά αδιάφορη και έχει και μηδενική χημεία με τον Tye Sheridan, με αποτέλεσμα η σχέση τους να μοιάζει πολύ ψεύτικη.

Το story του Professor X είναι ενδιαφέρον, αλλά έτσι όπως το χειρίζονται οι δημιουργοί, δεν το ένιωσα καθόλου. Η κεντρική ιδέα είναι ότι γίνεται πιο εγωιστής και διακινδυνεύει τις ζωές X-Men για να γίνει ο ίδιος αρεστός. Η ταινία, όμως, δεν το αξιοποίησε σωστά όλο αυτό. Έβαλε απλά την Jennifer Lawrence να του τα χώνει σε δυο σκηνές και, κάπως έτσι, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να νιώσουμε κάποια πικρία ή αντιπάθεια απέναντί του! Προφανώς, όσα κάνει ο συγκεκριμένος χαρακτήρας είναι λάθος, αλλά την ίδια ώρα που το σενάριο δίνει συγχωροχάρτι σε άλλους ήρωες που επιχειρούν να δολοφονήσουν ή δολοφονούν εν ψυχρώ άλλους ανθρώπους (που είναι κιόλας φίλοι τους), τότε δε μπορώ να το πάρω και πολύ στα σοβαρά.

Από την άλλη, οι ρόλος του Quicksilver, της Storm και του Nightcrawler είναι εξαιρετικά περιορισμένοι και οι χαρακτήρες είναι πιο πολύ κομπάρσοι. Έστω μία πραγματικά καλή σκηνή έχει μόνο ο τρίτος, η οποία, μάλιστα, είναι “κλείσιμο ματιού” προς τους fans του X2. Ξεκάθαρος ρόλος-κοροϊδία είναι και αυτός της κεντρικής ανταγωνίστριας, της Jessica Chastain, η οποία είναι μακράν η χειρότερη αντίπαλος που έχει η σειρά και κερδίζει πόντους μονάχα από την επιβλητική παρουσία της ηθοποιού. Από την πλευρά του, ο Magneto παραμένει χαρισματικός, κυρίως λόγω του Michael Fassbender. Κατά τα άλλα, η επιστροφή του χαρακτήρα στο franchise είναι λίγο βεβιασμένη, καθώς ο ρόλος δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το γενικό concept της ιστορίας και εδώ και τρεις ταινίες, απλά μας τον συνδέουν κάπως με την γενική πλοκή, μόνο και μόνο για να έχει το φιλμ λίγο Fassbender. Δεν μπορώ να πω ότι με ενοχλεί ιδιαίτερα αυτό, αλλά ο ρόλος πλέον δεν έχει καμία σχέση με τον Magneto του McKellen, που ήταν ένας αμετανόητος ρατσιστής και η ύστατη απειλή για την ομάδα.

Μοναδικό αντίβαρο στην πλάστιγγα, είναι τα οπτικά εφέ, που είναι, όπως προαναφέρθηκε άλλωστε, εξαιρετικά. Οι σκηνές μάχης είναι άκρως απολαυστικές, καθώς οι χαρακτήρες αξιοποιούν δημιουργικά τις δυνάμεις τους και έτσι ξεφεύγουμε από τα απλά και βαρετά κλωτσομπουνίδια, που δεν έχουν κανένα νόημα σε μια ταινία που ένας χαρακτήρας ελέγχει το μέταλλο και ένας άλλος μπορεί να τηλεμεταφέρεται. Σε αυτό το πεδίο, λοιπόν, ο Kinberg αξίζει εύσημα και κατά την (διόλου ταπεινή) άποψή μου, καταφέρνει και είναι ανώτερος από τον Singer, ο οποίος αν και ο καλύτερος σκηνοθέτης της σειράς, είχε πολύ μέτριες χορογραφίες στις περισσότερες αναμετρήσεις των X-Men και των εχθρών τους.

Σε μια εποχή που οι ταινίες με superheroes είναι τα απόλυτα blockbusters, το DARK PHOENIX έρχεται για να αποτελέσει το αρχέτυπο του “αδιάφορου θερινού blockbuster”. Ως τελευταία ταινία με το παρόν cast, είναι προβληματικά αδιάφορη. Είναι ένα πολύ αδύναμο κλείσιμο, το οποίο είναι ανώτερο μεν από το APOCALYPSE, αλλά δεν αγγίζει ούτε το μικρό δακτυλάκι κάποιας από τις παλιές ταινίες, κυρίως λόγω της έλλειψης προσωπικότητας που το πλήττει.