Εμπρός-Πίσω! Γιατί Τόση Νοσταλγία Πια;

Εισήγηση και μέρη της συζήτησης στο 2ο Smass Fest

Το Σάββατο 13 Ιουλίου είχα την χαρά και την τιμή να εκπροσωπώ το Comicdom στο πάνελ της εκδήλωσης “Εμπρός Πίσω! Γιατί τόση Νοσταλγία πια;” του Δεύτερου Smass Fest που διοργανώνει το διαδικτυακό περιοδικό Smassing Culture. Το θέμα της εκδήλωσης είναι αρκετά ευρύ, επέτρεψε όμως να διεξαχθεί μια ενδιαφέρουσα κουβέντα με τους εισηγητές και το κοινό.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι, κατά κύριο λόγο, η εισήγηση του υπογράφοντος στην εκδήλωση, με μερικές ενδιαφέρουσες προσθήκες που προέκυψαν από την κουβέντα που ακολούθησε. Προφανώς και δεν είναι η μόνη αλήθεια, οι λοιπές εισηγήσεις και τοποθετήσεις έδωσαν περαιτέρω ανάπτυξη στο θέμα. Καλή ανάγνωση και η κουβέντα συνεχίζεται στα σχόλια!

Τι είναι η νοσταλγία;

Η νοσταλγία, αποτελείται από τις λέξεις “νόστος” (επιστροφή στην πατρίδα) και “άλγος” (πόνος). Στο λεξικό. εξηγείται ως η ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από μελαγχολία εξαιτίας της λαχτάρας για επιστροφή στην πατρική γη. Κατ’ επέκταση είναι και η αναπόληση ευτυχισμένων στιγμών του παρελθόντος, καθώς όπως λέει και ένα σύνθημα, “μόνη πατρίδα, τα παιδικά μας χρόνια”.

Το γλυκόπικρο αυτό συναίσθημα των όμορφων αναμνήσεων, εκτιμάται από τους ψυχολόγους ως ιδιαίτερα ευεργετικό. Μας συνδέει με άλλους στη βάση των κοινών εμπειριών, μας κάνει να αισθανόμαστε ευχάριστα για τον εαυτό μας, ενισχύοντας την αυτοεκτίμηση και τον οπτιμισμό. Η νοσταλγία είναι επίσης ένα μέσο που εξυπηρετεί την ίδια την αυτοσυνείδηση. Μια διαδικασία υπαρξιακού προσδιορισμού, καθώς μέσα από την ανασκόπηση του παρελθόντος, αναγνωρίζουμε αυτό που μας κάνει χαρούμενους, και, κατ’ επέκταση, τον ίδιο μας τον εαυτό. Η τελευταία λειτουργία είναι, μάλιστα, και ο λόγος για τον οποίο οι ειδήμονες υποστηρίζουν ότι οι νοσταλγικές τάσεις εμφανίζονται εντονότερα στη ζωή ενός ατόμου σε μεταβατικά στάδια της ζωής. Στις σημαντικές μεταβατικές περιόδους, όπως, για παράδειγμα, στο πέρασμα προς την ενηλικίωση, προσπαθούμε να εντοπίσουμε στο παρελθόν μας εκείνες τις ανέμελες στιγμές όπου τα πράγματα ήταν πιο απλά, πιο αγνά, ή έτσι τουλάχιστον φαίνονταν.

Σύμφυτη, λοιπόν, με την ανθρώπινη φύση, η νοσταλγία κάνει την εμφάνισή της παντού και πάντα. Νοσταλγεί ένας νεαρός ενήλικας, που ξαφνικά αναλαμβάνει υποχρεώσεις, αλλά και ένας ηλικιωμένος, που αναπολεί τα νιάτα του, ή μια δεκάχρονη που αναμοχλεύει στη μνήμη της τις καλοκαιρινές διακοπές για να αποφύγει τη μελαγχολία του σχολείου.

Γιατί τόση νοσταλγία στην μαζική/pop/λαϊκή κουλτούρα αυτές τις μέρες;

Οι νοσταλγικές αναφορές δεν έγιναν επίκαιρες τώρα. Υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα, απλά όσοι γεννήθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 έως, περίπου τα μέσα των 90s, αντιλαμβάνονται πλέον τις νοσταλγικές αναφορές στη σύγχρονη pop κουλτούρα. Αυτό συμβαίνει, ενδεχομένως, επειδή τα σημερινά πόστα παραγωγής αυτής της βιομηχανίας έχουν καταληφθεί από συνομηλίκους τους. Δημιουργοί, παραγωγοί, managers και πάσης φύσεως υπεύθυνοι, κινούνται ηλικιακά, σε μεγάλο βαθμό, μεταξύ των 25-40 ετών. Οι άνθρωποι αυτοί βιώνουν μεταβάσεις στη ζωή τους, είτε από την χαλαρή πρώτη νιότη προς την έντονη ενηλικότητα, είτε στην ανάληψη νέων, σοβαρότερων ευθυνών.

Η νοσταλγία όσων μετέχουν της pop κουλτούρας επηρεάζει και τη δημιουργία και την παραγωγή της. Κατ’ επέκταση, το κοινό που ηλικιακά βρίσκεται στο ίδιο πλαίσιο, απολαμβάνει ευχάριστα το νοσταλγικό προϊόν, καθώς μοιράζεται τις κοινές εμπειρίες. Με απλά λόγια, η νοσταλγία γεννάει ιδέες και πουλάει.

Πουλάει ακόμα και σε εκείνη τη μερίδα καταναλωτών που δεν έχει ζήσει την εποχή που τα έργα αναφέρονται. Εδώ, προφανώς, δεν έχουμε νοσταλγούς. Όποιος γεννήθηκε το 2000 δεν μπορεί να νοσταλγεί τα 90s. Η νοσταλγία προϋποθέτει βίωμα.

Πώς εξηγείται αυτό το φαινόμενο;

Αναπολώντας το παρελθόν, έχουμε την τάση να το εξιδανικεύουμε. Τα ρετρό άρθρα και αφιερώματα για τον αθλητισμό, τα comics, τις ταινίες μέχρι το… ΠΑΣΟΚ, έχουν αναγάγει σχεδόν οτιδήποτε δημιουργήθηκε πριν, τουλάχιστον, 25 έτη, σε τοτέμ. Αυτή η εξιδανίκευση, σε συνδυασμό με τη συχνά άρτια εκτέλεση των έργων, οδηγεί το κοινό νεαρότερης ηλικίας να ενσωματώνει στο συλλογικό του ασυνείδητο την αγάπη για μια εποχή που δεν έζησε. Με τον τρόπο αυτό, εσωτερικεύεται ένα άλλο αφήγημα το οποίο συχνά δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Κι έτσι επέρχεται σύγχυση της νοσταλγίας με την ιστορία, μέσα από καλοεκτελεσμένα παραμύθια, που είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού τέχνης και φαντασίας.

Ο κίνδυνος της νοσταλγίας

Με τον τρόπο αυτό, αν σήμερα κάποιοι βιώνουμε την εκμετάλλευση του παρελθόντος μας με νοσταλγική διάθεση, για κάποιους τα προϊόντα “δικής μας” νοσταλγίας δεν είναι καθόλου νοσταλγικά. Είναι απλά το παρόν τους.

Στα πολλά θετικά της νοσταλγίας, θα πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός ότι η εκμετάλλευσή της μέσα από την pop κουλτούρα τείνει να γεφυρώνει, τελικά, το χάσμα μεταξύ των γενεών. Ωστόσο, εδώ ελλοχεύει και ο κίνδυνος που κρύβει η νοσταλγία. Ο κίνδυνος εγκλωβισμού στην αναπαραγωγή του εξιδανικευμένου παρελθόντος και της αποτυχίας ανάπτυξης νέων ιδεών.


Στην πραγματικότητα, η εμμονή στη νοσταλγία αποτρέπει την επένδυση στο “νέο”. Μια βιομηχανία που ποντάρει στο κέρδος από την εκμετάλλευση των νοσταλγικών συναισθημάτων, δεν δίνει χώρο εύκολα σε κάτι διαφορετικό. Το “νεο”, για να αποδώσει καρπούς, απαιτεί μεγάλη δαπάνη ενέργειας, χρόνου και χρήματος – άρα χρήματος στο τετράγωνο – και συνήθως το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο. Η λύση μιας αναμασημένης και ενδεχομένως επιτυχημένης συνταγής, θα αποφέρει βραχυπρόθεσμα κέρδη. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, η νοσταλγία για μεγάλη μερίδα του κοινού, θα πάψει να πουλάει και τότε το κοινό θα αναζητήσει κάτι άλλο. Πιθανώς, σε κάποια νέα χαζομάρα που θα παρουσιαστεί ως αριστούργημα. Βέβαια, μην ξεχνιόμαστε, η επόμενη γενιά θα δημιουργήσει το δικό της νοσταλγικό παζάρι.

Τι συμβαίνει με τα  comics

Οι αναγνώστες comics είναι ίσως οι κατ’ εξοχήν ειδήμονες σε θέματα νοσταλγίας στην pop κουλτούρα. Μην ξεχνάμε ότι οι comicsοφιλοι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, είναι και συλλέκτες. Εκείνη ή εκείνες τις φορές το χρόνο που οι αναγνώστες-συλλέκτες αποφασίζουν να τακτοποιήσουν τη συλλογή τους, έρχονται σε άμεση επαφή με το πρόσφατο αλλά και το πιο μακρινό παρελθόν τους. Αυτή η εμπράγματη κατάσταση της νοσταλγίας κατέχει μια ιδιαίτερη δυναμική. Μέσα από την τακτοποίηση σε κουτιά, ζελατίνες και ράφια, θυμούνται τι διάβασαν μέσα στο χρόνο, πέρυσι, πριν 10 χρόνια, τι σχέση έχουν αυτά μεταξύ τους και πόσο άλλαξε το Μέσο.

Σκέφτονται, επίσης, γιατί τα νομικά κωλύματα με τα πνευματικά δικαιώματα και η ένδεια καλών δημιουργών στο μεγαλύτερο κομμάτι της βιομηχανίας των comics, τους αναγκάζει να πέφτουν στις παγίδες της εκμετάλλευσης της νοσταλγίας. Reboot, renumbering, special editions παλαιότερων έργων, νέες ιστορίες από παλιούς δημιουργούς που έχουν χάσει την αίγλη τους, αναβιώσεις τίτλων και franchise που μετά από λίγα τεύχη κόβονται, και άλλα πολλά δεινά οδήγησαν την κοινότητα σε μαρασμό.

Όμως, σε αυτή την κατάσταση βρέθηκε απάντηση, σχεδόν αυθόρμητα, από τους ίδιους. Τα bazaar! Εκεί όπου συλλέκτες ανταλλάσουν και μεταπωλούν μεταξύ τους παλαιότερα comics, ανακυκλώνοντας, με τον τρόπο τους, τη νοσταλγία. Η άλλη λύση, βέβαια, είναι η αναζήτηση καλών δημιουργιών σε εκδόσεις ανεξάρτητες, ή λιγότερο βιομηχανοποιημένες, όπου δίνεται χώρος για ενδιαφέρουσες προσπάθειες.

Συμπέρασμα

Η νοσταλγία θα έχει τον ρόλο της πάντα, σε κάθε μορφή σύγχρονης λαϊκής τέχνης και θα διαγράφει πάντα έναν κύκλο μεταξύ δημιουργών, παραγωγών και κοινού. Ως κοινό, πρέπει να πάρουμε σοβαρά τον ρόλο μας και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Δεν είμαστε μόνο καταναλωτές. Έχουμε λόγο στο τι θέλουμε να διαβάζουμε, να βλέπουμε, να ακούμε κ.λπ. Η εκπαίδευση και η καλλιέργεια του κοινού, ώστε να στέκεται κριτικά απέναντι στην βιομηχανία της κουλτούρας και να μην ψαρώνει με καθρεφτάκια και χάντρες, αλλά να προβληματίζεται και να βγαίνει γρήγορα από τη δίνη της αναπόλησης και της εξιδανίκευσης, είναι έργο δύσκολο, όμως ίσως είναι μονόδρομος. Πρέπει να διεκδικούμε τον χώρο για τη νέα δημιουργία, να εγκαταλείπουμε θέσεις και αγκυλώσεις που μας παρέχει η ασφάλεια του δοκιμασμένου. Να τολμάμε!

Παρά ταύτα, για να μη δαιμονοποιούμε τη νοσταλγία, οφείλουμε να τονίσουμε ότι είναι απαραίτητη. Ιδίως όταν επιτελεί τον ρόλο της ως εργαλείο ανασκόπησης και αναστοχασμού. Θα πάμε πιο μπροστά κοιτώντας πίσω, που και που. Λαμπρό παράδειγμα τέτοιας εφαρμοσμένης νοσταλγικής ματιάς, με απόλυτα συγχρονισμένη οπτική, αν κι εδώ μιλάμε για την μικρή ελληνική πραγματικότητα, που σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται με τους κολοσσούς του εξωτερικού, είναι τα έργα του Σπύρου Δερβενιώτη, YESTERNOW και SHARK NATION, όπου μέσα από την αναπόληση στο παρελθόν, φτάνουμε στην αφήγηση του μέλλοντος.