Top 100 Comics Of The 10s

6. Klaus

Πριν λίγα χρόνια, ένας αγαπημένος συγγραφέας μας χάρισε μια πολύ διαφορετική εκδοχή για τον μύθο ενός επίσης αγαπημένου παιδικού ήρωα, και ο αντίκτυπος στην ομάδα του Comicdom ήταν τέτοιος, που έφερε το comic μόλις 5 θέσεις από την κορυφή!

6

Klaus

2015-2018WriterGrant MorrisonArtistDan MoraBoom! Studios

Όλοι μας έχουμε μια εικόνα για τον Άγιο Βασίλη – αυτήν την κλασική, του μεσήλικα με κοιλίτσα, λευκά γένια και κόκκινη φορεσιά. Την πιο επιτυχημένη καμπάνια της Coca-Cola, δηλαδή, η οποία μας έχει επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό, που δεν μπορούμε να τον φανταστούμε κάπως αλλιώς. Ο τρόπον τινά πραγματικός Άγιος Βασίλης συναντάται σε πολλές κουλτούρες ως Άγιος Νικόλας, Father Christmas, Yule, ακόμη και Sinterklaas. Όπως και σε όλους τους μύθους, ο καθένας διαλέγει ότι θέλει.

Ο αγαπητός, και κατά πολλούς ευλογητός, Grant Morrison, σε συνεργασία με τον Dan Mora (σε σχέδιο και χρώματα, παρακαλώ), αποφάσισαν να εμπλουτίσουν τις επιλογές μας, παρουσιάζοντας έναν Santa Claus, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί. Και αν νομίζετε ότι αυτό ήταν άλλη μια τραβηγμένη προσπάθεια να αφηγηθεί κάποιος το στερεοτυπικό πλέον, “the man and the legend”, τότε πλανάστε πλάνην οικτρά (ή δεν ξέρετε τον Morrison όσο θα έπρεπε).

Η ιστορία αρχίζει με τον τότε βετεράνο κυνηγό Klaus να μπαίνει στην πόλη του Grimsvig, για να ανταλλάξει δέρματα, όπου συναντάει μια κατσούφικη, καταπιεσμένη και διεφθαρμένη πολιτεία, με τους φύλακες να είναι ανήθικοι, τους πολίτες να εργάζονται κατά βάση στο ορυχείο μέχρι το βράδυ και τα παιδιά να απέχουν από κάθε τι γιορτινό και ευχάριστο. Μετά από ένα… μαγικό συμβάν, ο ήρωας αποφασίζει να πάρει τα πράγματα στα χέρια του, φέρνοντας τα πάνω κάτω στις ζωές των κατοίκων με την καλοσύνη και τα δώρα, που μοιράζει απλόχερα. Σύντομα, όμως, αποκαλύπτεται ότι το Grimsvig και ο άρχοντάς του, Lord Magnus, κρύβουν πολλά μυστικά, και ο Klaus έχει πολλή περισσότερη δουλειά απ’ όσο περίμενε.

“Γιατί κανείς δεν το έχει κάνει αυτό; Γιατί κανείς δεν έχει σκεφτεί τον Santa Claus σαν υπερήρωα;” Αυτά ήταν τα λόγια του ίδιου του Morrison, όταν ρωτήθηκε για τον πρωταγωνιστή του ομώνυμου comic. Σε αυτή τη φράση, κρύβεται, κατά ένα μεγάλο βαθμό, η ιδιοφυία του Σκοτσέζου συγγραφέα, τόσο στην προκειμένη περίπτωση, όσο και γενικά. Παίρνοντας μια φαινομενικά απλή, αλλά όπως πάντα δυνατή και απατηλά γοητευτική ιδέα, έστησε μια πλοκή, έναν κόσμο και αρκετούς χαρακτήρες, προκειμένου να αφηγηθεί μια ιστορία, που πατάει στην παράδοση, αγγίζει τον αναγνώστη και παρουσιάζει τον μύθο του πασίγνωστου “άγιου” με έναν μοναδικό και απολαυστικό τρόπο.

Πώς το πέτυχε, όμως, αυτό; Με πάρα πολύ διάβασμα, φυσικά! Μελετώντας το origin του Santa, σε όλες του τις εκφάνσεις, το Yuletime festival, τις ευρωπαϊκές παραδόσεις γύρω από τις γιορτές, σαμανισμούς, ελάφια, ακόμα και τα λιγνιτωρυχεία. Ως η επιτομή του nerd, με την καλύτερη δυνατή σημασία της λέξης, ο Morrison δεν άφησε τίποτα στην τύχη και αυτό φαίνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της σειράς. Από την ατμόσφαιρα και το στήσιμο της πόλης, μέχρι τα πνεύματα, τη μαγεία και τα δώρα, όλα τα στοιχεία της σειράς δένουν αρμονικά μεταξύ τους και προσδίδουν στο story μια δόση πιστότητας, ενώ παράλληλα τονίζουν τον fantasy epic χαρακτήρα του. Διότι αυτή την πραγματικότητα διέπουν τα εξαιρετικά, αμιγώς υπερηρωικά comics και παραμύθια – αληθοφάνεια μεν, αλλά όχι ωμός ρεαλισμός. Όπως είχε πει και ο Mark Twain, “ποτέ μην αφήσεις την αλήθεια να μπει στο δρόμο μιας καλής ιστορίας”.

Οι πρωταγωνιστές τηρούν όλα τα προσόντα και με το παραπάνω. Υπάρχει μια τάση, μια πυξίδα μέσα στον καθένα τους, και καθώς η πλοκή εκτυλίσσεται, ο άξονάς τους γίνεται πιο ξεκάθαρος, πιο απόλυτος, μέχρι που καρφώνεται στο σημείο, όπου βρίσκουν τον πραγματικό τους εαυτό. Oι Klaus, Magnus, Dagmar και Jonas, είναι ήρωες που χτίζονται σχετικά γρήγορα, αλλά με διακριτά βήματα, σμιλεμένοι ο ένας από τις πράξεις του άλλου, σε μια αλληλοεπηρεαζόμενη σχέση με τα τεκταινόμενα.

Φυσικά, δεν θα ήταν Morrison comic, αν δεν είχαμε τα ευφυή Easter Eggs, καθώς και την ευρηματική ανάπλαση και εμπλουτισμό των μυθικών στοιχείων της ιστορίας. Τα κόκκινα ρούχα της φρουράς του Grimsvig, που γίνονται συνώνυμα με την ενδυμασία του Klaus, τα δώρα, οι καμινάδες, ο χιονάνθρωπος και πως πρόκυψε, το έλκηθρο και ο αντίπαλος-δαίμονας. Όλα βγαλμένα από τη φαντασία και όλα υποτάσσονται και μεταλλάσσονται κάτω από την μαεστρική πένα. Ο ακρογωνιαίος λίθος του Santa, τα καλά και τα κακά παιδιά, υπόκεινται σφοδρή αλλαγή, που όμως ταιριάζει άψογα με το ύφος της σειράς – προς το τέλος, η φράση του πρωταγωνιστή “there are no bad children”, δίνει την πρέπουσα δόση παραμυθιού, αγνότητας και ηθικής ταυτότητας, στην οποία οδηγείται ο αναγνώστης, πολύ ομαλά, χωρίς να φαίνεται γλυκανάλατη, αλλά ολοφάνερα αληθινή.

Δύο σημεία, που ξεχωρίζουν και που μου έκαναν μεγάλη εντύπωση, στη δεύτερη πλέον ανάγνωση. Αρχικά, το εξαιρετικά καλοστημένο ρομάντζο του Klaus με την Dagmar, που αρχίζει με μπόλικες δυσκολίες, όμως επενδύει αυτό το αλλόκοτο origin με έναν τρόπο παράλληλα ανεπαίσθητο και σημαντικό, κάτι που γενικώς σπανίζει – ένα love story, που σέβεται τον εαυτό του, αλλά και τον αναγνώστη, χωρίς να τον βομβαρδίζει με κλισέ. Δεύτερον, η απόδοση του Jonas, ο οποίος πιστεύω ότι ενσαρκώνει το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας καλύτερα από κάθε άλλον. Ένα κακομαθημένο, φαινομενικά καταδικασμένο, από τη φύση και την ανατροφή του, να καταλήξει μοχθηρός, δειλός, αδύναμος και πέρα για πέρα villainous, που όταν αντιμετωπίζεται με αγάπη, φροντίδα και κατανόηση, αναδεικνύει την αφέλεια, ειλικρίνεια και καλοσύνη, που κρύβει μέσα του κάθε παιδί.

Αν από μια τέτοια δουλειά έλειπε ένα πολύ δυνατό artwork, τότε, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν θα είχε την απήχηση, που κατέληξε να έχει. Ο Mora, αν και τότε σχετικά καινούργιος στα κατατόπια της 9ης Τέχνης, έχει στήσει τα panels της καριέρας του! Με πλούσια λεπτομέρεια, έντονες γραμμές και πανέμορφα layouts, ο σχεδιαστής αποδίδει άψογα το μεσαιωνικό, το φανταστικό, το ρεαλιστικό και το χαοτικό, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Το πλεονέκτημά του να έχει αναλάβει ο ίδιος και τα χρώματα, είναι εμφανέστατο, καθώς πέραν του ότι έχει κάνει πολύ καλές επιλογές στην παλέτα, κρατάει μια ισορροπία στα δύο στοιχεία, δίνοντας σε στιγμές περισσότερο χώρο στο χρώμα και λιγότερο στις γραμμές, αλλά και ανάποδα, προκειμένου να πετύχει τον ιδανικό συνδυασμό, που απαιτεί κάθε σκηνή ξεχωριστά.

Για μένα, το KLAUS είναι ένα από τα, μετρημένα στα δάχτυλα, αψεγάδιαστα comics, όχι μόνο της δεκαετίας, αλλά και του 21ου Αιώνα συνολικά. Διαβάζοντάς το, σαν superhero fanboy, βλέπεις να ενώνονται τόσα στοιχεία που ξέρεις και κάποτε ήξερες, αλλά πάντοτε αγαπάς, σε μια ιστορία αυθεντική, βγαλμένη από ανάμνηση παιδική, μπροστά από τζάκι, με κάστανα και ζεστή σοκολάτα. Γι’ αυτό και, πάνω απ’ όλα, αποτελεί ένα κράμα επιτυχίας. Σου αφηγείται σαν comic, σε παρασέρνει σαν βιβλίο, σου μιλάει διαχρονικά σαν μύθος και σε γλυκαίνει σαν παραμύθι. Αν αυτό δεν είναι Χριστουγεννιάτικη ιστορία, τότε δεν ξέρω τι είναι!