Runaways #1

Ένας τίτλος, μια ομάδα, ένα ανύπαρκτο concept και μια κενή ιστορία

Πίσω στο μακρινό 2004, ενώ στην Ελλάδα οι πανηγυρισμοί από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Ποδοσφαίρου δεν είχαν ακόμα κοπάσει, στην άλλη μεριά του Ατλαντικού ωκεανού, η Marvel προσπάθησε να ανανεώσει και να εμπλουτίσει το fandom της, δημιουργώντας ένα νέο imprint και εισάγοντας μέσω αυτού τίτλους με διαφορετική πνοή και στιλ. Η κίνηση αυτή εν τέλει κρίθηκε αποτυχημένη, με μια μεγάλη φωτεινή εξαίρεση – το RUNAWAYS. Ένα comic δια χειρός Brian K. Vaughan και Adrian Alphona, ο τίτλος ακολουθεί μια παρέα νέων, οι οποίοι μαθαίνουν ότι οι γονείς τους είναι -SPOILER-, και αποφασίζουν να -SPOILER-, προκειμένου να -SPOILER- (δεν θα προδώσω την πλοκή, σοβαρά, καθίστε και διαβάστε το πρώτο volume, είναι εξαιρετικό).

13 χρόνια μετά, ο Brian K. Vaughan είναι το πιο hot όνομα στην βιομηχανία των comics, με το (ελαφρά υπερεκτιμημένο) SAGA και το εξαιρετικό PAPER GIRLS, οι ταινίες και οι σειρές βασισμένες σε comics έχουν καταλάβει το box office και την αμερικανική τηλεόραση και μια τηλεοπτική σειρά ονόματι RUNAWAYS, βασισμένη στο αυθεντικό comic της Marvel, ετοιμάζεται να κάνει την εμφάνισή της στην αρένα της μικρής οθόνης. Και, φυσικά, η εκδοτική, ως κερδοσκοπική εταιρεία που σέβεται τον εαυτό της, ενισχύει το hype για το merchandise της, προχωρά στην κυκλοφορία ενός νέου volume που περιγράφει τις περιπέτειες των χαρακτήρων αυτών, προσλαμβάνοντας έναν ξένο στο χώρο τον comics συγγραφέα να πραγματοποιήσει το εγχείρημα αυτό.

Τη Marvel δε φαίνεται να την πτοεί το γεγονός ότι όποιος συγγραφέας και να ανέλαβε να αποτυπώσει στο χαρτί της περιπέτειες της ομάδας (μετά την έξοδο από τον τίτλο του Brian Κ. Vaughan)  απέτυχε οικτρά (με μια μικρή εξαίρεση στο πρόσωπο Josh Whedon) και φιλοδοξεί η νέα της αυτή προσπάθεια να επιφέρει καρπούς. Αλλά, αν μπορώ να βγάλω ένα συμπέρασμα από το πρώτο τεύχος, είναι μάλλον ότι η εκδοτική πλανάται πλάνην οικτρά. Αυτό που με εκνευρίζει πάντα στα περισσότερα πρώτα τεύχη είναι το γεγονός ότι στο τέλος αυτών δεν έχει γίνει κατανοητό ποιο είναι το concept αυτού του βιβλίου, ποια η ιστορία που θέλει να πει στο αναγνωστικό κοινό. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και σε αυτό το τεύχος.

Κάποτε αυτή η ομάδα είχε ένα concept, μια ιστορία που οδηγούσε τους χαρακτήρες και τους οδήγησε να είναι Runaways. Δεν ήταν μια τυχαία παρέα νέων ανθρώπων με υπερδυνάμεις. Αλλά τώρα δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο premise. Αντιθέτως, φαίνεται να ακολουθεί μία πιο character driven προσέγγιση, και οι χαρακτήρες που εμφανίζονται στο τεύχος αυτό αντιμετωπίζουν ακριβώς τα ίδια δράματα που αντιμετώπιζαν δέκα χρόνια πριν, με το συγγραφέα να φαίνεται να προσπερνά την όποια εξέλιξη χαρακτήρων συνέβη όλο αυτό το διάστημα.

Όταν πρωτοεμφανίστηκε η Nico Minoru, ήταν μία μάγισσα η οποία είχε την ικανότητα να χρησιμοποιεί κάθε ξόρκι μία μόνο φορά. Και ήταν μια ενδιαφέρον και πρωτότυπη πινελιά στο χαρακτήρα τότε. Τώρα, το να διαμαρτύρεται ο χαρακτήρας κάθε μισή σελίδα για τον περιορισμό αυτό, μυρίζει μπαγιάτικο και είναι άκρως κουραστικό. Πόσο μάλλον, όταν στο ενδιάμεσο, συγγραφείς έχουν λύσει κάπως αυτό το πρόβλημα στις διάσπαρτες εμφανίσεις της σε διάφορους τίτλους την τελευταία δεκαετία. Το ίδιο ακριβώς πρόβλημα υφίσταται και με τους υπόλοιπους χαρακτήρες που εμφανίζονται στο τεύχος αυτό.

Ένα πολύ αργό ως προς την εξέλιξη τεύχος που τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε μία μόλις σκηνή και με τους μισούς μόλις χαρακτήρες εκ των πρωταγωνιστών να κάνουν την εμφάνιση τους. Επιπλέον, μάλιστα, αρκετοί χαρακτήρες που έγιναν μέλη των Runaways μετά τον πρώτο volume φαίνονται να απέχουν από αυτόν τον τίτλο.

Το μόνο που σώζει αυτό το τεύχος από την απόλυτη καταστροφή και πλήξη είναι το σχέδιο του εξαιρετικού Kris Anka. Για αυτό, άλλωστε, και η Marvel βάσισε το μεγαλύτερο μέρος της καμπάνιας της για τον τίτλο αυτό στα σχέδια του και στο redesigning που πρόσφερε στους χαρακτήρες. Ακόμα κι εμένα, αυτό που με ξεγέλασε και αποφάσισα να διαβάσω το συγκεκριμένο τεύχος, ήταν οι καλοσχεδιασμένοι ρεαλιστικοί χαρακτήρες και οι καθαρές γραμμές του artwork και όλα αυτά συνοδευμένα από πλήθος πολύχρωμων πλάνων. Το artwork του τίτλου, όμως, απλώς αποτελεί το εντυπωσιακό περιτύλιγμα ενός κενού σεναριακά comic.

Όπως κάνει και η DC με το WATCHMEN, έτσι και η Marvel με το RUNAWAYS δεν μπορεί να αφήσει ανέπαφα τα διαμάντια που πρόσφερε στο παρελθόν ως μια μακρινή καλή ανάμνηση και να μην τα καταστρέψει, απομυζώντας μέχρι και την τελευταία σταγόνα επιτυχίας που θα μπορούσε να προσφέρει το κάθε κτήμα της. Ακόμα και αν αυτό αποξενώσει εντελώς τους αναγνώστες και τους fans από κάποια από τα καλύτερα δημιουργήματα της βιομηχανίας.