Comics Που Ακριβαίνουν Συνεχώς

Ένα ανησυχητικό φαινόμενο για αναγνώστες και συλλέκτες

Ένα ζήτημα το οποίο έχει απασχολήσει ουκ ολίγους αναγνώστες και συλλέκτες comics είναι η ολοένα και αυξανόμενη τιμή των τευχών, σε σημείο που έχουμε φτάσει να βλέπουμε μηνιαίους, δεκαπενθήμερους ή ακόμα και εβδομαδιαίους τίτλους να κοστίζουν 4 και 5 δολάρια, κάτι πρωτόγνωρο για μια βιομηχανία που απευθυνόταν ανέκαθεν σε χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις και παιδιά/εφήβους που έκαναν αγορές ανάλογά με το χαρτζιλίκι τους. Πολλοί θα αναφέρουν ότι λόγω του αυξανόμενου πληθωρισμού είναι αδύνατον η τιμή ενός comic να παραμείνει σταθερή ανά τις δεκαετίες, δεδομένου όμως ότι οι σημερινές γενιές βρίσκονται, σε πολλά μέρη του πλανήτη, σε χειρότερη θέση από τις προηγούμενες, εύλογα κανείς αναρωτιέται θα επηρεάσει η διαρκής αύξηση των τιμών το αναγνωστικό κοινό και τη βιομηχανία στο σύνολο της.

Ήδη έχουν γίνει επίσημες έρευνες, αλλά και ερασιτεχνικές έρευνες από fans του Μέσου, που αποκαλύπτουν ότι τα comics της Μarvel και της DC είχαν σημειώσει αύξηση έως και πάνω από 250% στις τιμές των τευχών το 2012 σε σχέση με τους ίδιους τίτλους των αρχών των 90s. Τον Ιανουάριο του 1991, το Uncanny X-Men κόστιζε 1 δολάριο. Το 2010, ο ίδιος τίτλος βρισκόταν στα 2.99 και το 2020 οι αντίστοιχοι X-titles ήταν ακόμα ακριβότεροι, χωρίς να έχει επιτευχθεί μια αύξηση πωλήσεων, ή ένα βιοτικό επίπεδο που θα δικαιολογούσε αυτήν την άνοδο. Για την ακρίβεια, η τιμές των comics της DC και της Marvel αυξάνονται πολύ γρηγορότερα από τα ποσοστά του πληθωρισμού.

Αυτή η κατάστασή μπορεί να οφείλεται στα αυξανόμενα λειτουργικά έξοδά των εταιρειών, τις χαμηλές πωλήσεις, τη δημοφιλία των manga και την απληστία, που, για να είμαστε ειλικρινείς, διακατέχει τις δημοφιλείς εκδοτικές. Είναι, όμως, εύλογο να αναρωτηθεί κανείς, με ποιόν τρόπο αυτό το μοντέλο μπορεί να αποφέρει αυξανόμενα κέρδη και να ενισχύσει το αναγνωστικό κοινό, όταν πολλοί αναγνώστες παραδέχονται ότι αναγκάζονται συνεχώς να κόβουν τίτλους από τη λίστα τους για να καλύψουν το budget τους. Εύκολα μπορεί κάποιος να υποθέσεις ότι τα αποτελέσματά αυτής της πρακτικής μπορούν να αποβούν καταστροφικά για το genre των υπερηρωικων comics, οι ήρωες των οποίων χαίρουν τεράστιας αναγνωρισιμότητας για την πλειονότητα του κοινού, όχι πλέον χάρη στα comics που εμφανίζονται, αλλά λόγω της τεράστιας επιτυχίας των κινηματογραφικών και τηλεοπτικών παραγωγών.

Ιδιαίτερά οι μικρότεροι τίτλοι κινδυνεύουν να μείνουν στην αφάνεια, κάτι που “φτωχαίνει” μια αγορά στην οποία μπορούν να επιβιώσουν μόνο τα λίγα και δυνατά ονόματά, ή όποιος χαίρει της προτίμησης του μεγαλυτέρου μέρους του κοινού τη δεδομένη χρονική στιγμή. Φυσικά, το στενάχωρο της υπόθεσής είναι ότι οι μικρότεροι τίτλοι προσφέρουν την άνεσή πειραματισμών, που είναι απαραίτητη για την εξέλιξή του Μέσου και των αφηγηματικών τεχνικών. Εκδοτικές όπως η Image φαίνεται να πλήττονται λιγότερο, καθώς οι τιμές τους βρίσκονται σε καλύτερά επίπεδά σε σχέση με τη Marvel, όμως το πρόβλημά της κοστολόγησης είναι γενικευμένο στη βιομηχανία και εγείρει ερωτήματα σχετικά με το τι είδους κοινό επιζητούν πλέον οι εκδοτικές και πώς θα επενδύσουν στο μέλλον και στη νέα γενιά αναγνωστών. Πλέον, για μένα και πολλούς fans των comics, οι αγορές από τις δυο μεγάλες εκδοτικές είναι περιορισμένες στους πιο δυναμικούς τους τίτλους, το οποίο δεν συνέβαινε παλαιότερα, όπου κάποιος είχε τη δυνατότητα να αγοράζει παράλληλα τις ιστορίες του Batman και της Justice League, αλλά και του Swamp Thing ή των Gotham City Sirens.

Βέβαια, οι εποχές πάντα θα αλλάζουν και οι ήρωες του παρελθόντος δεν είναι απαραίτητα οι ήρωες του σήμερα – και ούτε θα έπρεπε. Αλλά τα comics είχαν τις φιλοδοξίες του πολυποίκιλου, πολυσυλλεκτικού και “δημοκρατικού”, θα έλεγε κανείς, Μέσου, που επεδίωκε την προσοχή του ευρυτέρου κοινού. Καθώς το κοινό αυτό όλο και μειώνεται, λόγω της υπερβολικής ανόδου του κόστους και άλλων παραγόντων, είναι σίγουρο ότι και η σύστασή του αλλάζει.

Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Αλλά η πορεία και οι επιλογές των δυο μεγάλων εκδοτικών δεν αφήνουν, τουλάχιστον αυτή την περίοδο, πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Κι αν η κατάστασή δεν είναι ακόμη απελπιστική, αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιες ουσιαστικές αλλαγές στα επιχειρηματικά μοντέλα των εκδοτικών δεν θα βελτίωναν την κατάσταση, ή ακόμα και θα έλυναν το πρόβλημα. Ξεκινώντας, σίγουρα, από μια ουσιαστική και ειλικρινή προσπάθεια επένδυσης στο μέλλον, με την κατανόησή των αναγκών των νέων αναγνωστών, καθώς και αυτών που που επιθυμούν να γίνουν αναγνώστες, αλλά εμποδίζονται από ένα σωρό εμπόδιά που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν εξ αρχής.